Πριν λίγες μέρες τέλειωσα το διάβασμα του μυθιστορήματος του Σπύρου Πετρουλάκη “Το Ναυάγιο”. Μού άρεσε. Καλογραμμένο (όπως όλα τα βιβλία του Σπύρου Πετρουλάκη που έχω διαβάσει μέχρι τώρα), με μια γραφή που ρέει και κρατά το ενδιαφέρον αναγνώστη μέχρι το τέλος. Στηρίζεται σε αληθινή τραγωδία. Στο ναυάγιο του πλοίου “Ηράκλειον”.
Ήμουν έφηβη όταν συνέβη η τραγωδία που συγκλόνισε όλους τους Έλληνες. Τη θυμάμαι εκείνη τη μέρα: 8 Δεκεμβρίου 1966. Ήταν η εποχή που η θαλασσοταραχή και τα μποφόρ δεν εμπόδιζαν τους καπετάνιους να ξεκινήσουν τα ταξίδια των επιβατικών πλοίων “με δική τους ευθύνη”. Δυστυχώς, τότε, το επέτρεπε το Λιμεναρχείο. Και δεν ήταν λίγες οι φορές που τα πλοία ξεκινούσαν κάτω από τις αφόρητες πιέσεις των πλοιοκτητών και ας αντιλαμβάνονταν οι καπετάνιοι ότι έτσι θέτουν σε κίνδυνο εκατοντάδες ζωές. Αυτό συνέβη κι εκείνη την τραγική μέρα. Το πλοίο “Ηράκλειον” ξεκίνησε το ταξίδι του από τα Χανιά με προορισμό τον Πειραιά, “με ευθύνη του πλοιάρχου”. Ο οποίος (πλοίαρχος), ας σημειωθεί, δεν φρόντισε καν τα φορτηγά αυτοκίνητα, στο αμπάρι, να προσδεθούν με ασφάλεια. Και το πλοίο βυθίστηκε στη θαλάσσια περιοχή της “Φαλκονέρας”, εν μέσω σφοδρής θαλασσοταραχής. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες με πάνω από 250 νεκρούς. Κανείς δεν ξέρει τον ακριβή αριθμό των νεκρών, μιας και ακόμη μέχρι σήμερα μόνο οι διασωθέντες (47) και οι σοροί (25) που ανευρέθηκαν έχουν καταμετρηθεί. Οι διασωθέντες ήταν μόνο άντρες. Καμία από τις γυναίκες που επέβαιναν στο πλοίο δεν διασώθηκε. Ούτε παιδί. Ο συγγραφέας όμως, χάριν της μυθοπλασίας, έκανε να έχει διασωθεί μία γυναίκα και ένα παιδί. Η Ειρήνη και η Αγάπη.
Και στη συνέχεια ξετυλίγεται το κουβάρι της ζωής της γυναίκας αυτής και του παιδιού. Και στις ζωές τους μπαίνουν και άλλα πρόσωπα. Η εγγονή της Ειρήνης, η Άρτεμις, που, μετά το θάνατο της γιαγιάς της, “της γλυκούλας”, όπως την αποκαλεί, ανακαλύπτει τα τραγικά μυστικά και τα λάθη της ζωής των προγόνων της. Και ο Ιπποκράτης, ο αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού, που έσωσε τη γυναίκα και το παιδί από την αγριεμένη θάλασσα. Κι εκεί που πήγαινα να τον χαρακτηρίσω “ήρωα”, ο ρόλος του άρχισε σιγά σιγά να σκοτεινιάζει.
Ναι είναι αλήθεια ότι το βιβλίο δεν αποφεύγει το μελό σε ορισμένα σημεία. Όμως τραγωδία χωρίς μελό δεν γίνεται.
Προτείνω να το διαβάσετε. Αξίζει τον κόπο.
Σημείωση: Όσο έγραφα αυτή την ανάρτηση, διάβασα ότι ήδη το βιβλίο γυρίζεται σε σίριαλ με πρωταγωνιστή, στο ρόλο του Ιπποκράτη, τον Γιάννη Στάνκογλου. Μ' αρέσει ο ηθοποιός αυτός. Φοβάμαι όμως ότι το σίριαλ θα γίνει αγνώριστο. Όπως έγινε αγνώριστο το μυθιστόρημα “Σασμός” που μόλις το είχα διαβάσει έγινε κι αυτό σίριαλ. Η μόνη πετυχημένη μεταφορά μυθιστορήματος που παρακολούθησα στην τηλεόραση ήταν, κατά τη γνώμη μου, “Το Νησί”. Ίσως γιατί η συγγραφέας παρακολουθούσε στενά την εξέλιξη του σεναρίου.
Μπορεί να μην με ενθουσίασε, αλλά το βρήκα αρκετά ενδιαφέρον
Έχω πάντα μια επιφύλαξη για τα BEST SELLER βιβλία που χαρακτηρίζονται αριστουργήματα (την έχω πατήσει με μερικά απ’ αυτά). Εντούτοις πιο πολύ από περιέργεια, κυρίως για τον περίεργο τίτλο και για το γεγονός ότι το έγραψε μια βιολόγος, πήρα να διαβάσω το συγκεκριμένο βιβλίο με τις καραβίδες που τραγουδάνε.
Η υπόθεση διαδραματίζεται, την χρονική περίοδο 1952-1970, σε ένα βαλτότοπο –λιμνοθάλασσα της Βόρειας Καρολίνας στις ΗΠΑ, όπου η κύρια ασχολία των κατοίκων είναι το ψάρεμα. Στην αρχή το διάβασμα κυλούσε αργά, με τις περιγραφές της φύσης και του βάλτου να μου φαίνονται λίγο κουραστικές, σιγά σιγά όμως το βιβλίο απέκτησε μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Το πρώτο μέρος της ιστορίας του μικρού κοριτσιού, της Κάιας (της «πιτσιρίκας του βάλτου», όπως την ονόμαζαν οι ντόπιοι) που εγκαταλείφθηκε από όλους (μητέρα αδέλφια, πατέρα, κρατικές υπηρεσίες) και έμεινε να ζήσει μονάχη σ’ ένα καλύβι κοντά στους βάλτους, μου δημιούργησε μια θλίψη κι ένα θυμό για τους ενήλικες που άφησαν το μικρό κορίτσι απροστάτευτο να τα βγάλει πέρα σ’ ένα κόσμο εχθρικό. Και τα έβγαλε πέρα η πιτσιρίκα, ενάντια στο νόμο περί πιθανοτήτων και ενάντια στην αληθοφάνεια. Στο σχολείο πήγε μόνο μια μέρα, αλλά κατάφερε όχι μόνο να διαβάζει και να γράφει, αλλά και να συγγράψει βιβλία επιστημονικού ενδιαφέροντος, με τη βοήθεια ενός νεαρού εφήβου. Άλλη αναληθοφάνεια αυτή. Όχι το ότι έμαθε γραφή και ανάγνωση, αλλά η συγγραφή επιστημονικών βιβλίων. Δεν πειράζει, λογοτεχνικό βιβλίο είναι αυτό, επιτρέπονται οι αναληθοφάνειες. Ο νεαρός έφηβος που την έμαθε γραφή και ανάγνωση, την εγκαταλείπει κι αυτός κάποια χρονική περίοδο και η Κάια έμεινε για άλλη μια φορά μονάχη, εύκολο θύμα ενός «μορφονιού» της περιοχής. Ο «μορφονιός» τελικά βρίσκεται νεκρός και αρχίζει νέο δράμα για την πιτσιρίκα του βάλτου, δικαστικό αυτή τη φορά.
Με λίγα λόγια, για να μην πω πολλά και κάνω spoiler (όπως συνηθίζεται να λέγεται η αποκάλυψη του τέλους ενός βιβλίου ή ταινίας) το βιβλίο, χωρίς να με ενθουσιάσει, το βρήκα αρκετά ενδιαφέρον. Υπάρχουν παραλληλισμοί των συνηθειών του ζωικού βασιλείου με την ανθρώπινη ζωή, καθώς και αναφορές στον ρατσισμό που επικρατούσε ακόμα στην περιοχή εκείνη και ίσως επικρατεί ακόμα και σήμερα.
Πρόκειται απλώς για ένα ευχάριστο βιβλίο. Γλαφυρή η γραφή της Έλενας Ακρίτα που κρατάει το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Οι χαρακτήρες οικείοι για τον μέσο Έλληνα. Μετά το τέλος της ανάγνωσης, σχεδόν το ξεχνάς.
Κατ' αρχήν μου άρεσε η γραφή της Άννας Λάμπρου. Δεν είχα διαβάσει άλλο βιβλίο της. Μου άρεσε, με εξαιρέσεις. Δεν μου άρεσε ότι επαναλαμβάνει τους τίτλους των κεφαλαίων, καθώς και ο τρόπος που τελειώνει η ιστορία. Η ιστορία είναι η ιστορία της Ελλάδας και των ανθρώπων της, της περιόδου 1920-1955, με κεντρική ηρωίδα την Ελπινίκη, μια γυναίκα καλοσυνάτη, λογική, τρυφερή και ως ένα σημείο δυναμική. Δυναμική όσο την αφήνουν τα ήθη και έθιμα της εποχής και η καταπίεση από την οικογένεια. Το τέλος απότομο και απογοητευτικό. Ναι μεν προδόθηκε η Ελπινίκη, αλλά η ζωή συνεχίζεται. Αυτό το συνεχίζεται δεν είδα, δεν περιγράφεται στο βιβλίο. Έμεινα με μια στυφή γεύση.
Έχω διαβάσει, κατά καιρούς, βιβλία και των δύο συγγραφέων. Πιο ενδιαφέροντα βρήκα τα βιβλία της Κλαίρης Θεοδώρου, αλλά και τα βιβλία της Λένας Μαντά που διάβασα δεν στερούνται ενδιαφέροντος. Πήρα να διαβάσω αυτό το βιβλίο πιο πολύ από περιέργεια για το αποτέλεσμα της συνεργασίας. Δεν το μετάνιωσα. Το βιβλίο είναι κυρίως αστυνομικό, αλλά δεν στερείται και κοινωνικού ενδιαφέροντος. Ένας κατά συρροή δολοφόνος γυναικών, προκαλεί, με στοιχεία που αφήνει στον τόπο των εγκλημάτων, μια γυναίκα υπαστυνόμο να τον ανακαλύψει, βέβαιος, όμως, ότι δεν θα τα καταφέρει. Παρόλο που περίπου στη μέση της ανάγνωσης, υποψιάστηκα τον δολοφόνο, εντούτοις το βιβλίο μου κράτησε το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Διαβάστε το δεν θα σας απογοητεύσει.
Πρόκειται για την ιστορία της Σίρα, μιας απλής Ισπανίδας μοδίστρας που η μοίρα το έφερε να γίνει κατάσκοπος και να βοηθήσει τους συμμάχους στον πόλεμο κατά των Ναζί. Μέσα από τις περιπέτειες της Σίρα μαθαίνουμε και για την ιστορία της Ισπανίας κατά την εποχή της δικτατορίας του Φράνκο. Μου κράτησε το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Το τέλος ας σημειωθεί δεν είναι απόλυτα σαφές. Αφήνει πολλές εκδοχές για να διαλέξει ο αναγνώστης. Θα προτιμούσα το τέλος να το ορίσει η συγγραφέας. Γι' αυτό αφαιρώ ένα αστέρι από τα 9 που θα έβαζα.
Η ιστορία στο βιβλίο αρχίζει το καλοκαίρι του 1972, τότε που η Αμμόχωστος λουζόταν στο φως και την ηρεμία. Ένα φιλόδοξο ζευγάρι ο Σάββας και η Αφροδίτη Παπακώστα εγκαινιάζει το εντυπωσιακό και πολυτελές ξενοδοχείο του, όπου Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι συνεργάζονται αρμονικά. Το όνομα του ξενοδοχείου «Ανατολή» (εξ ου και ο τίτλος του μυθιστορήματος). Στο ξενοδοχείο εργάζονται και μέλη των οικογενειών Γεωργίου (ελληνοκύπριοι) και Οζκάν (τουρκοκύπριοι). Μια «παράνομη» ερωτική σχέση δημιουργείται μεταξύ του Μάρκου Γεωργίου, εργαζόμενου σε υψηλή θέση στο ξενοδοχείο και της Αφροδίτης Παπακώστα. Και ενώ, φαινομενικά τουλάχιστον, πηγαίνουν όλα καλά στην όμορφη και ευημερούσα πόλη και μάλιστα ένα νέο υπερπολυτελές ξενοδοχείο του ζεύγους Παπακώστα βρίσκεται υπό κατασκευή, φτάνουμε στον Ιούλιο του 1974. Το προδοτικό πραξικόπημα βυθίζει την Κύπρο στο χάος. Η Τουρκία εισβάλλει στο νησί και η Αμμόχωστος βομβαρδίζεται. Οι τουρίστες φεύγουν, οι εργασίες στο νέο ξενοδοχείο σταματούν, όλα γκρεμίζονται. Η πόλη εγκαταλείπεται όπως όπως από τους σαράντα χιλιάδες ελληνοκύπριους κατοίκους της. Ο Σάββας και η Αφροδίτη καταφεύγουν στη Λευκωσία, στο σπίτι των γονιών της, ενώ εκείνη διαπιστώνει πως κυοφορεί το παιδί του Μάρκου. Δύο οικογένειες παραμένουν στην κατεχόμενη από τον τουρκικό στρατό πόλη. Οι Γεωργίου και οι Οζκάν. Η συνέχεια στο βιβλίο για όσους θέλουν να το διαβάσουν.
Το βιβλίο, ως μυθιστόρημα, το διάβασα μονορούφι. Η γλώσσα απλή και ρέουσα, η πλοκή συναρπαστική. Παρόλα αυτά η γεύση που μου άφησε πικρή. Πικρή όχι μόνο γιατί μου θύμισε την τραγωδία της Κύπρου, αλλά και για ένα άλλο λόγο. Η Αμμόχωστος που περιγράφεται εκεί (των υπερπολυτελών ξενοδοχείων, της χλιδής, του πλούτου, της ίντριγκας, της ματαιοδοξίας κλπ) λίγο μου θυμίζει την Αμμόχωστο που θυμάμαι εγώ (ας σημειωθεί είμαι Κύπρια και στην Αμμόχωστο είχα συγγενείς και φίλους που τους επισκεπτόμουν συχνά). Μα, θα μου πει κάποιος μυθιστόρημα είναι. Τι περίμενες; Στα άλλα μυθιστορήματα που διαβάζεις οι ζωές των ηρώων σου θυμίζουν τις ζωές των συγγενών ή των φίλων σου; Όχι, αλλά εδώ πρόκειται για μια πόλη ιστορική, συνδεδεμένη με μια τραγωδία που η πληγή χαίνει ακόμη ανοικτή. Δεν μπορεί να τονίζεται μόνο η μια πλευρά της ζωής της πόλης. Αυτή της χλιδής, της απληστίας και της ματαιοδοξίας που ναι υπήρχε, αλλά δεν ήταν η κυρίαρχη. Υπήρχε και η Αμμόχωστος της κουλτούρας, της υψηλής παιδείας, της μακραίωνης ιστορίας, των απλών ανθρώπων. Η ζωή των απλών ανθρώπων αναφέρεται μεν στο μυθιστόρημα, αλλά ξώφαλτσα. Η οικογένεια Γεωργίου είχε στους κόλπους της και απλούς τίμιους ανθρώπους, αλλά και καθάρματα (απατεώνες, μέλη της ΕΟΚΑ Β΄κλπ). Με τους τελευταίους όμως να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο μυθιστόρημα. Αντίθετα, τα μέλη της τουρκοκυπριακής οικογένειας παρουσιάζονται όλοι απλοί και τίμιοι άνθρωποι. Δεν έχω αντίρρηση ότι η πλειοψηφία των τουρκοκυπρίων είναι απλοί και τίμιοι άνθρωποι, αλλά υπάρχουν και υπήρχαν και εκεί καθάρματα (π.χ. μέλη της εξτρεμιστικής οργάνωσης ΤΜΤ). Γι’ αυτά δεν γίνεται λόγος.
Τελικό συμπέρασμα: Το βιβλίο μου άφησε μια πικρή στυφή γεύση. Ένα είδος απογοήτευσης. Ένα παράπονο.
Υ.Γ. Το βιβλίο το διάβασα από την ελληνική μετάφραση (εκδόσεις Διόπτρα)
Η ιστορία αρχίζει από τη σημερινή εποχή (προ του κορονοϊού), όταν η ηλικιωμένη Θέμιδα έχει διοργανώσει ένα πάρτι γενεθλίων με καλεσμένα τα εγγόνια της. Κατά τη διάρκεια της γιορτής η Θέμις ακούει τα παράπονα των παιδιών για την οικονομική κρίση που από το 2009 έκανε την εμφάνιση της στη χώρα μας. Τότε η Θέμις αποφασίζει να τους διηγηθεί τη δική της ιστορία. Έτσι αρχίζει ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο. Ένα ταξίδι σε καιρούς όχι απλώς δύσκολους, αλλά διχαστικούς και καταστροφικούς. Διηγείται την ιστορία της οικογένειας της που, λόγω του πολιτικού φανατισμού, χωρίστηκε στα δύο. Η Θέμις διάλεξε την πλευρά που ήταν πιο κοντά στις ιδέες της, στη δίψα της για ελευθερία και ίσα δικαιώματα. Οδηγήθηκε στα βουνά, στην αντίσταση κατά των γερμανών, αργότερα στην Μακρόνησο (ναι υπήρχαν και γυναίκες κρατούμενες στο μαρτυρικό νησί) και τελικά στην εξορία. Και ύστερα περιγράφεται βήμα βήμα η πορεία της Θέμιδας και της οικογένειας της από το διχασμό στη συμφιλίωση.
Μου έκανε εντύπωση πώς μια Αγγλίδα μπόρεσε να περιγράψει τόσο πετυχημένα την δύσκολη περίοδο της Ελλάδας, τον εμφύλιο, τις διώξεις, τον διχασμό, τις ένθεν και ένθεν πλάνες και ψευδαισθήσεις, ακόμα και τον αρνητικό ρόλο της Μ. Βρετανίας στον αδελφοκτόνο αυτόν πόλεμο.
Το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί, ανεξάρτητα από τις προσωπικές και πολιτικές απόψεις του καθενός, αφού ο εμφύλιος δεν έχει νικητές και ηττημένους, έχει μόνο ηττημένους.
Υ.Γ Η επιλογή του εξώφυλλου του βιβλίου είναι εκπληκτική. Ένα παράθυρο από το κτίριο της Μακρονήσου με ένα πουλί να πετά προς την ελευθερία.
Ενα βιβλίο σκοτεινό, αλλά και γλυκό, μαζί με σταγόνες χιούμορ
Το βιβλίο της Κατερίνας, με τα μάτια του Πέτρου, του γιου της, είναι ένα βιβλίο σκοτεινό. Διαπραγματεύεται κυρίως την ψυχική ασθένεια της Κατερίνας. Μια ψυχική ασθένεια που στην ουσία μένει χωρίς θεραπεία, γιατί η ασθενής αρνείται να επισκέπτεται τακτικά ψυχίατρο και να ακολουθεί μια κανονική φαρμακευτική αγωγή. Ο ψυχίατρος την βλέπει μόνο όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο και τα φάρμακα που της προτείνονται, λαμβάνονται από αυτήν, μόνο επιλεκτικά. Είναι όμως και γλυκό βιβλίο γιατί περιγράφει με γλυκό τρόπο τη σχέση μάνας -γιού, αλλά και τη σχέση της Κατερίνας με τον σύζυγο της. Μέσα στην σκοτεινιά δεν λείπει και το χιούμορ, που δίνει μια ανάσα στον αναγνώστη. Ως τελικό συμπέρασμα πρόκειται για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.
1
Το διάβασα με ενδιαφέρον
Ένα βιβλίο αστυνομικό αλλά και με κοινωνικές προεκτάσεις. Σκιαγραφεί πολύ καλά την κλειστή κοινωνία της επαρχίας με τις προκαταλήψεις, τη θρησκοληψία, την υποκρισία και τα ταμπού. Κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Στα συνεχή μπρος- πίσω της ιστορίας στο χρόνο, παρατήρησα μερικά λαθάκια στις ημερομηνίες, αλλά αυτά δεν αναιρούν την καλή εντύπωση που σχημάτισα για το βιβλίο.
1
Ένα βιβλίο που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον
Ένας άντρας βολεμένος σε μια σχέση με δύο γυναίκες. Μέχρι που η μία από τις δύο τολμά να διεκδικήσει την αποκλειστικότητα και η σχέση των τριών διαλύεται. Είναι όμως η αρχή ενός ταξιδιού προς την αυτογνωσία και για τους τρεις. Αξίζει να το διαβάσετε.
Ένα από τα βιβλία που με συγκλόνισαν. Σ' έναν χώρο (στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί) όπου απαγορεύονται τα βιβλία, η έφηβη εβραιοπούλα Ντίτα κρύβει κάτω από το φόρεμά της, με κίνδυνο της ζωής της, τους εύθραυστους τόμους της μικρότερης, κρυμμένης και λαθραίας δημόσιας βιβλιοθήκης που υπήρξε ποτέ. Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα το βιβλίο μας ταξιδεύει στον μαγικό κόσμο των βιβλίων, ακόμα και όταν περιγράφει τις πολύ βάναυσες και σκληρές συνθήκες μέσα στο ναζιστικό στρατόπεδο. Το ρούφηξα από την αρχή μέχρι το τέλος. Δεν το βαρέθηκα ούτε λεπτό.
Από τα βιβλία που μου κράτησαν το ενδιαφέρον από την αρχή μέχρι το τέλος. Αναφέρεται στον έρωτα μιας ελληνοεβραίας και ενός γερμανού στρατιώτη, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Η ιστορία λαμβάνει χώρα στη Θεσσαλονίκη, όπου έδρασε ο Μέρτεν, ο διαβόητος διώκτης των εβραίων (επονομαζόμενος και "χασάπης της Θεσσαλονίκης"). Πλέκονται με ωραίο τρόπο ιστορικά στοιχεία με τη μυθοπλασία. Σε μερικά σημεία η συγγραφέας πλατιάζει φλυαρώντας, αλλιώς θα έβαζα στο βιβλίο 9 αστέρια.
Ήταν το πρώτο βιβλίο του Μένιου Σακελλαρόπουλου που διάβασα. Ήταν και η αιτία να αναζητήσω και να διαβάσω στη συνέχεια και άλλα βιβλία του συγγραφέα. Διηγείται την ιστορία του Στέφανου Δημητρίου, ενός χαρισματικού φοιτητή της ιατρικής, με πολλά υποσχόμενο μέλλον. Ζει όπως όλοι οι φοιτητές της εποχής του (πανεπιστήμιο, διάβασμα, αλλά και παρέες, ποτά, πάρτι, έρωτα). Μέχρι που ένα έντονο συναίσθημα ζήλιας τον οδηγεί σ' ένα έγκλημα. Από εκεί και πέρα η ζωή του παίρνει μια τραγική τροπή. Από τα πανεπιστημιακά θρανία βρίσκεται έγκλειστος σε διάφορες φυλακές της χώρας. Στο βιβλίο περιγράφονται με συγκλονιστικό και συγχρόνως ρεαλιστικό τρόπο οι συνθήκες του σωφρονιστικού συστήματος της χώρας μας (είναι φανερό ότι ο συγγραφέας έκανε σχετική έρευνα). Το τέλος; Ελπιδοφόρο. Διαβάστε το
΄Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο για τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης
Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον αυτό το βιβλίο που αφορά την πραγματική ιστορία του Φώτη Ραπακούση που έζησε για πολλά χρόνια σε παιδουπόλεις της Φρειδερίκης. Περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο την σκληρή καθημερινή ζωή των παιδιών που η φτώχια και ο διχασμός του εμφυλίου τα οδήγησε σ' αυτά τα ιδρύματα. Όπως και σε άλλα βιβλία του, ο Μένιος Σακελλαρόπουλος έχει κάνει τη σχετική έρευνα του και διαφωτίζει κι εμάς τους αναγνώστες για τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί.
Διαβάστε το, είναι καλογραμμένο, αξίζει τον κόπο.
Έχοντας διαβάσει και άλλα βιβλία του Μένιου Σακελλαρόπουλου (Πικρό γάλα, η πυραμίδα της οργής, 13 κεριά στο σκοτάδι, το σημάδι) διαπιστώνω ότι το συγκεκριμένο βιβλίο (ο χορός των συμβόλων) ήταν κατώτερο των προσδοκιών μου και της ποιότητας των άλλων βιβλίων του. Ναι μεν συμπαθητικό, αλλά συγχρόνως μου φάνηκε κάπως γλυκερό. Μου θύμισε παλιά ελληνική ταινία (τύπου "ο λουστράκος"). Πάντως πρέπει να σημειώσω ότι, όπως και στα άλλα βιβλία του, ο συγγραφέας κάνει τη σχετική έρευνα του πριν ολοκληρώσει τη γραφή του ( στην προκειμένη περίπτωση έρευνα για το Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ, μαθηματικά προβλήματα κλπ). Και μια τελική παρατήρηση: Πρώτη φορά είδα σε βιβλίο να γίνεται διαφήμιση παλαιότερου βιβλίου του συγγραφέα (εδώ διαφημίζεται το "13 κεριά στο σκοτάδι").
ένα εξαιρετικό βιβλίο για έναν "εχθρό" που ήταν φίλος
Πρόκειται για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί. Είναι καλογραμμένο και κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι το τέλος.Αν και περιέχει αρκετά στοιχεία και πρόσωπα μυθοπλαστικά, εντούτοις ουσιαστικά βασίζεται στην αληθινή ιστορία του Γερμανού γιατρού Χανς Λέμπερ (στο βιβλίο φέρεται με άλλο όνομα), ο οποίος, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, έφτασε, ως στρατιωτικός γιατρός, στη Μήλο, όπου οργάνωσε και λειτούργησε δύο νοσοκομεία ένα για τους γερμανούς στρατιώτες και ένα για τους έλληνες πολίτες. Φρόντιζε και περιέθαλπε όλους τους ασθενείς του, γερμανούς και έλληνες, με την ίδια αγάπη.
Η συγγραφέας Σόφη Θεοδωρίδου περιγράφει πολύ ωραία αυτή την αμφίδρομη σχέση αγάπης και εκτίμησης που δημιουργήθηκε μεταξύ του γιατρού και των νησιωτών, για να μας θυμίζει ότι εκτός από τους σκληρούς ναζιστές, υπήρχαν (έστω και αν ήταν πολύ λιγότεροι) και γερμανοί που ήταν άνθρωπιστές και ζούσαν και αυτοί το δικό τους δράμα σ' εκείνο τον απάνθρωπο και σκληρό πόλεμο, για τον οποίο γνώριζαν ότι έφταιγε η δική τους πατρίδα.
Στην αρχή το βιβλίο μου φάνηκε λίγο βαρετό και γλυκερό. Τραβηγμένες οι περιγραφές της φύσης και του δάσους και απλοϊκός διδακτισμός μέσα από τους διαλόγους. Μετά τη μέση όμως αποκτά ενδιαφέρον η ιστορία και κυλά πιο γρήγορα. Τελικό συμπέρασμα: μπορεί να μην ενθουσιάστηκα, αλλά δεν μετάνιωσα που το διάβασα
Η αλήθεια είναι ότι προβληματίστηκα πολύ τι βαθμολογία να δώσω σ' αυτό το βιβλίο που ας σημειωθεί στηρίζεται στην πραγματική ιστορία της Σουζάνας Φαζέκας, μιας μαίας που έδρασε στην Ουγγαρία, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, βοηθώντας στη δολοφονία πολλών δεκάδων, αν όχι εκατοντάδων, ανθρώπων. Ως βιβλίο είναι μεν πράγματι καλογραμμένο και κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι το τέλος, αλλά... θες από επαγγελματική διαστροφή (είμαι συνταξιούχος δικαστής), με ενόχλησε πολύ που η "ηρωίδα" (κατά συρροή δολοφόνος) παρουσιάζεται με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργεί στον αναγνώστη αισθήματα συμπάθειας και κατανόησης.
πολύ ενδιαφέρον και το τρίτο μέρος της τριλογίας "οι δρόμοι της καταιγίδας"
Και φτάσαμε στο τρίτο μέρος της τριλογίας. Με το ίδιο ενδιαφέρον διάβασα και αυτό. Αφορά την Αριάδνη, την κόρη της Ρούσσας και τις περιπλανήσεις της από την Κρήτη στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στην Αδριανούπολη, στο λυτρωτικό τέλος. Κι εδώ με πολύ ωραίο τρόπο ξεδιπλώνονται ιστορικά και κοινωνικά στοιχεία της εποχής (η πανούκλα στον Χάνδακα της Κρήτης, η κοινωνία των Σεφαραδιτών Εβραίων της Θεσσαλονίκης, η άνθηση της υφαντουργίας κλπ).
Το δεύτερο μέρος της αξιόλογης τριλογίας "οι δρόμοι της καταιγίδας"
Με το ίδιο εξαιρετικό ενδιαφέρον διάβασα και το δεύτερο μέρος της τριλογίας "οι δρόμοι της καταιγίδας". Η ιστορία τώρα μεταφέρεται στις ζωές των παιδιών της Ρούσσας, του Ιωάννη και της Αριάδνης. Μέσω της ιστορίας του Ιωάννη, η συγγραφέας καταπιάνεται και με την πειρατεία που τότε ταλάνιζε τη Μεσόγειο και όχι μόνο. Και αυτό το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί.
Η αρχή μιας αξιόλογης τριλογίας (οι δρόμοι της καταιγίδας)
Ένα πολύ ενδιαφέρον μυθιστόρημα που ξετυλίγεται, σαν παραμύθι, αφενός μεν στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη του 16ου αιώνα και αφετέρου στις Οθωμανικές πόλεις Κων/πολη και Αδριανούπολη. Αφορά την περιπετειώδη ζωή της Ρούσσας, μιας Κρητικοπούλας που από το αρχοντικό του πατέρα της, βρέθηκε να πουλιέται σε σκλαβοπάζαρο της Ανατολής. Παρόλο δε που, όπως προανέφερα, η ιστορία της ξετυλίγεται σαν παραμύθι, εντούτοις περιέχει πολλά ενδιαφέροντα ιστορικά και κοινωνικά στοιχεία της εποχής και αναδεικνύει την σκληρότητα της Ενετικής κατοχής. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που απλώς διαβάζεται ευχάριστα. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Αφορά ένα έρωτα μεταξύ ηθοποιών τον οποίο, βέβαια, μυθοποιεί (περιέχει στοιχεία του έρωτα Χορν- Λαμπέτη).
Το βιβλίο αυτό αναφέρεται στην γερμανική κατοχή στη χώρα μας και αποτελεί, τρόπον τινα, συνέχεια του "λιμού" του ίδιου συγγραφέα. Μπορεί όμως να διαβαστεί και αυτόνομα. Μου άρεσε πολύ. Συγκλονιστική περιγραφή. Διαβάστε το.
Το διάβασα με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αναφέρεται στην πιο σκοτεινή περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Αθήνα και πλέκει ωραία τη μυθοπλασία με ιστορικά στοιχεία. Διαβάστε το.
Μου αρέσει ο τρόπος γραφής της Έλενας Ακρίτα. Είναι άμεσος και ευχάριστος. Έχοντας δε περίπου την ίδια ηλικία με τη συγγραφέα, ταξίδεψα νοσταλγικά στην Αθήνα των περασμένων δεκαετιών.
Πρόκειται για ένα συμπαθητικό βιβλίο με την αμεσότητα της γραφής της Έλενας Ακρίτα. Δεν κουράζει η εναλλαγή της διήγησης από πρώτο σε τρίτο πρόσωπο. Το τέλος ανατρεπτικό. Δεν είναι από τα καλύτερα βιβλία της συγγραφέα. Τα τάπερ της Αλίκης αρκετά καλύτερο.
Η ενδιαφέρουσα συνέχεια του βιβλίου "Άλικες σιωπές"
Το βιβλίο, μέσα από μια συγκλονιστική πλοκή, ακολουθεί την πορεία δύο δίδυμων κοριτσιών που γεννήθηκαν μέσα στη φωτιά του εμφυλίου και η μοίρα τις χώρισε. Η μία μεγάλωσε στη Ρουμανία και η άλλη αρχικά στην Ελλάδα, σ' ένα παιδότοπο της Φρειδερίκης και αργότερα στη Νέα Υόρκη. Συναντήθηκαν, ώριμες γυναίκες πια, στις ΗΠΑ. Με αφορμή την ιστορία των κοριτσιών, αλλά και των γονιών τους, παρατίθενται ενδιαφέροντα κοινωνικά και ιστορικά στοιχεία της εποχής. Το συστήνω.
Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που καταπιάνεται με ένα έρωτα σε μια δύσκολη εποχή της Ελλάδας (μεταξική δικτατορία, γερμανική κατοχή, εμφύλιο). Όσον αφορά τον εμφύλιο, προσεγγίζει και τις δύο πλευρές, χωρίς φανατισμό, κάτι που μου άρεσε ιδιαίτερα. Σας συστήνω να το διαβάσετε, όπως και τη συνέχεια του (οι κόρες της βασίλισσας), δεν θα μετανοιώσετε.
Ομολογώ ότι όταν άρχισα να διαβάζω αυτό το βιβλίο, περίμενα ότι θα ήταν ένα απλό ψυχολογικό θρίλερ, όπως π.χ. "το δέμα", "η θεραπεία" κλπ. Όμως είναι καλύτερο. Πιο έξυπνο, πιο δεμένο και κυρίως πιο ευκολοδιάβαστο. Το τέλος ανατρεπτικό.
Ένα βιβλίο υπερτιμημένο. Περιέχει μικρές ευχάριστες, ως επί το πλείστον, ιστοριούλες με απλοϊκά όμως μηνύματα. Μπορεί να διαβάζεται σχετικά ευχάριστα, αλλά δεν θα έλεγα ότι αξίζει να είναι best seller.
Έχοντας υπάρξει και η ίδια Δικαστής (είμαι συνταξιούχος) διάβασα με πολύ ενδιαφέρον αυτό το βιβλίο και δεν απογοητεύτηκα. Είναι φανερό ότι ο συγγραφέας μελέτησε πολύ τις συνθήκες απονομής της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, τα τελευταία 70 χρόνια και συνέθεσε ένα εξαιρετικά ανδιαφέρον μυθιστόρημα που άπτεται και πολύ γνωστών δικαστικών υποθέσεων. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.