Reviews

37

Followers

12

Following

9

Βιβλία

0

Reviews

37

Followers

12

Following

9

Αγαπημένα βιβλία

0

Reviews



Memoirs 1-4

This is the tale of how I met Vanitas. And how we walked together. Of all we gained and lost. And how, at the end of that journey, I would kill him with my own two hands. Μαγικές κατάρες, βαμπίρ, gothic steampunk Παρίσι 19ου αιώνα. To The Case Study of Vanitas είναι μια σειρά που περιέχει όλα σχεδόν τα στοιχεία που κουμπώνουν άψογα στην αισθητική μου. Ο πρώτος αυτός τόμος εισάγει αρκετά γρήγορα κάμποσους χαρακτήρες, στοιχεία πλοκής, γενικές ιδεές και μικρές ματιές στο ευρύτερο lore της σειράς. Σίγουρα καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον σου και να σε μαγνητίσει σε όσα έπονται, παρότι ακόμη είναι αρκετά δύσκολο να καταλάβει κανείς προς τα που θα κινηθεί αυτή η ιστορία. Τα εισαγωγικά tropes δεν είναι τα καθοριστικά tropes πάντα και αυτό ισχύει για τα έργα της Mochijun, των οποίων η πλοκή ανθίζει σε διάφορες ευρηματικές και αναπάντεχες κατευθύνσεις. Ο λόγος που θεωρώ ότι αυτός ο τόμος είναι ένας σχεδόν τέλειος εισαγωγικός τόμος πηγάζει απ' το πόσο καλά δίνονται οι πληροφορίες και η κοσμοπλασία στον αναγνώστη απ' τις πρώτες σελίδες. Το πρώτο κεφάλαιο ξεκινάει με μια φανταστική πρώτη σελίδα που καταφέρνει με 4 προτάσεις να εισάγει ένα κόνσπετ και μια έννοια τόσο κεντρικό στην ευρύτερη ιστορία αλλά και τους χαρακτήρες, που οργανικά όλα τα κομμάτια ενώνονται και πράγματα νοηματοδοτούνται αυτόματα για τα δρώμενα στις επόμενες σελίδες εξαιτίας αυτής της μικροσκοπικής αναδρομικής αφήγησης της μιας σελίδας. Από κει κι έπειτα μεταφερόμαστε σε ένα κόσμο και μας γνωστοποιείται ότι υπάρχουν βαμπίρ - δύο ειδών - και άνθρωποι. Δεν θα μπω καθόλου σε λεπτομέρειες, μα ας πούμε ότι οι τρεις φράξιες δεν τα έχουν καλά. Διαβάστε το οπισθόφυλλο κι έπειτα το ίδιο το Volume 1. Το πιο σημαντικό είναι πως δεν μας είναι εξ' αρχής γνωστό το steampunk υπόβαθρο του έργου. Ξεκινάμε σε έναν σταθμό περιμένοντας ένα μεταφορικό μέσο για το Παρίσι, το οποίο μαγευτικά αποκαλύπτεται να είναι ένα αερόπλοιο κι έπειτα διανθίζεται επιφανειακά η τεχνολογική αισθητική ατμού και παίρνουμε μια γεύση για το τι θα έπρεπε να περιμένουμε απ' το έργο. Είναι φανταστικό όταν φτάνεις σε εκείνο το δισέλιδο σχέδιο μιας ιπτάμενης μηχανής που μοιάζει με πόλη - σχεδόν - γοτθικού ρυθμού και όταν έπειτα οι χαρακτήρες βλέπουν τον ορίζοντα της πόλης του φωτός και των λουλουδιών. Κυρίως, επειδή τα σχέδια της Jun Mochizuki είναι όπως πάντα θεσπέσια, προσεγμένα και πολλαπλών χρήσεων. Μπορεί μια αποδομημένη καρικατούρα να εκφράσει κωμικές στιγμές, ενώ παράλληλα κάθε κομπάρσος στο παρασκήνιο έχει λεπτομερώς σχεδιασμένα ρούχα για να σε απορροφήσει το κλίμα της ατμόσφαιρας. Μπορεί να κάνει τα πάντα, ακόμη και stick figures να δουλέψουν. Το στυλ της είναι τελειοποιημένο και βελτιωμένο απ' τα τέλη του Pandora Hearts και εκεί ήταν ήδη εξαιρετικό. Χαίρομαι τόσο που υπάρχει ένα τόσο καλαίσθητο και στρωτό σχεδίαμα για την πλοκή και τους χαρακτήρες συνδυασμένο με ένα τόσο καλαίσθητο και ζωντανό στυλ σχεδίου. Ελπίζω σε βάθος χρόνου να αξιοποιήσει όλες τους τις δυνατότητες ως έργο και να φτάσει κοντά στα επίπεδα του Pandora Hearts.

1



Οι θεοί του καταραμένου δέντρου 1#

"Αλλά, στην τελική, αυτό είναι η ζωή; Τόσο άσκοπη και μάταιη; Το να κυνηγάω φαντάσματα τουλάχιστον είχε πλάκα." Έχουμε να εξετάσουμε ένα έργο με δύο ιστορίες, παρόμοιας θεματικής και αισθητικής. Και οι δύο παρουσιάζουν ως πρωταγωνιστές φαινομενικά απλούς, καθημερινούς αλλά ανήσυχους ανθρώπους που μπλέκονται σε μυθολογικές περιπέτειες και μέσα απ' αυτό εμείς μπλεκόμαστε σε φιλοσοφικές αναζητήσεις. Στις δυο αυτοτελείς και ασύνδετες αφηγηματικά μεταξύ τους ιστορίες χρησιμοποιούνται πρόσωπα από την ελληνική και νορβηγική μυθολογία αντίστοιχα. Και οι δύο χωρίζονται σε υποκεφάλαια και έχουν περίπου το ίδιο μέγεθος των εξήντα σελίδων, πράγμα που σημαίνει ότι το βιβλίο είναι αρκετά μικρό. Διαβάζεται εύκολα και ευχάριστα, σαν μια μικρή ανθολογία. Νιώθω πως αυτό είναι (και θα χαιρόμουν αν ήταν) το πρώτο από μια σειρά παρόμοιων βιβλίων. Φυσικά, στέκεται και σαν βιβλίο με δυο ιστορίες, αλλά πόσα πολλά θα μπορούσε να είναι ακόμη. Ο κόσμος που χτίζει ο συγγραφεάς συνδυάζοντας φαντασία και φιλοσοφία έχει αρκετό ενδιαφέρον και το μοντέλο θα μπορούσε να επεκταθεί και να βελτιωθεί! Λοιπόν, ας σταματήσω το fanboy speculation για το μέλλον και ας συγκεντρωθώ σε αυτό το έργο. Τι σχέση μπορεί να έχει η λογοτεχνία με τη φιλοσοφία και τι μπορεί να μάθει από αυτή; Αυτή είναι μια ερώτηση που ειπώθηκε από έναν καλό φίλο σε μια παρουσίαση βιβλίου φαντασίας που βρισκόμουν το 2017 και την παραφράζω εδώ, επειδή ταιριάζει. Το βιβλίο αυτό έχει κάποιες επιφανειακές φιλοσοφικές προεκτάσεις, χωρίς να προσπαθεί να περάσει κάποια συγκεκριμένη, θεωρώ, γραμμή προς κάποιο φιλοσοφικό ρεύμα ή κάποια σχολή σκέψης. Πιστεύω ότι και (ανα)γνώστες φυσικής και οντολογικής φιλοσοφίας και καταναλωτές ιστοριών επικής και μυθολογικής φαντασίας μπορούν να απολαύσουν το βιβλίο εξίσου. Τα στοιχεία είναι τόσο όσο ισσοροπημένα μεταξύ τους ώστε να είναι και αρκετά vague και αρκετά ενδιαφέρον το ανάγνωσμα. Παρότι σύντομες και οι δυο ιστορίες έχουν άρτια δομή και σωστό βηματισμό, μοιάζουν ικανοποιητικά ολοκληρωμένες και γεμάτες. Πιο συγκεκριμένα και χωρίς σπόιλερ όπως συνηθίζω... Πού είναι ο Θεός; Μας εγκατέλειψε; Έφυγε για κάπου αλλού; Και αν αυτό συνέβη, μπορούμε να πάμε εμείς εκεί αν Εκείνος δεν έχει σκοπό να γυρίσει; Η πρώτη ιστορία περικλύει μ' έναν τρόπο, κατ' εμέ, το ζήτημα της "επιστροφής στη φύση", που μπορεί να σημαίνει επιστροφή στα παλιά, στη μυθολογία, στο απλούστερο, στο ξέχωρο απ' την αστική ρουτίνα της μοντέρνας ζωής και κοινωνίας. Οι φιλοσοφικές παρυφές μιας τέτοιας αναζήτησης οδηγεί στον Όλυμπο, στο βούνο, όπου ίσως οι Θεοί να βρίσκονται ακόμη περιμένωντας. Μπάλντερ (ή Μπαλντρ ή Baldur ή Baldr κ.τ.τ.). Αν δεν γνωρίζετε κάτι από νορβηγική μυθολογία, μπορώ να πω απλά ότι ο τύπος έχει μια μοναδική αδυναμία ικανή να εκμηδενίσει την αθανασία της θειότητάς του: το γκυ. Και όταν λέω αδυναμία, μιλάω για το ultimate vibe check που έχει ως αποτέλεσμα το Ράγκναροκ (ή Ragnarok ή Ragnarök ή... πιάνετε το νόημα, μιλάω για το τέλος του κόσμου). Όπως καταλαβαίνετε, όλοι λίγο-πολύ περιμένουμε το ίδιο πράγμα να συμβεί ξεκινώντας αυτή την ιστορία. Για αυτό είναι αρκετά καλοδεχούμενες μερικές ανατροπές, τόσο στην τροπή των γεγονότων όσο και στα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Ήταν η αγαπημένη μου συγκριτικά με την πρώτη. Μέχρι στιγμής, όλα φαίνονται τέλεια. Το βιβλίο σαν σύλληψη, ιδέα και πλοκή μου άρεσε πολύ. Το μόνο nitpick που μπορώ να κάνω είναι πως οι ιστορίες που εξερευνήθηκαν ήταν κάπως τετριμμένες και safe σαν settings. Σίγουρα, το δωδεκάθεο και οι Æsir δεν είναι κάτι το εξεζητημένο, πρωτότυπο ή αναπάντεχο... Το έχουμε ξαναδεί. Ωστόσο αυτό είναι απόλυτα οκ, μιας και ο συγγραφέας το παρουσίασε με την δικιά του οπτική, αισθητική και στυλ. Περί ορέξεως, που λέμε. Αλλά, το βιβλίο σαν σύνολο δεν είναι τέλειο. Το μεγαλύτερό μου πρόβλημα βρίσκεται στην απόδοση ή το "τεχνικό" κομμάτι και πρέπει να το επισημάνω. Δεν με ενθουσίασε κανένα κομμάτι του έργου γραμμένο σε α' πρόσωπη αφήγηση. Δυστυχώς, λείπει το νεύρο, ο προσωπικός χαρακτήρας και το προσωπικό σχόλιο (του χαρακτήρα που ομιλεί) που κάνουν μια πρωτοπρόσωπη παρουσίαση των γεγονότων να ξεχωρίσει. Εδώ, το exposition και οι πληροφορίες που θέλει να περάσει ο συγγραφέας γίνονται κάπως άτεχνα δια στόματος των πρωταγωνιστών και συχνά το κείμενο καταλήγει ψυχρό και ξύλινο. Αντί να συμπεραίνουμε πώς οι χαρακτήρες νιώθουν απ' αυτά που σκέφτονται και βιώνουν, μας δηλώνουν πολλές φορές ρητά τις συναισθηματικές καταστάσεις και σκέψεις τους χωρίς διακριτικότητα. Καταλήγουν να σε ενδιαφέρουν περισσότερο τα γεγονότα και όχι τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτά. Αν όλο το βιβλίο ήταν γραμμένο σε μια τριτοπρόσωπη αφήγηση, έστω και πιο abstract ή λυρική, θεωρώ πως θα ήταν απείρως πιο εύληπτο. Συνεχώς έψαχνα να δεθώ με τον ομιλούντα, μα ποτέ δεν έφτασα στο σημείο εκείνο. Η γραφή είναι απόλυτα λειτουργική και ευχάριστη, μα τίποτε το ιδιαίτερο και το ότι το βιβλίο είναι γραμμένο έτσι, το κάνει αυτό πιο εμφανές. Φυσικά, δεν έχω σκοπό να κουνήσω το δάχτυλό μου διδακτικά και να προστάξω κανέναν να αλλάξει πρόσωπα αφήγησης ή να ξαναγράψει το έργο, μα έχω να παρατηρήσω πως το κείμενο θα επωφελούταν να είναι πιο συναισθηματικό, προσωπικό και δεμένο. Πραγματικά θα απογείωνε, ίσως, την ιστορία να υπάρχουν πιο ζωντανοί αφηγητές. Μερικές φορές η αφήγηση κάνει drag, αλλά επειδή οι ιστορίες και τα υποκεφάλαια είναι σύντομα, δεν φαίνεται αυτό τόσο. Επειδή ξέρω ότι είναι δύσκολο πολλές φορές να ξεχωρίσει κανείς πόσο επικριτικό είναι ένα σχόλιο και εύκολα ένα θετικό σχόλιο καθιστά ένα έργο αριστούργημα, ενώ ένα αρνητικό σχόλιο το κάνει αποτρεπτικό... Θα σας το δώσω σχηματικά με βαθμούς που αρέσουν: Αυτό το έργο είναι ένα solid 3.5/5 ή 7-7.5/10 για μένα. Θεωρώ πως θα μπορούσατε να το βρείτε και ακόμη καλύτερο, αν δεν σας πειράζει τόσο η κάπως αδύναμη αφήγηση (γιατί δυστυχώς πέσατε σε άτομο που με α' πρόσωπους αφηγητές πάντα απαιτεί πολλά) ή μπορεί να το βρείτε ακόμη χειρότερο αν σας αρέσουν διαφορετικού είδους πλοκές (γιατί εγώ είμαι sucker για τέτοιες ιστορίες με τέτοιες προεκτάσεις και θα κάνω defend αυτό το κόνσεπτ για πάντα). Σίγουρα ήταν το πιο αδύναμο κομμάτι οι χαρακτήρες και η παρουσίαση αυτών μέσα στα γεγονότα, με την παράσταση να κλέβει το name value που φέρουν τα γνώριμα πρόσωπα και γεγονότα συνδιασμένα με το twist που εισάγει η φαντασία/φιλοσοφία του συγγραφέα. Όπως και να 'χει, αξίζει να διαβάσετε αυτό το βιβλίο: Είναι σύντομο, ευχάριστο, εύπεπτο και με ενδιαφέρουσες προεκτάσεις σε φρεσκοπαρουσιασμένα αν και γνώριμα settings. Ελπίζω να δω κάποια στιγμή, παρόμοια συνέχεια.

0



Not for me

Καλησπέρα, μισώ τον Neil Gaiman ως συγγραφέα. Από τον κύκλο μου ωστόσο, έχω παρατηρήσει ότι είμαι ο μόνος που νιώθει έτσι. Κατά καιρούς έχουν πέσει έργα του στα χέρια μου και αν δεν κάνω λάθος, το Stardust και το American Gods είναι τα δύο βιβλία που έχω διαβάσει ολόκληρα (το τελευταίο με το ζόρι τελείωσα, μόνο και μόνο για να μπορώ να εξηγήσω συγκεκριμένα γιατί δεν μου αρέσει, αν ερχόταν ποτέ αυτή στιγμή, φανταστείτε). Ωστόσο, δεν αρνούμαι σε καμία περίπτωση τους λόγους που μπορεί κανείς να προβάλλει ως θετικά επιχειρήματα γι' αυτό και άλλα έργα του, μα πρέπει να είναι ξεκάθαρο προχωρόντας σε αυτή την άποψη ότι κανένα δείγμα γραφής και φαντασίας του Gaiman δεν με έχει ποτέ κάνει να μην χασμουρηθώ. Το θέμα είναι ότι δεν πρόκειται να αναλύσω εις βάθος αυτό το έργο, διότι δεν χρειάζεται. Οι λόγοι που δεν μου αρέσει το Stardust πηγάζουν απ' τα θεμέλια του ίδιου του βιβλίου, ως προς την γραφή αλλά και την ουσία/φιλοσοφία της ιστορίας και πλοκής. Δεν θα κάνω σποιλς λοιπόν. Αυτό το βιβλίο πολύ θα ήθελε να είναι επιτυχώς ένα "ενήλικο παραμύθι", μια "σκοτεινή παραμυθένια ιστορία για μεγάλους". Κάτι που να θυμίζει τις αφηγήσεις που ακούγαμε μικροί αλλά να είναι προσαρμοσμένο σε αυτά που βλέπουμε μεγάλοι. Αν διαφωνείτε με αυτή μου την αντίληψη για το τι είδους ιστορία προσπαθεί να είναι (ένα dark fantasy που προσπαθεί να βασίζεται σε/να κάνει subvert fairy tale elemets) τότε... Γιατί είναι γραμμένο και παρουσιασμένο έτσι εντός των σελίδων; Δεν θα έφτανα σε σημείο να πω ότι ο Gaiman θεωρεί τον εαυτό του τον χαμένο αδερφό των Grimm, αλλά το παραπάνω εξέλαβα απ' το έργο σαν αισθητική και προσέγγιση. Με αυτό ακριβώς το premise γέμισε το συγγραφικό του όπλο ο Gaiman και πυροβόλησε τον εαυτό του στο πόδι, απ' όπου αιμοράγγησε σε κάθε μια απ' τις 300 περίπου σελίδες. Ο τρόπος γραφής είναι μια απλοϊκή αλλά ταυτοχρόνως ωμή πρόζα. Είναι κάτι που θα έμοιαζε με αφήγηση παραμυθιού που απευθύνεται σε κάθε ηλικία, λογοτεχνικά φτιασμένο ώστε να υποστηρίζει το λογοτεχνικό είδους του φανταστικού φυσικά, χωρίς ωστόσο να παύει να είναι μη-εξεζητημένο. Ταυτόχρονα, αυτός ο τρόπος περιγραφής και αφήγησης είναι ανεπαρκής, βαρετός και ανίκανος να αποδώσει τα "ενήλικα", "σκοτεινά", "ωμά", "edgy" και τα λοιπά στοιχεία αυτής της ιστορίας που προσπαθεί και αποτυγχάνει να σε κάνει να επενδύσεις συναισθηματικά και να τραβηχτείς πίσω νιώθοντας κάτι τύπου "ω, μα που χάθηκε η αθωότητα" ή κάτι τέτοιο. Δεν με τράβηξε κανένα κλίμα και δεν ένιωσα κάποια σύνδεση με τον κόσμο ή ανυσηχία. Είναι ίσως λίγο επιτηδευμένο κιόλας, σαν ύφος, αντί να χτίζει οργανικά μια ατμόσφαιρα. Μπορεί να περάσουν δέκα, για παράδειγμα, σελίδες όπου βρισκόμαστε, αναλύουμε και περιγράφουμε μια σκηνή που κανέναν απολύτως λόγο δεν μας αφορά τόσο για να μας βασανίζει η εξονυχιστική ανάλυση με αυτόν τον τρόπο γραφής ειδικά. Αυτό προφανώς και θα συμβεί με σκηνές και γεγονότα που επικυρώνουν το "ουυ, dark and spooky and unsettling" vibe του έργου, επειδή πρέπει να έχουμε σεξ και βία και αποδόμηση του και καλά παραμυθένιου σέτινγκ κάπως. Αλλά δεν λειτουργεί σωστά μόνο και μόνο επειδή τα δομικά υλικά είναι σκάρτα. Τουλάχιστον εμένα, δεν μου κάνουν. Το ότι αυτή η ιστορία μοιάζει με παραμύθι και κάνει embrace το στοιχείο του αυτό, πανοπλίζει σωστά την ιστορία και πλοκή. Οι χαρακτήρες επίσης είναι τα στερεοτυπικά πρόσωπα παραμυθιού αναπτυγμένα με γνωρίσματα και γοητείες ενός young adult/fantasy βιβλίου. Δυστυχώς, όσο καλή ήταν η θεωρία στην σύλληψη, τόσο απέτυχε στην απόδοση να εκτυλιχθεί στο μέγιστο των δυνατοτήτων του. Ίσως φταίει αυτό το παραμυθένιο mood, όπου δεν χρειάζεται να ξέρουμε τα πάντα για τον κόσμο αλλά να επικεντρωθούμε σε μια ιστορία κι ένα δίδαγμα, μα... απλά το world building είναι τόοοοοσο basic, χλιαρό και άνευρο. Καταλαβαίνω πως κατά κόρον ασχολούμαστε με μια ιστορία αγάπης και ένα βασικό endgame με ανταγωνιστικές φιγούρες (το τέλος είναι κάπως flat επίσης, μα γενικώς δεν έχω ιδιαίτερα θέματα με την πλοκή... την θεωρώ απλά μέτρια προς καλή) όμως πραγματικά λυπάμαι που περάσαμε από τόσα μέρη και είδαμε τόσα πράγματα στο βιβλίο και κανένα δεν με τράβηξε. Ειλικρινά, με το που άφησα το βιβλίο κάτω δεν μπορούσα να θυμηθώ το 60% των πληροφοριών γι' αυτόν τον κόσμο, είτε επειδή το lore δεν υπήρχε, είτε επειδή το βιβλίο δεν με έκανε να νοιαστώ ή και τα δύο μαζί. Αυτό που θυμάμαι πιο έντονα απ' αυτή την ιστορία μετά από τόσα χρόνια που το διάβασα, είναι ότι απλά δεν θυμάμαι ακριβώς με τι είχε να κάνει (στη ουσία και κοσμολογία του). Έχουμε λοιπόν ένα παραμυθένιο σέτινγκ με σκοτεινά στοιχεία, ανεπαρκές world building, decent χαρακτήρες κι επιπλέον μια πλοκή που ακολουθεί ένα linear path από κορυφώσεις αλλά δουλεύει μια χαρά για την ιστορία που θέλει να πει. Βέβαια, είναι εξαιρετικά προβλέψιμο ακόμη και στις λεπτομέρειές του, αλλά δεν με πειράζει (γιατί θεωρώ ότι ακολουθεί εσκέμμενα αυτή τη φόρμα με σκοπό να την παρουσιάσει απ' την οπτική του συγγραφέα. Αποτυγχάνοντας για μένα, βέβαια). Όλα αυτά με τη γραφή του Gaiman που εμένα δεν με συγκινεί, ειδικά σε αυτό το βιβλίο (να τονίσω ότι το έχω διαβάσει στα αγγλικά). Δεν θεωρώ ότι καταφέρνει να είναι ένα σκοτεινό παραμύθι για ενήλικους και δεν θεωρώ ότι απευθύνεται σε αυτό το κοινό. Ίσως να μπορούσε να το απολαύσει ένα μικρό παιδί, νιώθοντας ότι έκανε κάποια ζαβολιά, όπως όταν ακούγαμε μια βρισιά μικροί και χαζογελάμε επειδή ξέραμε ότι δεν ήταν εντελώς οκ που ερχόμασταν σε επαφή με μια "κακή λέξη". Έτσι ακριβώς νιώθω γι' αυτό το βιβλίο. Καταλαβαίνω γιατί θα άρεσε σε πολλούς σαν έργο, μα ελπίζω να εξήγησα κι εγώ γιατί απλά το θεωρώ forgettable, μέτριο και απλά... Not for me. Δεν είναι ένα κακό βιβλίο per se, μα σε καμία περίπτωση δεν είναι κι ένα καλό βιβλίο.

1



Fingersmith

“Words… they seduce us in darkness and the mind clothes and fleshes them.” Με λίγα λόγια, μπορείτε να διαλέξετε αν αυτό το βιβλίο είναι για σας μόνο και μόνο αν αναφέρω μερικές λέξεις που ανταποκρίνονται σε όσα θα βρείτε στις σελίδες του: LGBTQ romance (lesbian), κακοποίηση (συναισθηματική και ψυχολογική), βικτοριανή εποχή (παρουσιασμένη με πλήρη σχεδόν ακρίβεια), αισθητική κλασσικών έργων (φόροι τιμής), τεράστια πλοκή (κάμποσα pov) και αργός βηματισμός (600 σελίδες και θα τις νιώσεις όλες). Όλα αυτά μπορεί να είναι και θετικά και αρνητικά. Πάνω απ' όλα, θα έλεγα ότι θα έπρεπε να είναι αναμενόμενα αν έχετε επαφή με την συγγραφέα. Ο τρόπος που είναι παρουσιασμένη αυτή η ιστορία σε ~600 σελίδες είναι λίγο περίεργος... Έχουμε δύο μέρη και τρία ουσιαστικά πρωταγωνιστικά πρόσωπα που μοιράζονται το επίκεντρο της πλοκής. Αυτό σε γενικές γραμμές αποδίδει καλά τον βηματισμό που υποθέτω ότι επιδίωκε η συγγραφέας για μια τέτοια ιστορία και προσωπικά δεν με πείραξε το ότι τα γεγονότα κυλάνε σχετικά αργά και χτίζεται κάμποσο υπόβαθρο πριν τις κορυφώσεις. Οι κορυφώσεις ωστόσο δεν είναι τόσο σημαντικές όσο θα περίμενα. Τα plot twists δεν είναι ακριβώς ανατροπές και δεν σοκάρουν, γιατί χτίζονται με τρόπο που εγώ, τουλάχιστον, τις περίμενα, ενώ παράλληλα ένιωθα ότι έπρεπε να με επηρεάσουν περισσότερο. Υπάρχουν και άλλα μικρά σημεία, που δεν θα αποκαλούσα λάθη ή τρύπες απαραίτητα, τα οποία αφήνουν μια πικρή γεύση. Αλλά το βιβλίο είναι τόσο μεγάλο και έχει τόσα να προσφέρει ως ένα λεσβιακό δράμα εποχής (γιατί αν κρατήσεις την ουσία, αυτό είναι) που είναι εύκολο να μην με πειράζουν μικρά πταίσματα. Η δουλειά στους χαρακτήρες είναι φανταστική, ωστόσο πρέπει να προειδοποιήσω ότι το βιβλίο μπορεί να φανεί σκληρό σε κάποιους ή υπερβολικά λεπτομερές σε κάποιους άλλους. Για μένα, δεν καταλήγει ποτέ υπερβολικά γραφικό, πρόστυχο ή επιτηδευμένο. Ωστόσο, εξαρτάται ξεκάθαρα απ' τα γούστα και τις συνήθειες του καθενός. Να θυμίσω ότι μιλάμε για ένα βικτοριανής εποχής δράμα, οπότε φυσικά και θα έπρεπε να θες να διαβάσεις κάτι gritty, raw, industrial και ένα blooming low-class romance-esque story. Αν ξέρετε τι περιμένετε και έχετε διαβάσει/δει κάτι παρόμοιο, άλλα έργα της ίδιας ή γενικά στο ίδιο σέτινγκ, νιώθω ότι οι περισσότερες πιθανότητες πέφτουν στο να μην φανεί ότι ξεπεράστηκε κάποιο όριο. Εγώ θα διάβαζα βιβλίο βικτοριανής εποχής ό, τι κι αν ήταν, αυτό όμως το ξεχωρίζω ως ένα απ' τα καλύτερα, πιο ιδιαίτερα και που μάλλον δεν θα μπορείτε να συγκρίνετε με κάτι παρόμοιο, αν το επιλέξετε.

0



Χάσιμο χρόνου

Αυτή η πραγματεία, δεν είναι καν πραγματεία. Είναι σαν απομαγνητοφώνηση μιας παλιότερης ομιλίας του Ράμφου. Αυτό δεν είναι κάτι που ο ίδιος προσπαθεί να κρύψει, μα παρουσιάζοντάς το ως τέτοιο, με ποιον ακριβώς τρόπο μας ζητάει να το κρίνουμε; Έχει νόημα να πω πως τα επιχειρήματα που υποτίθεται ότι υπάρχουν στο δοκίμιο (;) αυτό δεν έχουν χώρο να ανασάνουν και να δημιουργήσουν μια μη-συγκεχυμένη κριτική/θέση πάνω σε κάτι όντως χειροπιαστό και όχι κάτι που αποτελεί απάντηση σε "ράδιο αρβύλα" τύπου θεωρήσεις; Ή απλά η απάντηση θα είναι πως για αυτό που είναι, είναι ένα καλό κείμενο γιατί δεν προοριζόταν να είναι κάτι καλύτερο; Όπως και να 'χει, γίνεται μια προσπάθεια εξίσωσης της οικονομικής κρίσης με μια ευρύτερη ηθική κρίση και κατ επέκταση σχεδόν οντολογικά ορμόμενη παρακμή εστιασμένη στην μοντέρνα ελληνική νοοτροπία. Η οποία άσχετα από στατιστικά στοιχεία και αντικειμενικά επιχειρήματα, παρουσιάζεται με συγκεκριμένο τρόπο μυωπικά για να κοπλιμεντάρει το ευρύτερο στόχο του κειμένου. Έννοιες και όροι παρουσιάζονται ως ρυθμιστικές αρχές, πραγματολογικές αντιρρήσεις που πηγάζουν και καταλήγουν σε στερεοτυπικές απεικονίσεις του "μοντέρνου έλληνα", ελλιπείς παρουσιάσεις και τοποθετήσεις σε ζητήματα (όπως του ησυχασμού) και ανασκευαστικά επιχειρήματα. Ακόμα και αν όσα λέει ο Ράμφος είναι σωστά και δίκαια, δεν τα υποστηρίζει σοβαρά στο κείμενο και το νόημα χάνεται. Για να προσπαθήσω να μείνω στο θέμα του χρόνου μέσα απ' όλα όσα ανοίγονται στο κείμενο, αποκόμισα το εξής προσωπικά: Η αντίληψη του χρόνου δεν είναι αφ’ εαυτή και καθ’ εαυτή προβληματική, αλλά αυτό το επιχείρημα και ο αντίλογος, μένουν μετέωρα σ' αυτό το κείμενο.

0



Kan't

Η κριτική της κριτικής δύναμης είναι ένα αναγκαστικό χάσιμο χρόνου τόσο για τους καντιανούς, όσο και για τους μη/αντι-καντιανούς και μάλιστα για τους ίδιους λόγους.

0



Poppy War

Ωραία, λοιπόν... Αυτό το βιβλίο δεν είναι για όλους και θα εξηγήσω ΧΩΡΙΣ ΣΠΟΙΛΕΡΣ επιγραμματικά τι περιέχει και τι όχι. Πριν απ' αυτό όμως, θέλω να πω ότι είμαι κάπως διχασμένος... Είναι ένα βιβλίο που αν το περιέγραφες ως υποτιμημένο, θα συμφωνούσα. Αν το περιέγραφες ως υπερτιμημένο, πάλι θα συμφωνούσα. Παρουσιάζει αρκετά φρέσκα πράγματα, μα αυτά δεν είναι αρκετά για να το αποκαλέσω εξαιρετικό. Επειδή τολμά να ακολουθήσει μια πεπατημένη με ιδιαίτερο τρόπο, δεν σημαίνει ότι έχει βρει την ταυτότητα και τα πατήματά του στο 100% Μιας και είναι το πρώτο βιβλίο, περιμένω η ιστορία να ανθίσει ως το τέλος της τριλογίας. Όπως και να χει, για μένα αυτό ήταν το βιβλίο της χρονίας που βγήκε όμως στο είδος που υπηρετεί! Το προτείνω λοιπόν, γιατί είναι μια ιδέα και ένα στυλ που αξίζει να ακουστεί και να διαβαστεί κατ' εμέ. Μοιάζει με YA romance τυπικά πράγματα, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. Υπάρχει φαντασία και μαγεία (σαμανικού τύπου και μπλέκονται και θεοί και... όπιο) και υπάρχει και ένα μιλιταριστικό σχολείο, ΑΛΛΑ δεν υπάρχει ρομάντζο σαν κύριος άξονας της πλοκής. Επειδή υπάρχει "σχολείο" δεν συνεπάγεται ότι υπάρχει και μια άμαθη νεαρά παρέα με έναν ερωτεύσιμο ανώτερο που τα φτιάχνουν μέσα στα επόμενα 2 βιβλία. Αν ψάχνετε αυτό και η περιγραφή του Poppy War σας ξεγέλασε, step back. Όλα αυτά γίνονται σε ένα τύπου φανταστικό, τύπου alternate history κόσμο βασισμένο στην πιο μοντέρνα ιστορία της Κίνας και πιο συγκεκριμένα στον Β΄ Σινοϊαπωνικό Πόλεμο. Εάν αυτό σας λέει κάτι, καλησπέρα, περάστε και καθίστε, αυτό το βιβλίο είναι για σας. Εάν όχι, το βιβλίο δεν πρόκειται να σας διδάξει ιστορία και μάλλον θα εκλάβετε τα όσα γίνονται ως πιο πρωτότυπα απ' όσο πραγματικά είναι (στο μέτρο που μιλάμε για γεγονότα). Το βιβλίο είναι βίαιο και σκληρό με ενήλικες θεματικές. Υπάρχει παντού και συνέχεια όπιο (που έχει τη δικιά του σημασία για την περίοδο της εποχής), βία, μάχες, πόλεμος, βιασμοί και όλα αυτά τα καλά πράγματα. Είναι ένα χρονικό πολέμου στη βάση του και οι άξονες του βιβλίου έχουν να κάνουν με πόλεμο. ΩΣΤΟΣΟ, το βιβλίο δεν είναι (για τα δικά μου δεδομένα) γραφικό, τρομακτικό, αποκρουστικό ή shock value dependent. Αν έπρεπε να το περιγράψω κάπως, θα έλεγα ότι μοιάζει με το The Last Airbender ή το Dragon Prince μπασταρδεμένο με την σκοτεινή αισθητική μιας σειράς όπως The Last Kingdom ή Tudors. Έχει να κάνει με πολιτικά παιχνίδια, πόλεμο, μαγεία και χαρακτήρες που αναπτύσσονται. Θεωρώ πως οι χαρακτήρες είναι ένα δυνατό χαρτί, μα ίσως ένα τσακ πιο αδύναμοι απ' το ευρύτερο σέτινγκ. Βέβαια, ξαναλέω πως, μιλάμε για σειρά βιβλίων και δεν προτιμώ να κρίνω χαρακτήρες, arc και plot points προτού τελειώσει η σειρά. Προτείνω το βιβλίο όμως, ως ένα διάλειμμα απ' τα standard YA/Fantasy βιβλίας ίδιου τύπου και ως ένα αυτόνομα καλό βιβλίο για κάποιον που δεν είναι τόσο σχετικός με το τι κυκλοφορεί γενικά.

0



Poppy War

Ωραία, λοιπόν... Αυτό το βιβλίο δεν είναι για όλους και θα εξηγήσω ΧΩΡΙΣ ΣΠΟΙΛΕΡΣ επιγραμματικά τι περιέχει και τι όχι. Πριν απ' αυτό όμως, θέλω να πω ότι είμαι κάπως διχασμένος... Είναι ένα βιβλίο που αν το περιέγραφες ως υποτιμημένο, θα συμφωνούσα. Αν το περιέγραφες ως υπερτιμημένο, πάλι θα συμφωνούσα. Παρουσιάζει αρκετά φρέσκα πράγματα, μα αυτά δεν είναι αρκετά για να το αποκαλέσω εξαιρετικό. Επειδή τολμά να ακολουθήσει μια πεπατημένη με ιδιαίτερο τρόπο, δεν σημαίνει ότι έχει βρει την ταυτότητα και τα πατήματά του στο 100% Μιας και είναι το πρώτο βιβλίο, περιμένω η ιστορία να ανθίσει ως το τέλος της τριλογίας. Όπως και να χει, για μένα αυτό ήταν το βιβλίο της χρονίας που βγήκε όμως στο είδος που υπηρετεί! Το προτείνω λοιπόν, γιατί είναι μια ιδέα και ένα στυλ που αξίζει να ακουστεί και να διαβαστεί κατ' εμέ. Μοιάζει με YA romance τυπικά πράγματα, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. Υπάρχει φαντασία και μαγεία (σαμανικού τύπου και μπλέκονται και θεοί και... όπιο) και υπάρχει και ένα μιλιταριστικό σχολείο, ΑΛΛΑ δεν υπάρχει ρομάντζο σαν κύριος άξονας της πλοκής. Επειδή υπάρχει "σχολείο" δεν συνεπάγεται ότι υπάρχει και μια άμαθη νεαρά παρέα με έναν ερωτεύσιμο ανώτερο που τα φτιάχνουν μέσα στα επόμενα 2 βιβλία. Αν ψάχνετε αυτό και η περιγραφή του Poppy War σας ξεγέλασε, step back. Όλα αυτά γίνονται σε ένα τύπου φανταστικό, τύπου alternate history κόσμο βασισμένο στην πιο μοντέρνα ιστορία της Κίνας και πιο συγκεκριμένα στον Β΄ Σινοϊαπωνικό Πόλεμο. Εάν αυτό σας λέει κάτι, καλησπέρα, περάστε και καθίστε, αυτό το βιβλίο είναι για σας. Εάν όχι, το βιβλίο δεν πρόκειται να σας διδάξει ιστορία και μάλλον θα εκλάβετε τα όσα γίνονται ως πιο πρωτότυπα απ' όσο πραγματικά είναι (στο μέτρο που μιλάμε για γεγονότα). Το βιβλίο είναι βίαιο και σκληρό με ενήλικες θεματικές. Υπάρχει παντού και συνέχεια όπιο (που έχει τη δικιά του σημασία για την περίοδο της εποχής), βία, μάχες, πόλεμος, βιασμοί και όλα αυτά τα καλά πράγματα. Είναι ένα χρονικό πολέμου στη βάση του και οι άξονες του βιβλίου έχουν να κάνουν με πόλεμο. ΩΣΤΟΣΟ, το βιβλίο δεν είναι (για τα δικά μου δεδομένα) γραφικό, τρομακτικό, αποκρουστικό ή shock value dependent. Αν έπρεπε να το περιγράψω κάπως, θα έλεγα ότι μοιάζει με το The Last Airbender ή το Dragon Prince μπασταρδεμένο με την σκοτεινή αισθητική μιας σειράς όπως The Last Kingdom ή Tudors. Έχει να κάνει με πολιτικά παιχνίδια, πόλεμο, μαγεία και χαρακτήρες που αναπτύσσονται. Θεωρώ πως οι χαρακτήρες είναι ένα δυνατό χαρτί, μα ίσως ένα τσακ πιο αδύναμοι απ' το ευρύτερο σέτινγκ. Βέβαια, ξαναλέω πως, μιλάμε για σειρά βιβλίων και δεν προτιμώ να κρίνω χαρακτήρες, arc και plot points προτού τελειώσει η σειρά. Προτείνω το βιβλίο όμως, ως ένα διάλειμμα απ' τα standard YA/Fantasy βιβλίας ίδιου τύπου και ως ένα αυτόνομα καλό βιβλίο για κάποιον που δεν είναι τόσο σχετικός με το τι κυκλοφορεί γενικά.

0



Poppy War

Ωραία, λοιπόν... Αυτό το βιβλίο δεν είναι για όλους και θα εξηγήσω ΧΩΡΙΣ ΣΠΟΙΛΕΡΣ επιγραμματικά τι περιέχει και τι όχι. Πριν απ' αυτό όμως, θέλω να πω ότι είμαι κάπως διχασμένος... Είναι ένα βιβλίο που αν το περιέγραφες ως υποτιμημένο, θα συμφωνούσα. Αν το περιέγραφες ως υπερτιμημένο, πάλι θα συμφωνούσα. Παρουσιάζει αρκετά φρέσκα πράγματα, μα αυτά δεν είναι αρκετά για να το αποκαλέσω εξαιρετικό. Επειδή τολμά να ακολουθήσει μια πεπατημένη με ιδιαίτερο τρόπο, δεν σημαίνει ότι έχει βρει την ταυτότητα και τα πατήματά του στο 100% Μιας και είναι το πρώτο βιβλίο, περιμένω η ιστορία να ανθίσει ως το τέλος της τριλογίας. Όπως και να χει, για μένα αυτό ήταν το βιβλίο της χρονίας που βγήκε όμως στο είδος που υπηρετεί! Το προτείνω λοιπόν, γιατί είναι μια ιδέα και ένα στυλ που αξίζει να ακουστεί και να διαβαστεί κατ' εμέ. Μοιάζει με YA romance τυπικά πράγματα, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. Υπάρχει φαντασία και μαγεία (σαμανικού τύπου και μπλέκονται και θεοί και... όπιο) και υπάρχει και ένα μιλιταριστικό σχολείο, ΑΛΛΑ δεν υπάρχει ρομάντζο σαν κύριος άξονας της πλοκής. Επειδή υπάρχει "σχολείο" δεν συνεπάγεται ότι υπάρχει και μια άμαθη νεαρά παρέα με έναν ερωτεύσιμο ανώτερο που τα φτιάχνουν μέσα στα επόμενα 2 βιβλία. Αν ψάχνετε αυτό και η περιγραφή του Poppy War σας ξεγέλασε, step back. Όλα αυτά γίνονται σε ένα τύπου φανταστικό, τύπου alternate history κόσμο βασισμένο στην πιο μοντέρνα ιστορία της Κίνας και πιο συγκεκριμένα στον Β΄ Σινοϊαπωνικό Πόλεμο. Εάν αυτό σας λέει κάτι, καλησπέρα, περάστε και καθίστε, αυτό το βιβλίο είναι για σας. Εάν όχι, το βιβλίο δεν πρόκειται να σας διδάξει ιστορία και μάλλον θα εκλάβετε τα όσα γίνονται ως πιο πρωτότυπα απ' όσο πραγματικά είναι (στο μέτρο που μιλάμε για γεγονότα). Το βιβλίο είναι βίαιο και σκληρό με ενήλικες θεματικές. Υπάρχει παντού και συνέχεια όπιο (που έχει τη δικιά του σημασία για την περίοδο της εποχής), βία, μάχες, πόλεμος, βιασμοί και όλα αυτά τα καλά πράγματα. Είναι ένα χρονικό πολέμου στη βάση του και οι άξονες του βιβλίου έχουν να κάνουν με πόλεμο. ΩΣΤΟΣΟ, το βιβλίο δεν είναι (για τα δικά μου δεδομένα) γραφικό, τρομακτικό, αποκρουστικό ή shock value dependent. Αν έπρεπε να το περιγράψω κάπως, θα έλεγα ότι μοιάζει με το The Last Airbender ή το Dragon Prince μπασταρδεμένο με την σκοτεινή αισθητική μιας σειράς όπως The Last Kingdom ή Tudors. Έχει να κάνει με πολιτικά παιχνίδια, πόλεμο, μαγεία και χαρακτήρες που αναπτύσσονται. Θεωρώ πως οι χαρακτήρες είναι ένα δυνατό χαρτί, μα ίσως ένα τσακ πιο αδύναμοι απ' το ευρύτερο σέτινγκ. Βέβαια, ξαναλέω πως, μιλάμε για σειρά βιβλίων και δεν προτιμώ να κρίνω χαρακτήρες, arc και plot points προτού τελειώσει η σειρά. Προτείνω το βιβλίο όμως, ως ένα διάλειμμα απ' τα standard YA/Fantasy βιβλίας ίδιου τύπου και ως ένα αυτόνομα καλό βιβλίο για κάποιον που δεν είναι τόσο σχετικός με το τι κυκλοφορεί γενικά.

0



Novel?

"The Case of Charles Dexter Ward", ένα αρκετά ιδιαίτερο βιβλίο στην καριέρα και βιβλιογραφία του H.P. Lovecraft. Λίγο background check: Αυτό είναι το μοναδικό έργο του Lovecraft που είναι μεγαλύτερο από νουβέλα. Είναι κανονικό βιβλίο. Ουάου, ε; Επίσης είναι ένα έργο που ο Lovecraft ποτέ δεν ήθελε να εκδωθεί και δεν το επιδίωξε. Έφτασε στα χέρια μας μετά τον θάνατό του. Οπότε, γράφτηκε κάπου πριν το 1930 και κάπου στο 1940 βρήκε έντυπη μορφή. Άρα ο συγγραφέας το μισούσε; Δίκαια ή άδικα; Χμ... Λοιπόν, αυτό που μπορώ να πω γι' αυτό το βιβλίο είναι πως ΔΕΝ πρόκειται να αρέσει σε κάποιον που ήδη δεν του αρέσει ο Lovecraft. Αυτό το βιβλίο είναι σαν κορύφωση όλων όσων έχει χτίσει με προηγούμενα έργα ο συγγραφέας: Dark, occult, cosmic horror, etc. θεματικές σε μια απόμερη τοποθεσία με αυτά τα συγκεκριμένα αρχέτυπα χαρακτήρων και το βάρος πέφτει στον τρόμο του υπαρκτού και μη. Αν δεν σου αρέσει αυτό, μην ασχοληθείς με αυτό το βιβλίο ποτέ. Είναι μια πιο μεγάλη λαβκραφτιανή ιστορία. Είναι σαν όλες τις άλλες ιστορίες όμως; Δηλαδή, είναι απλά όπως μια σύντομη ιστορία αλλά με περισσότερες λέξεις; Όχι ακριβώς. Έχει τη δομή βιβλίου και επιτυχώς, μα συμβαίνει κάτι διαφορετικό σ' αυτό το βιβλίο... Δεν είναι αρκετά μεγάλο. Περιλαμβάνει plot points και ιδέες που δεν έχουν χρόνο να ανασάνουν και να αναπτυχθούν ως το τέλος του βιβλίου. Δεν είναι 100% refined σαν έργο, αλλά και πάλι βγάζει νόημα. Θα μπορούσε να ήταν πολύ καλύτερο και στρωτό εάν ο Lovecraft είχε ξαναδουλέψει αυτό το draft και δεν το είχαμε βίαια σύρει απ' τη βιβλιοθήκη του για έκδοση μα... ακόμη κι έτσι, είναι ένα οκ βιβλίο. Χτυπάει όλα τα καλά στοιχεία της γραφής και της μυθοπλασίας του συγγραφέα. Εκμεταλλεύται αρκετά την τοποθεσία και το γενικότερο setting όμως σε άριστο βαθμό, ώστε να καταντάει εντελώς πιστευτό το πού είμαστε και το τι βλέπουμε να γίνεται. Τα γνωστά κονσεπτς, έστω και συγκεχυμένα, βρίσκονται εδώ άθικτα. Σχεδόν ό, τι μπορείτε να φανταστείτε ότι θα έγραφε ο HPL είναι εδώ παραδόξως. Απλά δεν είναι τόσο optimized και μπορεί να φανεί λιγότερο ευχάριστο στους αναγνώστες των υπόλοιπων ιστοριών.

0



Αέναη Μάχη 1#

Πόσο έχω αργήσει σε αυτό το πάρτι και είναι ακόμη οι πόρτες ανοιχτές; Λυπάμαι ειλικρινά που μόλις τώρα κάθομαι να γράψομαι μερικά λόγια για ένα βιβλίο, το οποίο έχω εδώ και χρόνια στη βιβλιοθήκη μου (στην βιβλιοθήκη κάποιου άλλου αυτή τη στιγμή βασικά, γιατί είναι ένα απ' τα βιβλία που θα μοιραζόμουν για να μυήσω κόσμο στη λογοτεχνία του φανταστικού). Ναι, προφανώς είναι ένα βιβλίο φαντασίας, μα είναι κάπως ιδιαίτερο. Μοιάζει περισσότερο με ένα σκοτεινό παραμύθι. Όχι επειδή καταλήγει ζοφερό και απαισιόδοξο (αντιθέτως!), αλλά επειδή η δομή έχει κάτι το αθώο και μαγευτικό και μπερδευτικό. Η πρωταγωνίστρια ρίχνεται σε ένα rabbit hole ενός μυστηριώδους κόσμου και εμείς ακολουθούμε στα τυφλά μαζί της. Γίνονται διάφορα πράγματα και βλέπουμε διάφορα σκηνικά όπου δεν είναι ξεκάθαρο γιατί ή πώς είναι ή κατέληξαν τα πράγματα έτσι, οπότε εμπιστευόμαστε απλά το έντσικτο της ηρωίδας, τα λόγια των συμπρωταγωνιστών και την πένα της συγγραφέως. Ευτυχώς, η Κάτια έχει πολλά να προσφέρει στην ιστορία ως πρωταγωνίστρια κιόλας! Μπορεί να μοιάζει με αρνητικό και παράπονο που το αναφέρω έτσι και ως ένα βαθμό είναι: Θα ήθελα περισσότερη και πιο στρωτή κοσμοπλασία. Ωστόσο, καταφέρνει να παρουσίασει εξαιτίας αυτού όλα τα μέρη, τα πλάσματα και τα πρόσωπα με μια αύρα μυστηρίου που δεν μπορεί παρά να σε τραβήξει και να σου κινήσει τα ενδιαφέρον. Για να κάνουν όλα όσα είπα έναν κύκλο και να βγάλουν νόημα, μοιάζει με παραμυθιακό μυστήριο κι ας έχει η ιστορία ένα εντελώς ενήλικο θέμα και διακύβευμα. Επειδή μάλιστα πρόκειται για σειρά και όχι μόνο ένα βιβλίο, μπορώ να πω ότι στη συνέχεια ο κόσμος απελευθερώνεται περισσότερο και όσα μου έλειπα ή με χάλασαν εδώ μπήκαν σε μια σειρά στη συνέχεια. Λες και πήγαμε απ' το άγνωστο γενικό στο συγκεκριμένο ειδικό. Όπως ξέρετε, δεν θέλω να μιλάω με σπόιλερς, οπότε θα αποφύγω αναλυτικές ερμηνείες και παρουσιάσεις όσων θα βρείτε στις σελίδες. Οφείλω να τονίσω ότι είναι ένα αρκετά καλογραμμένο βιβλίο, με μια ενδιαφέρουσα πλοκή και χαρακτήρες που την πλαισιώνουν άρτια. Είναι ένα ευχάριστο ανάγνωσμα και πέρα απ' τις μικρές λεπτομέρειες που θα έβρισκαν ως πταίσματα μερικοί, δεν υπάρχει τίποτα που να σαν αποτρέψει απ' την ανάγνωση αυτού του έργου και της συνέχειάς του. Είναι επίσης ένα απ' τα πρώτα και πολύ αγαπημένα δείγματα ελληνικής φαντασίας αυτού του τύπου και αποτελεί σίγουρα ένα καλό παράδειγμα για να πάρουμε ως σημείο για την εξέλιξη του είδους, του χώρου, των βιβλίων και της γραφής της συγγραφέως (πιο συγκεκριμένα). Προτείνω σίγουρα να το διαβάσετε κάποια στιγμή και να προσχωρήσετε στο επόμενο της σειράς!

2



Ιστορίες της γιαγιάς Ιτιάς

Υπαίθριοι θρύλοι; Ιστορίες από την παράδοση; Αφηγήσεις από τα παλιά μετουσιωμένα σε λογοτεχνικές ιστοριούλες; Όλα αυτά μαζί. Κάνουμε λόγο μια αξιόλογη καταγραφή και συνάμα λογοτεχνική δημιουργία. Να μην ξεχνάμε πως πρόκειται όμως για μια ανθολογία με συγκεκριμένο θέμα, που δεν είναι για όλους. Προσφέρει ακριβώς αυτό που υπόσχεται, τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Και αυτό που παρουσιάζει, το παρουσιάζει πολύ καλά.

1



Τα χαζά μπούτια

Ίσως η επιτομή μιας ανάλαφρης συλλογής διηγημάτων. Είναι δομημένο όπως ακριβώς θεωρώ θα έπρεπε να είναι ένα τέτοιο έργο. Διάφορες ιστορίες, με ποικιλία θεμάτων, χαρακτήρων και περιστάσεων. Μα όλα με έναν τόνο ευχάριστο, που να μπορείς να το διαβάσεις όποτε και όπου θες και να το προτείνεις στον καθένα. Χωρίς αυτό να μειώνει την αξία του κειμένου και του συγγραφέα.

0



Το κιβώτιο

Νομίζω πως επιδέχεται παραπάνω αναγνώσεις από μία και δεν συνηθίζω να το σκέφτομαι αυτό για βιβλία. Τόσο επειδή πρόκειται για μια έξοχη ιστορία, όσο εξαιτίας του τρόπου που παρουσιάζεται: Μέσω ενός αφηγητή που ανασκευάζει τα λεγόμενά του εξιστορώντας μια ιστορία που μονάχα ο ίδιος γνωρίζει πώς συνέβη πραγματικά. Από την αρχή ως το τέλος, η εξέλιξη και η έκβαση της πλοκής δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης της αξίας αυτού εδώ του βιβλίου.

0



Η πόλη των βαμπίρ

Η Πόλη των Βαμπίρ (πρωτότυπος τίτλος La Ville Vampire, 1875) πρόκειται για ένα έργο του Γάλλου λογοτέχνη Paul Féval. Ο Féval έχει παίξει σημαντικό ρόλο τόσο στη γαλλική μυθοπλασία της εποχής του όσο και της ευρύτερης εξέλιξης του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος. Δεν θα ασχοληθούμε με την εργογραφία του όμως, μα με το συγκεκριμένο βιβλίο που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Ars Nocturna, με την Αμαλία Δεράου να αναλαμβάνει τη μετάφραση και τη Μαρία Γιακανίκη την εισαγωγή και τις σημειώσεις. Θα πρέπει να σταθώ στην εισαγωγή, την οποία θεωρώ εξαίρετη. Πήρα αυτό το βιβλίο θέλοντας να διερευνήσω τη γοτθική λογοτεχνία και τα μυθοπλαστικά βαμπίρ της εποχής και η εισαγωγή προσφέρει με το παραπάνω την ιστορική αναδρομή και θέτει το πλαίσιο όπως χρειάζεται. Όλες οι πληροφορίες για την εξέλιξη της γοτθικής λογοτεχνίας, τη μορφή του βαμπίρ στη μυθοπλασία και τους ισχυρότερους εκπροσώπους ανά τις εποχές, είναι χρήσιμες, ενδιαφέρουσες και καλογραμμένες. Οι σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου που εξηγούν κι επεξηγούν διάφορους όρους, πρόσωπα, ονόματα και καταστάσεις στην ιστορία του Féval επίσης είναι εξαιρετικά χρήσιμες και προσεγμένες. Τόσο οι πρώτες όσο και οι τελευταίες σελίδες του βιβλίου προσφέρουν αρκετές πληροφορίες που είναι εξίσου χρήσιμες σε κάποιον που πρώτη φορά έρχεται σε επαφή με το είδος, το συγγραφέα και το κλίμα της εποχής και των βιβλίων, όσο και σε κάποιον που θέλει να διαβάσει κάτι πιο εξειδικευμένο και συγκεκριμένα ψάχνει μια καλή μετάφραση του Féval. Στο βασικό κείμενο, την ίδια την ιστορία που παρουσιάζει ο Féval, δεν θα πω πολλά. Είναι ένας μικρός θησαυρός όπου είναι συγκεντρωμένα όλα σχεδόν τα κλισέ, τα αρχέτυπα, οι τρόποι και οι κοινές αναφορές που είχαν τέτοιου είδους βιβλία εκείνες τις εποχές, πόσο μάλλον εκείνα της A. Radcliffe για την οποία ο Féval τρέφει ιδιαίτερη… συμπάθεια. Φροντίζει να σατιρίζει και να επικρίνει με τον τρόπο του το στυλ αυτό που συναντά ως αναγνώστης των συναδέλφων του, μα ταυτόχρονα αποδεικνύει ότι μπορεί κι ο ίδιος να γράψει μια τέτοια ιστορία, που να μπορεί να σταθεί σαν σοβαρό βιβλίο. Καταφέρνει και τα δύο, σε κάποιο ενδιάμεσο βαθμό. Είναι μια υπερβολική απεικόνιση και δεν είναι αντιπροσωπευτική του είδους, μα είναι άξιο λόγου ο τρόπος που έχει στηθεί το όλο εγχείρημα. Είναι ένα σημαντικό ανάγνωσμα γιατί προσφέρει συμπυκνωμένα πολλά χρόνια και πληροφορίες γύρω από το είδος με τρόπο που είναι ευχάριστος και εν τέλει, καλός σαν ατόφιο κείμενο. Φυσικά, συμπληρώνεται καταλλήλως από την εισαγωγή που είναι απαραίτητη και η μετάφραση είναι αξιέπαινη. Το προτείνω σε όσους θέλουν να ξεκινήσουν από κάπου αλλά και σε όσους ψάχνουν μια άρτια μετάφραση.

0



Haruhi 4#

Το τέταρτο μέρος της σειράς Light Novel του Nagaru Tanigawa είναι ίσως το καλύτερο και αποτελεί ένα υποδειγματικό σημείο αναφοράς της Light Novel κουλτούρας και του τρόπου διάρθρωσης μιας σπονδυλωτής πλοκής, πατώντας στο δρώμενα του προηγούμενου βιβλίου, κάνοντας το Endless Eight του επόμενου να αποκτήσει σημαντικότερη βαρύτητα και χαρίζοντάς μας υπόβαθρο για το έβδομο βιβλίο. Είναι αρκετά μικρό σε έκταση και εντελώς γραμμικό στην πλοκή του. Έχει βέβαια να κάνει με ταξίδι στον χρόνο, μα εννοώ ότι δεν είναι χωρισμένο σε σύντομες ημί-αυτοτελείς ιστορίες όπως συνήθως. Έχω μια προδιάθεση να μου αρέσουν τα Χριστουγεννιάτικα έργα και εδώ το έχουμε στο περίπου αυτό. Ωστόσο, δεν είναι απλά και μόνο αυτός ο λόγος που το λατρεύω. Διαδραματίζεται στα μέσα Δεκεμβρίου και υπάρχουν ετοιμασίες για την παραμονή των Χριστουγέννων. Πολύ περισσότερο απ' αυτό όμως, η ιστορία αυτή παραλληλίζει με έναν τρόπο το A Christmas Carol του Dickens και ίσως ακόμη και το It's a Wonderful Life (την ταινία του Capra). Ενέχει ένα feel-good μήνυμα, όχι ακριβώς ένα ηθικό δίδαγμα ή μια αλλαγή χαρακτήρα ή ένα νόημα που απορρέει απ' το εορταστικό πνεύμα. Έχει να κάνει με την συνειδητοποίηση των όσων έχεις και ίσως δεν αντιλαμβάνεσαι. Αυτά που θεωρούμε δεδομένα (έξυπνο που χρησιμοποίησα τη λέξη "δεδομένα", ε;). Και απ' την άλλη, αυτά που μας ευχαριστούν αλλά και δυσαρεστούν. Αυτά τα οποία μπορεί ένας άλλος να τα βλέπει εντελώς διαφορετικά από μας, μα δεν μπήκαμε στον κόπο να μπούμε στη θέση του. Και αν είχες την ευκαιρία να τα αλλάξεις όλα, τι θα έκανες; Τι θα κρατούσες; Τι θα άλλαζες; Τι έχει πραγματικά σημασία για σένα αν σου πέσει η ευθύνη; Η Haruhi, εξαφανίστηκε. Τίποτα δεν είναι περίεργο. Όλα και όλοι είναι κανονικοί, εννοώντας φυσιολογικοί. Και ο Kyon είναι ο μόνος που το αντιλαμβάνεται και καλείται να λύσει το τι συμβαίνει. Ταυτόχρονα είναι ο μόνος που πάντα ήθελε αυτό να συμβεί και να βρει την ησυχία του. Οι διαφορετικές εκδοχές των χαρακτήρων, όσο σύντομα και αν εμφανίζονται, είναι θεσπέσια δοσμένες. Το όλο σκηνικό, premise, setting και ο βηματισμός της πλοκής είναι τόσο όσο πρέπει. Δεν με ενθουσιάζει το ταξίδι στον χρόνο, ειδικά όπως συνηθίζουμε να το βλέπουμε στα βιβλία αυτά, μα εδώ δεν με πείραξε τόσο. Ήταν και η πρώτη φορά που βλέπαμε κάτι σε τέτοια κλίμακα και η μικρή αποκάλυψη/ανατροπή ήταν καλοδεχούμενη. Όλα είναι κυκλικά και αλληλοεξαρτώμενα και αυτό δεν είναι κακό. Το βιβλίο επικεντρώνεται στον Kyon, του οποίου ο χαρακτήρας εξελίσσεται και αποκτά γερά, τα πιο γερά που θα μπορούσε, θεμέλια για όλο το υπόλοιπο έργο. Είναι πραγματικά θαυμάσιος ο μονόλογος και η αποφάσεις που παίρνει, όχι αναθεωρώντας κάτι, μα για πρώτη φορά με το να παραδέχεται αυτό που πάντα ξέραμε στον εαυτό του. Μένει ένα αισιόδοξο και (ναι, οκ) κάπως Χριστουγεννιάτικο μήνυμα στο τέλος: Ότι υπάρχουν κάποιες σταθερές, που είναι τα πράγματα που αγαπάς και δεν μπορείς να κάνεις δίχως αυτά. Όσες κορυφές και βούρκους κι αν περάσεις, όταν κάτι σε γεμίζει εξαρτάσαι από αυτό και εξαρτάται από σένα αυτό. Σε έναν κόσμο που όλοι είναι Kyon και παραπονιούνται που δεν είναι Haruhi ή που υπάρχει κάποια σαν την Haruhi, το βιβλίο αυτό μας θυμίζει ότι είναι αρκετό να είσαι Kyon για να καθορίζεις όπως σου αρέσει τη ζωή σου. Ό, τι και αν είναι αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι τελικά.

0



Την Κυριακή έχουμε γάμο

Μιλάμε για ένα νοσταλγικά γλυκόπικρο ταξίδι, όχι για ένα χαρμόσυνο γεγονός στην ουσία του, μιας και δεν υπάρχει πραγματικά γάμος. Έχει ήδη συμβεί, εδώ και χρόνια. Αλλά ένας ηλικιωμένος με άνοια, πεπεισμένος ότι πρέπει να παρευρεθεί στον γάμο, εξαφανίζεται και κινεί για εκεί. Και το «εκεί», είναι ο τόπος που μεγάλωσε ο Γιάννης Ξανθούλης. Είναι ένα ταξίδι σε μια διαφορετική εποχή, για πολλούς λόγους. Ένα πισωγύρισμα, μια κλεφτή ματιά προς τα πίσω και φυσικά, προς τα εμπρός. Και όλα αυτά, υπό το πρίσμα μιας έξοχα ατμοσφαιρικής και μελαγχολικής πλοκής.

0



Το βιβλίο της Κατερίνας

Το έργο αυτό του Αυγουστου Κορτώ είναι ένα εξαιρετικά ρεαλιστικό, βαθύτητα εξομολογητικό και αφοπλιστικά καλό στην παρουσίαση του θέματος που πραγματεύεται. Η παρουσίαση της ζωής και του θανάτου της μητέρας του συγγραφέα ξετυλίγεται με αριστουργηματικό τρόπο, ειδικά επειδή μοιάζει να χτίζει χαρακτήρες και ταυτόχρονα να τους απομυθοποιεί πλήρως μέχρι την ουσία της ανθρώπινης υπόστασης που έχουν ως άτομα πέρα από τις σελίδες ενός βιβλίου. Είναι ένα σκληρό βιβλίο, ακόμα και στο ύφος και το λεξιλόγιο, μα μία λογοτεχνική κατάθεση ψυχής κατά κάποιον τρόπο που τελικά, σε αφορά κι εσένα ίσως.

0



Όταν θα βγαίνουν τα λιοντάρια, φίλησέ με

Αυτό που με τραβάει τόσο στο συγκεκριμένο εξαιρετικό έργο δεν είναι η χρήση της σύγχρονης Αθήνας στη μοντέρνα εποχή σαν υπόβαθρο και κινητήρια δύναμη για την εκτύλιξη της πλοκής. Είναι το τι μπορείς να αποκομίσεις αν γενικεύσεις το νόημα, τους χαρακτήρες και την ιστορία σε ένα πλαίσιο πέραν των στενών ορίων μιας χώρας που βιώνει μια πολυποίκιλη κρίση μια συγκεκριμένη εποχή. Είναι έργο που μπλέκει άριστα τον ωμό κυνικό ρεαλισμό με τον πολυπόθητο ρομαντισμό, χωρίς ουδεμία επιτήδευση. Είναι μια πρωτότυπη ιστορία, δυνατό σημείο της οποίας η επικαιρότητα, μα που ξεφεύγει συνάμα από το σκηνικό που θέτει για να περάσει, πάντα μέσω μιας ταιριαστής γραφής, ένα νόημα λυτρωτικό.

0



Φιλοδοξίες Κήπου

Το “Φιλοδοξίες Κήπου” πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων με πρωταγωνιστές διάφορους και διαφορετικούς χαρακτήρες, από διαφορετικά μέρη και χρονικές περιόδους και με ποικίλες εξομολογητικές παραδοχές να προκύπτουν μέσα απ’ τις ιστορίες τους. Αυτό είναι και το κοινό στοιχείο που ενώνει τις ιστορίες θεματικά μεταξύ τους: Μια είδους εξομολόγηση, ή καλύτερα ομολογία και παραδοχή, με την ειλικρίνεια που μόνο ένας εσωτερικός μονόλογος έχει περί των κρυφών σκέψεων, στάσεων, επιθυμιών, φιλοδοξιών που ίσως συναντάς στο βάθος κάθε ανθρώπου. Καταλήγει χλιαρό σαν σύνολο, μα έχει να σε απασχολήσει στον χρόνο που θα αφιερώσεις. Διαβάζεται ευχάριστα και χωρίς να είναι ακριβώς ανάλαφρο, είναι απ' αυτά που διαβάζονται χαλαρά.

0



Το Αγγελόκρουσμα

Στις πρώτες σελίδες του πεζογραφήματος αυτού βρίσκεις την εξής φράση: «Μνήμη Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη», που μπορεί να είναι αρκετά δηλωτικό για το περιεχόμενο του έργου που ακολουθεί. Ο Θωμάς Κοροβίνης έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής και παρουσίασης της ιστορίας μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό και τοπικό πλαίσιο, με ευχάριστα και αξιοσημείωτα ηθογραφικά και λαογραφικά κείμενα σαν αποτέλεσμα. Το συγκεκριμένο βιβλίο, είναι κάτι το λίγο διαφορετικό. Ένας μονόλογος, ως τις τελευταίες στιγμές. Χωρίς να καταντά μακάβριος, μα ίσως λυτρωτικός. Δεν είμαι σίγουρος αν καταφέρνει αυτό που ξεκινά να πετύχει σαν ιστορία. Είναι μια αφήγηση που θα μπορούσε να σταθεί σαν θεατρικό μονόπρακτο και αυτό προσδίδει μια ιδιόρρυθμη ζωντάνια και χαρακτήρα στην αίσθηση που έχεις διαβάζοντας και δεν μου φάνηκε τόσο καταθλιπτικό, μα βασανίζεται από κάτι το επιτηδευμένο.

0



Art in the blood

Αυτό είναι το καλύτερο κακό πρώτο βιβλίο σειράς που έχω διαβάσει ποτέ. Μπορεί εύκολα να σε αποθαρρύνει απ' το να διαβάσεις τα υπόλοιπα, αναλόγως τι περιμένεις πιάνοντας στα χέρια σου ένα βιβλίο που τιτλοφορείται A Sherlock Holmes Adventure. Προσωπικά, προτείνω τα έργα της MacBird. Τα επόμενα βιβλία, είναι πολύ καλύτερα μάλιστα (τη στιγμή που το γράφω αυτό, διαβάζω το δεύτερο και μπορώ να το πω αυτό συγκριτικά). Δεν θεωρώ ότι αξίζει το συγκεκριμένο έργο να προσπεραστεί ωστόσο. Τα θετικά στοιχεία είναι ότι το έγκλημα, το μυστήριο και το αστυνομικό κομμάτι έχουν ενδιαφέρον. Δεν είναι κάτι που θα έργαφε ο Doyle, δεν ταιριάζει ακριβώς στη Βικτωριανή αισθητική και περίοδο που θέλει να υποστηρίξει και οι χαρακτήρες είναι και δεν είναι σωστά δοσμένοι. Κάτι επίσης ενδιαφέρον είναι ότι η ιστορία παρουσιάζεται ως κάτι που είχε γράψει ο Watson και η συγγραφέας μας το παρουσιάζει ανασκευάζοντας τα χειρόγραφα. Πολύ φρέσκια προσέγγιση, που δίνει άλλον αέρα στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση του Watson, χωρίς να απαίτει συγκρίσεις. Έχει ένα πρόβλημα ταυτότητας σαν έργο. Είναι μια περίεργη μίξη και επανεξέταση του κλασικού Sherlock, με μοντέρνα ματιά, μα χωρίς να προσπαθεί να τον εκμοντερνίσει ακριβώς. Φαν των έργων του Doyle και που έχουν παράλληλα δει τις άλλες εκδοχές του ήρωα (σε άλλα βιβλία, μικρή και μεγάλη οθόνη κτλ.) θα καταλάβουν τι εννοώ. Πέρα απ' αυτό, είναι μια ιστορία με τον Sherlock. Μία απ' τις μέτριες ιστορίες με τον Sherlock. Αλλά σαν βιβλίο, γράψιμο και παρουσίαση, δεν έχει κάτι που να το κάνει αισχρό. Το πόσο καλό είναι, εξαρτάται απ' το πόσο φανατικός Σερλοκιανός είναι ο αναγνώστης και τι προσδοκίες έχει δημιουργήσει πριν ανοίξει το έργο.

0



Παρενέργειες 1#

Πάνω απ' όλα, αυτό το βιβλίο είναι ένα εξαιρετικό δέιγμα κειμένου γραμμένο από δύο άτομα. Δεν είναι ούτε στο ελάχιστο φανερό ότι γράφτηκε από δύο διαφορετικά άτομα. Αν δεν υπήρχε στον τίτλο και δεν είχε δύο βιογραφικά, δεν νομίζω να το είχα καταλάβει ποτέ. Είναι αξιοθαύμαστο και μη-ερμηνέυσιμο για μένα πως συνέβη να υπάρχει τέτοια χημεία στο γράψιμο, μα υπάρχει. Από κει και πέρα, η γραφή του είναι εντάξει. Υπάρχουν αρκετά σημεία που θα μπορούσαν να έχουν καλύτερη απόδοση, λιγότερες επαναλήψεις και μια πιο στρωτή διαχείριση, μα υπάρχει ροή, όμορφες περιγραφές και κάποιες δυνατές αφηγήσεις. Νιώθω ότι κυριαρχούν ζητήματα με τον βηματισμό της πλοκής. Δεν υπάρχει απαραίτητα κάποια κοιλιά, μα το ενδιαφέρον δημιουργήθηκε για μένα στο τέλος της μέσης και την αρχή της κλιμάκωσης της ιστορίας. Και αυτό το λέω με μια μικρή επιφύλαξη γιατί δεν είναι τόσο ξεκάθαρα δομημένο το pacing της αρχής-μέσης-τέλους. Στο περιεχόμενο τώρα, η ιστορία παρουσιάζει διάφορα στοιχεία που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε απίθανα plot points, αργότερα. Σε κάποιο άλλο βιβλίο. Εδώ πέφτουν θεμέλια. Απ' τη μία, κατάφερε να μου τραβήξει το ενδιαφέρον αρκετά ώστε να νοιάζομαι. Απ' την άλλη, ως θρίλερ δεν κατάφερε να με τρομάξει. Ως επιστημονική φαντασία, δεν κατάφερε να με βυθίσει τόσο στο είδος. Ως αισθηματικό, γιατί υπάρχει και κάτι απ' αυτό, δεν κατάφερε να με κερδίσει αρκετά. Όλα όσα γίνονταν στην πλοκή μέχρι να περάσουμε το μεγαλύτερο μέρος των σελίδων ήταν λίγο χλιαρά προς ενδιαφέροντα. Έπειτα από αρκετές σελίδες, η ιστορία παίρνει τα πάνω της. Είμαι πιο ανυπόμονος για το επόμενο βιβλίο απ' όσο ήμουν για αυτό διαβάζοντας. Ωστόσο, οι ιδέες που παρουσιάζει είναι ενδιαφέρουσες. Και σαν προοπτικές και στο πως αποδίδονται. Η ατμόσφαιρα εδραιώνεται (σιγά-σιγά) και οι χαρακτήρες παίζουν τους ρόλους τους και μπορείς να τους συμπαθήσεις ή αντιπαθήσεις. Τα plot twists, αν και μερικά αδύναμα, υπάρχουν και σε κρατάνε σε μια εγρήγορση. Οι συγγραφείς σίγουρα έχουν φαντασία και μπορούν να γράψουν. Νιώθω ότι μπορούν και καλύτερα και περιμένω τη συνέχεια. Ίσως αν είχα όλη τη σειρά των βιβλίων μπροστά μου να διαβάσω μεμιάς, να μην μου φαινόταν κάπως σαν "αργή εισαγωγή" αυτό το βιβλίο. Μα ακόμη κι έτσι, δεν είναι ένα κακό δέιγμα ιδιαίτερης επιστημονικής φαντασίας.

0



Ατροφικές Συνειδήσεις

Δεν τα πάω καλά με την ποίηση. Δύσκολα μου αρέσουν ποιήματα. Σπάνια τα καταλαβαίνω. Πολύ περισσότερο, απ' την πλευρά του γραφιά, δεν μπορώ να τα αξιολογήσω τεχνικά. Σίγουρος δεν είμαι καλός στο να "κρίνω" ποιήματα. Ωστόσο, μου αρέσουν οι δημιουργικοί άνθρωποι και οι δημιουργικές προσπάθειες, ειδικά όταν καταλήγω να βρίσκω κάτι ελκυστικό στα δημιουργήματα αυτά. Δεν μπορώ να περιγράψω επακριβώς γιατί μου άρεσε αυτή η ποιητική συλλογή, όμως κομμάτια της με τράβηξαν πολύ. Κι αυτό είναι αρκετό για μένα. Η πένα της Γιοβάνογλου είναι απ' τα λίγα δείγματα σύχρονης ελληνικής ποίησης που έχω ξεχωρίσει και οφείλω να την προτείνω σε σχετικούς και μη του είδους.

0



Μαρκοβάλντο

Αυτό το βιβλίο έχει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που διάβασα απόσπασμα έργου και ένιωσα την ανάγκη να αγοράσω ολόκληρο το έργο. Έπειτα, ήρθα αντιμέτωπος με 20 ιστορίες, βασισμένες στην εποχή και στην ιδιαίτερη κοινωνική κριτική μέσα από μιας μαγικής, heartwarming και εν τέλει feelgood περιπέτεια. Δεν είναι ένα τόσο βαθύ ή ιδιαίτερο βιβλίο όσο άλλα του Calvino, μα δεν έχει σημασία. Αυτό το βιβλίο με έκανε πάνω απ' όλα να νιώσω ότι περνάω όμορφα. Είναι διασκεδαστικό. Και, επίσης, είναι εύκολο. Είναι τόσο απλό να περάσεις τόσο καλά διαβάζοντας όσο 20 σύντομες ιστορίες στη ζωή του Μαρκοβάλντο. Ένιωσα ότι, ξέρεις κάτι, μπορώ κι εγώ να γράψω. Θέλω κι εγώ να γράψω βιβλία. Θέλω κι εγώ να περνάω το πιο απλά συναισθήματα μέσα από κείμενα. Μπορώ να προσπαθήσω κι εγώ; Αυτό ένιωσα διαβάζοντας Μαρκοβάντο και είναι ένα αριστούργημα.

0



Το κοράκι

Μιλώντας για την εύλογα επιμελημένη εκδοχή του βιβλίου χωρίς περιττές σελίδες. Νόμιζα πως θα ήταν δύσκολο να βρω ποιό βιβλίο του King θα έπαιρνε 10 αστέρια, μα τελικά δεν ήταν καθόλου. Απ' τα πρώτα βιβλία που σκέφτηκα ήταν το The Stand, παρότι ίσως άργησα να το προσθέσω και να γράψω γι' αυτό. Είναι ένα έργο που αγγίζει το αριστούργημα όσον αφορά το είδος της φαντασίας, μυστηρίου και τρόμου που μου αρέσει να βλέπω σε βιβλία. Νιώθω πως δεν έχει νόημα να ασχοληθώ με την πλοκή τέτοιων βιβλίων, είναι σχεδόν ανεξίτηλα στην πορεία του συγγραφέα και του είδους. Όποιος ξέρει, ξέρει. Όποιος δεν ξέρει, αναγκαστικά θα το διαβάσει κάποτε αν διαβάζει King ή ποτέ αν δεν του αρέσει αυτή η γραφή. Δεν είναι ζήτημα να πείσω κάποιον ή να προτείνω σε κάποιον αυτό το βιβλίο. Αξιώνω ότι όλοι θα έπρεπε να το διαβάσουν, γιατί είναι απ' τα αγαπημένα μου και καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει, μα δεν πρόκειται να αναλύσω το γιατί βασισμένος στην πλοκή και γράψιμο. Αυτό το βιβλίο είναι σκοτεινό. Είναι σκοτεινή φαντασία. Είναι μυστήριο. Τρομακτικό μυστήριο. Είναι μια μίξη όλων των στοιχείων που ο King δίνει άλλοτε διάχυτα, άλλοτε συγκρατημένα, άλλοτε πετυχημένα και άλλοτε όχι, σε όλα τα έργα του. Είναι ένα αρκετά συγκεντρωμένο βιβλίο, με μια πλοκή που ταυτόχρονα έχει αρκετές απ' τις θεματικές που επαναλαμβάνει ο King (γκουχ, θρησκεία, γκουχ) και επίσης παρεκκλίνει απ' την 'ασφαλή νόρμα΄ με τις επιλογές των χαρακτήρων που απαρτίζουν το καστ. Πετυχαίνει πολλά πράγματα, τόσο με την ανάπτυξη των χαρακτήρων έως την κορύφωση της ιστορίας, όσο και με την ατμόσφαιρα που χτίζει. Το setting του βιβλίου μοιάζει στερεοτυπικό και πάνω που νομίζεις ότι κάπου το έχεις ξαναδεί, ο King κάνει ενδιαφέρουσες στροφές ή ρίχνει το βάρος σε επιμέρους ζητήματα που δεν θα περίμενες σε ένα δυστοπικό/αποκαλυπτικό έργο. Όλα τα στοιχεία ισορροπούν και είναι τόσο όσο για να μένει ενδιαφέρον. Να σε κάνει να ζητάς παραπάνω, μα να είσαι και καλυμμένος αν δεν πάρεις όσα φαντάζεσαι. Είναι αρκετά ωμό, κυνικό και grounded, παρότι πραγματεύεται υπερφυσικά και μυστήρια ζητήματα. Είναι επίσης ένα απ' τα λίγα βιβλία που με έκαναν να φτάσω κοντά στο να τρομάξω και δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ αυτό. Υπήρχαν στιγμές που ανησυχούσα. Ένιωθα άβολα διαβάζοντας και για το τι είχε η επόμενη σελίδα, σε συγκεκριμένα σημεία μάλιστα που δεν το περίμενα ή φανταζόμουν. Όλοι οι χαρακτήρες τσαλακώνονται και εξελίσσονται φρικαλέα σχεδόν. Όλα περνούν από ένα φίλτρο υποβόσκοντος τρόμου. Και το ενδεχόμενο τέλος της ανθρωπότητας δεν είναι καν το πιο τρομακτικό διακύβευμα, μα το ποιοί και πώς είναι οι παρόντες κάτοικοι. Αυτό το συναίσθημα, είναι που δεν θα ξεχάσω ποτέ και πάντα θα κάνει το βιβλίο να επιστρέφει στο νου μου.

3



Ερασιτέχνες Δολοφόνοι

Όταν πήρα αυτό το βιβλίο στα χέρια μου είπα στον συγγραφέα "Μην περιμένεις να το διαβάσω σύντομα". Καθώς απ' τη μία διαβάζω αργά και απ' την άλλη έχοντας να κάνω με μια συλλογή ιστοριών μυστηρίου, μια ανθολογία αν θέλετε, περίμενα να πάρω το χρόνο μου με τις αυτοτελείς ιστορίες. Από τότε, δεν έχει περάσει ούτε εβδομάδα και να που είπα τελικά άθελά μου ψέματα και βρίσκομαι να γράφω αυτό εδώ το κείμενο. Θεωρώ πως ο λόγος που με τράβηξε τόσο το κείμενο ώστε να το διαβάζω αδιάκοπα είναι η ικανότητα του συγγραφέα να εισάγει στις ιστορίες την αμφιβολία. Είναι αμφίβολο, στα πλαίσια της κάθε ιστορίας με διαφορετικό τρόπο φυσικά, τι είναι αλήθεια, τι ψέμα, τι πραγματικό, τι μεταφυσικό, τι κρυμμένο μυστήριο και τι μας κοιτάζει στα μάτια. Σίγουρα λοιπόν πετυχαίνει να βιδώνει βαθιά ένα αίσθημα ανησυχίας και "παθητικής αγωνίας" αν μπορώ να το πω έτσι. Δεν είναι ότι καρδιοχτυπούσα για την τύχη κάποιου χαρακτήρα ή με σόκαρε μια σκηνή, μα με περιέβαλλε η ατμόσφαιρα και με οδήγησε γλυκά και αγωνιωδώς στην έκβαση της κάθε ιστορίας. Στηρίζεται για μένα στο ατμοσφαιρικό, οργανικό μυστήριο, στον μύθο του κάθε αποσπάσματος παρά στην πιο αστυνομική πλοκή, με κατεύθυνση προς την επίλυση και εξήγηση κάποιου γεγονότος/φαινομένου. Και αυτά τα γράφω ως πολύ πολύ θετικά. Με δυο λόγια, πρόκειται για οκτώ ιστορίες μυστηρίου με κοινή θεματική τον θάνατο. Δεν θα ήθελα να μπω σε λεπτομέρειες για το πως, ποιος και γιατί ωστόσο γιατί θα ήταν κρίμα. Είναι αυτοτελείς, αν και υπάρχει μια κάποια αμυδρή συνοχή κάποιων ιστοριών. Πάντως, δεν είναι κεντρική ιδέα που ενώνει συνεκτικά όλο το έργο ένας κοινός αφηγητής που καταλήγει στο τέλος να αποκαλύπτεται όπως βλέπουμε συχνά. Εδώ η κάθε ιστορία μπορεί να σταθεί και μόνη και να διαβαστεί, θεωρώ, με οποιαδήποτε σειρά. Θεωρώ πως ίσως η σειρά θα έπρεπε να είναι και λίγο διαφορετική. Μιλώντας για τις ιστορίες, όπως σε κάθε συλλογή ιστοριών και ανθολογίες, άλλες ιστορίες θα είναι καλύτερες και άλλες χειρότερες. Θα είμαι ειλικρινής και θα πω πως οι πρώτες δύο δεν με ενθουσίασαν. Η πρώτη μου φάνηκε τόσο στη θεματική όσο στο πως εξελίσσεται αρκετά... τετριμμένη. Σα να έχω διαβάσει και δει και ακούσει και ξέρω από κάπου ήδη αυτού του είδους την ιστορία, αυτό το μοτίβο. Η δεύτερη νομίζω ότι κράτησε πολύ περισσότερο απ' όσο χρειαζόταν, μιας και ήταν έκδηλο το τι συνέβαινε απ' την αρχή σχεδόν και θεωρώ τράβηξε υπερβολικά για να φτάσει σε ένα λίγο πολύ αναμενόμενο και χλιαρό τέλος. Εδώ να τονίσω πως, μπορεί να εκφράζω μια κάποια δυσαρέσκεια για τις δύο αυτές ιστορίες, μα δεν σημαίνει πως είναι κακά κείμενα. Πάντα μιλάω σε σχέση με τις υπόλοιπες, που εκτινάσσονται απότομα κατά τη γνώμη μου. Η τρίτη, τέταρτη και πέμπτη ιστορία μου άρεσαν απ' την αρχή ως το τέλος, τόσο σε ύφος, μορφή, δομή και ιδέα. Και το ότι είναι αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους μα ενώνονται στο κοινό συναίσθημα του μυστηρίου (που όπως ανέφερα στην αρχή διέπει όλο το βιβλίο) τις κάνει τόσο διαφορετικές μα και τόσο συγγενικές. Κι αυτό είναι πανέμορφο. Η έκτη, η μεγαλύτερη σε έκταση και μάλλον καλύτερη ιστορία. Η καρδιά του βιβλίου θα έλεγα εγώ, το πιο ατόφιο για μένα δείγμα του "τι είδους ιστορίες λέει ο Λευτέρης Μπούρος;" Αν κάποιος είχε αμφιβολίες ή ήθελε ένα δείγμα γραφής του συγγραφέα, ξεκάθαρα θα του πρότεινα την έκτη ιστορία. Αν κάποιος ήθελε μια καλή σε όλα τα επίπεδα ιστορία μυστηρίου, πάλι θα του πρότεινα την έκτη ιστορία. Αν κάποιος δεν διάβαζε γενικώς τέτοιου είδους μυστήριο, θα του έδινα την έκτη ιστορία για να τον μεταπείσω. Η έβδομη είναι μια έξυπνη και αρκετά καλή ιστορία φαντασμάτων(;) στο στρατό, σα να λέμε ένα πολύ καλό, φρέσκο και μεστό "reindition" της λίγο-πολύ γνωστής ιστορίας "Η Σκοπιά της Γριάς", ενώ η όγδοη είναι η πιο σύντομη και "μοντέρνα" ιστορία, χωρίς ωστόσο να έχει κάτι να ζηλέψει απ' τις υπόλοιπες. Οι ιστορίες ήταν οχτώ. Κι εγώ τελειώνοντας το βιβλίο έμεινα με την εξής σκέψη: Θα μπορούσα να διαβάσω οχτώ, ογδόντα και οχτακόσιες τέτοιες ιστορίες απ' τον Λευτέρη Μπούρο με μεγάλη ευχαρίστηση.

0



Διάδοχοι 2#

Πριν συνεχίσετε την ανάγνωση της άποψής μου για το βιβλίο «Διάδοχοι: Το Δάκρυ της Νεράιδας» θα ήθελα να αναφέρω πως όσα πω ίσως να και θα περιέχουν spoilers για το περιεχόμενο του βιβλίου σε κάποιο βαθμό, ειδικά στις τελευταίες παραγράφους. Θα το καταλάβετε. Επιπλέον, όσα ξεκινήσω εδώ συμπληρώνουν όσα γράφω στο σχόλιό μου για το πρώτο μέρος της σειράς «Διάδοχοι: Η Πληγή του Δράκου» και, προφανώς, αυτή είναι άποψή μου έχοντας διαβάσει και τα δύο βιβλία τη στιγμή που την γράφω. Ο εναλλακτικός τίτλος θα ήταν «Ο Αλέξης παραδόξως εκθειάζει ένα βιβλίο σε 1273 λέξεις» Η αλήθεια είναι πως το περίμενα να μου αρέσει πολύ το Δάκρυ της Νεράιδας. Νιώθοντας ήδη μια σύνδεση απ’ το πρώτο βιβλίο με τη φυλή της νεράιδας και θέλοντας να τη δω παραπάνω, αναμένοντας τη συνέχεια της ιστορίας, την εξέλιξη των χαρακτήρων και τη διεύρυνση του κόσμου, ήμουν ενθουσιασμένος. Ήδη απ’ το εξώφυλλο και τις πρώτες σελίδες ήξερα ότι δύσκολα θα απογοητευόμουν. Ταυτόχρονα όμως, περίμενα με αυστηρότητα να συμβούν πράγματα. Έχοντας υψηλές προσδοκίες απ’ το πρώτο βιβλίο, περίμενα πολλά μπαίνοντας στο δεύτερο. Για να καταλάβετε πόσο απόλαυσα αυτό το βιβλίο, πρέπει να σας εξομολογηθώ κάποια πράγματα για μένα. Διαβάζω αργά. Είμαι αργός αναγνώστης και μπορεί να μου πάρει αρκετό καιρό να τελειώσω ένα βιβλίο. Οι ρυθμοί μου μπορεί να είναι αργοί, μα δεν ξεχνάω ποτέ τίποτε και μου είναι εύκολο να μπαίνω στο κλίμα αναλόγως των ορέξεων μου, οπότε δεν με ενοχλεί. Επίσης, δύσκολα μπλέκομαι συναισθηματικά με βιβλία. Οι φορές που έχω δακρύσει, τρομάξει, ανακουφιστεί ή θυμώσει με βιβλία είναι μετρημένες σε λίγα δάκτυλα. Ίσως μου φταίει το μέσο, μα δύσκολα παρακινούμαι τόσο συναισθηματικά όσο κι αν ασχολούμαι ή απολαμβάνω μια ιστορία. Είναι ασυνήθιστο λοιπόν για μένα να διαβάσω «γρήγορα» ένα βιβλίο, τελείωσα όμως το Δάκρυ της Νεράιδας μέσα σε τρεις μέρες, διαβάζοντας ένα μέρος του κάθε μία μέρα. Κυρίως επειδή δεν μπορούσα να διακόψω την ανάγνωση. Είναι επίσης ασυνήθιστο να «ασχολούμαι συναισθηματικά» με μια ιστορία βιβλίου, αλλά λίγο πριν το τέλος του βιβλίου σίγουρα κατάφερε να με συγκινήσει. Ο λόγος που δέθηκα τόσο με το βιβλίο είναι ο τρόπος που κατάφερε όλα όσα περίμενα να δω να πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα απ’ το πρώτο βιβλίο να παίρνουν ζωή με έναν τρόπο που ταίριαξε επακριβώς μ΄ αυτό που λατρεύω να διαβάζω. Είναι μερικές φορές λες και δεν γίνεται τίποτε άμεσα σημαντικό, μα ακόμη κι αυτό είναι τόσο ενδιαφέρον. Δεν ξέρω αν το εξηγώ σωστά, μα η κάθε λεπτομέρεια μου έδινε κάτι διαβάζοντας. Ακόμη και η ροή που διατηρούνταν με τα κεφάλαια να έχουν πιο συγκεκριμένο και όμοιο μέγεθος βοήθησε στο να κυλάει πολύ εύκολα η ανάγνωση. Οι «νέοι» (όπου νέους θεωρώ και όσους ήδη ξέραμε αλλά ουσιαστικά εδώ γνωρίσαμε και απέκτησαν ρόλο) χαρακτήρες όπως ο Λεονάρδος, ο Ραούλ, ο Αρθούρος και τόσοι άλλοι κόλλησαν σαν παζλ στις σωστές θέσεις της ιστορίας και της εξέλιξης του Ντάνιελ και της Μελίνας. Πολύ περισσότερο, το πώς η Μελίνα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει (και τα νέα που φέρνει στον εαυτό της) αντικατοπτρίζονται και αντιπαραθέτονται μέσα απ’ τη σχέση της με: τον Αρθούρο, τη Χρυσάνθη, τον Μπομπ, τον Σεμπάστιαν κι έπειτα τους λοιπούς άρχοντες, πρίγκιπες και νεράιδες, έρχονται να ωθήσουν με τον πιο εξαιρετικό τρόπο την προσωπικότητά της στο επόμενο στάδιο αλλά και να δώσουν προσωπικότητα στους γύρω της (όση φυσικά, χωράει ο ρόλος που επιτελούν την εκάστοτε στιγμή). Η εξερεύνηση του μαγικού κόσμου χωρικά, ταξικά, νομικά, ηθικά, εθικά και συνολικά μου έδωσε ακριβώς αυτό που αποζητούσα απ’ το πρώτο βιβλίο. Που συνοψίζεται αν απλά πω: Ναι, μάθαμε περισσότερα και αυτό με χαροποιεί. Αλλά είναι τόσο, μα τόσο σημαντικό αυτό και συνέβη την κατάλληλη στιγμή στο δεύτερο μέρος της σειράς των βιβλίων. Περισσότερη σημασία δίνεται αυτή τη φορά και στην οπτική του Ντάνιελ, για τον οποίο μαθαίνουμε και περισσότερο μέσω του Τζέιμς που έχει σταθερά δικές του αφηγήσεις πια. Οι χαρακτήρες που πλαισιώνουν τον Ντάνιελ είναι εξίσου σημαντικοί με εκείνους που πλαισιώνουν τη Μελίνα, μα εδώ το βάρος πέφτει στον ίδιο και την ψυχοσύνθεσή του. Όπως έκανα μια αναφορά στη Μελίνα στην άλλη άποψη που έγραψα για το πρώτο βιβλίο, θα ήθελα τώρα να μιλήσω για τον Ντάνιελ: Σαν προσωπικότητα, ο Ντάνιελ έχει αρκετά στοιχεία με τα οποία μπορώ να συνδεθώ κι εγώ σαν χαρακτήρας. Παρακαλώ μην σας τρομάζει αυτό! Βέβαια δεν μπορώ να το εξηγήσω περαιτέρω, μα μπορώ να συνδέομαι αρκετά με τον Ντανιελ και τις αντιδράσεις και σκέψεις του σαν τύπο ανθρώπου. Ο Ντάνιελ είναι ο άνθρωπος που φορτώνει στις πλάτες του ευθύνες για να ασφαλίσει τις σχέσεις με όσους νοιάζεται. Του είναι δύσκολο να εμπιστευτεί και να βρίσκεται συναισθηματικά εκτεθειμένος, γιατί όποτε το έχει επιχειρήσει πληγώνεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Με το να υψώνει αμυντικούς τοίχους και να είναι ψυχρός, κρατάει μακριά πιθανούς φίλους και τους ήδη υπάρχοντες κοντύτερα. Φυσικά υπάρχει ένα εγωιστικό στοιχεία σ’ όλα αυτά, μα πόσο μπορείς να κατηγορήσεις κάποιον που θέλει να διαφυλάξει τον εαυτό του ακέραιο; Είναι απ αυτούς που διώχνει ανθρώπους που νοιάζεται από κοντά του, αλλά κατά βάθος δεν θέλει να φύγουν. Θέλει να επιβεβαιώσει ότι θα επέμεναν να μείνουν, θα είχε ανάγκη να του δείξουν ότι νοιάζονται επειδή αλλιώς δεν θα σωθεί απ’ τον αυτοκαταστροφικό εαυτό του. «Πρέπει» να είναι σκληρός για να προστατεύει τον εαυτό του και κατ΄ επέκταση τους γύρω του. Πρέπει να είναι έτσι ώστε να του μείνουν άνθρωποι στους όποιος να έχει τη δυνατότητα να αφεθεί. Δεν θέλει να πληγώσει κατά βάθος κανέναν που νοιάζεται. Αν γνωρίζει πως θα σε πληγώσει με το να πληγώνει τον εαυτό του, θα προσπαθήσει να γίνει καλύτερα. Ίσως ακούγεται περίεργο και δεν μπορείς να το νιώσεις, μα σίγουρα είναι εύκολο να το αντιληφθείς. Και μετά έρχεται η Λίνα. Ένα άτομο στο οποίο ο Ντάνιελ εμφανίζει τις ευαίσθητες πλευρές του. Η Λίνα θα πρέπει να σκάψει τις ψηφίδες της προσωπικότητας του μέσα απ τους αμυντικούς τοίχους που υψώνει. Δεν είναι ακατόρθωτο αλλά θέλει υπομονή. Κυρίως επειδή η Λίνα δεν μπορεί παρά να σκάβει με δακτυλήθρα. Αν δεν μπορέσει να το κάνει όμως ο Ντάνιελ θα καταστραφεί εσωτερικά σε βάθος χρόνου. Ο Ντάνιελ δεν είναι αδύναμος χαρακτήρας. Είναι όμως ο πιο ευάλωτος. Το βιβλίο εξερευνά περισσότερο τα πάθη και τις ανασφάλειες του και τα περισσότερα απ’ αυτά, δίνονται με σωστό, κατανοητό και όμορφα παρουσιασμένο τρόπο. Δίνεται βάση στο γενικότερο αίσθημα της ψυχολογίας του παρά στις επιμέρους πράξεις που οδηγούν εκεί κατ’ εμέ, οπότε δεν θα σταθώ σε λεπτομέρειες όπως το ζήτημα της εξάρτησής του που πιστεύω δεν εξερευνήθηκε τόσο σωστά όσο θα μπορούσε. Δεν έχω να προσάψω κατηγορίες ούτε να πω πολλά περισσότερα. Ακόμη και το δεύτερο μέρος που το βρήκα προσωπικά αργό και βαρετό, δεν με ωθεί να το σχολιάσω αρνητικά. Δεν υπήρχε κάτι αρνητικό και κακογραμμένο. Απλά όλοι έχουμε τις προτιμήσεις μας. Αυτό που είναι θαυμάσιο είναι πόσο απλό είναι το βιβλίο. Σαφώς είναι μια τεράστια ιστορία σε πολλές σελίδες, μα αυτό δεν το κάνει αυτόματα σύνθετο. Είναι στην ουσία της μια απλή ιστορία που φαντάζει να συνδυάζει και γνώριμα στοιχεία. Δεν πρωτοπορήσαμε σε κανένα απολύτως επίπεδο εδώ πέρα. Ωστόσο, το ότι είναι απλό δεν το κάνει απλοϊκό. Μεταχειρίζεται τα στοιχεία που συνθέτουν την ουσία του με τον καλύτερο μάλλον δυνατό τρόπο. Είχα στο μυαλό μου μια σκέψη η οποία είναι βεβαιότητα πλέον έχοντας τελειώσει το βιβλίο και όλη την ιστορία που υπάρχει προς ανάγνωση τώρα: Το Δάκρυ της Νεράιδας είναι το αγαπημένο μου ελληνικό βιβλίο φαντασίας που έχω διαβάσει ως τώρα. Πετυχαίνει τόσα πολλά με τόσο φυσικό τρόπο. Με κέρδισε. Αυτό σημαίνει πως αναγκαστικά, θα έπρεπε να έχω (ΚΑΙ ΕΧΩ) την αξίωση να πω πως είναι και το καλύτερο ελληνικό βιβλίο φαντασίας που έχουμε αυτή τη στιγμή. Βέβαια, μπορώ να πω αυτή την πρόταση μόνο και μόνο επειδή η Μουστοπούλου δεν έχει γράψει ακόμα τη συνέχεια.

0



Διάδοχοι 1#

Πριν συνεχίσετε την ανάγνωση της άποψής μου για το βιβλίο «Διάδοχοι: Η Πληγή του Δράκου» θα ήθελα να αναφέρω πως όσα πω ίσως να και θα περιέχουν spoilers για το περιεχόμενο του βιβλίου σε κάποιο βαθμό, ειδικά στις τελευταίες παραγράφους. Θα το καταλάβετε. Επιπλέον, όσα ξεκινήσω εδώ συμπληρώνονται με όσα γράφω στο σχόλιό μου για το δεύτερο μέρος της σειράς «Διάδοχοι: Το Δάκρυ της Νεράιδας» και, προφανώς, αυτή είναι άποψή μου έχοντας διαβάσει και τα δύο βιβλία τη στιγμή που την γράφω. Ο καθένας μπορεί να διαβάσει ένα οπισθόφυλλο και να ξεφυλλίσει ένα βιβλίο. Δεν έχω σκοπό να σταθώ σε πληροφορίες όπως τι είδους φαντασίας βιβλίο είναι, ότι η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη, πόσο μεγάλο είναι και άλλα τέτοιες κατά βάση ανούσιες για το περιεχόμενο πληροφορίες αν αναφερθούν απλά σαν πραγματολογικά στοιχεία της έκδοσης. Η ιστορία του βιβλίου και ο τρόπος που η πλοκή εξελίσσεται με έκαναν αρκετές φορές να στριφογυρίσω τα μάτια μου, αναμένοντας μια απογοήτευση που δεν ήρθε τελικά (ευτυχώς) ποτέ. Εννοώ πως, όταν έχουμε να κάνουμε ένα φιλόδοξο σύμπαν όπου οι λέξεις μαγεία, προφητεία, ξόρκια, ραβδιά, πνεύματα, δράκοι, μαγικά πλάσματα και τα λοιπά πετάγονται και πλαισιώνουν το σύμπαν που η συγγραφέας έχει δημιουργήσει, δεν θα μπορούσα παρά να ανησυχώ. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να καταφέρεις να πιάσεις έννοιες, στοιχεία και «κλισέ» αν θέλετε που ήδη ο κάθε αναγνώστης του φανταστικού έχει τουλάχιστον μια φορά κάπου συναντήσει ξανά και να τα παρουσιάσεις με τον δικό σου τρόπο, χωρίς να επαναπαύεσαι στην ασφάλεια που σου προσφέρει η ίδια η δύναμη που από μόνα τους φέρουν τα αρχέτυπα που ντύνουν την ιστορία σου. Και εδώ, σε όλα δίνεται ένα νόημα ή τα ψήγματα ενός βαθύτερου μύθου (μιας και μιλάμε για σειρά βιβλίων) ταιριαστό και ξεχωριστό, ραμμένο και φορεμένο στα μέτρα της ιστορίας που θέλει να πει το βιβλίο για να ταιριάζουν στην πλοκή που εκτυλίσσεται. Η συγγραφέας πλάθει έναν δικό της κόσμο και όχι μόνο καταφέρνει να σε πείσει ότι το έχει κάνει μεθοδικά και σωστά, μα όντως είναι έτσι. Τα περιθώρια υπάρχουν για να αναλογιστεί ο καθείς το βάθος και τη συνέχεια που θα μπορούσε να υπάρξει, ενώ ταυτόχρονα οι πληροφορίες που δίνονται είναι αρκετές για να σε γεμίζουν και να ασχολείσαι μόνο με αυτές. Το κάθε στοιχείο που εισάγεται έχει, ως επί το πλείστον, τον χώρο και τον χρόνο του για να τα αποδεχθείς και να το καταλάβεις. Θα μπορούσε, ομολογουμένως, να έχει γίνει κάποια καλύτερη διαχείριση του στησίματος του κόσμου ήδη απ’ το πρώτο βιβλίο, παρότι δεν είναι σε αυτό το στάδιο το βασικότερο μέλημα της ιστορίας ένα εξονυχιστικό world building. Εμένα δεν με πειράζει ιδιαίτερα, γιατί μπορώ να κρατώ τις απορίες μου και προτιμώ τις ιστορίες που ανθίζουν σταδιακά. Ωστόσο, αν είχα το κάτι παραπάνω θα είχα δεθεί ακόμη περισσότερο με το όλο concept του μαγικού σύμπαντος νωρίτερα. Ο κεντρικός άξονας λοιπόν είναι η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές, τη Μελίνα και τον Ντάνιελ (για τους οποίους θα μιλήσω παρακάτω σε αναλυτικότερη έκταση). Το ρομαντικό στοιχείο κυριαρχεί, μα δεν θεωρώ ότι το βιβλίο καταλήγει σε ένα ρομάντζο μασκαρεμένο από φανταστικά στοιχεία. Έχει όλες τις προδιαγραφές και είναι στην ουσία της μια ιστορία αγάπης, μα αυτό δεν είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για να περιγράψει το σύνολο του έργου. Περισσότερο θα το χαρακτήριζα σαν ένα (και πολύ πολύ κεντρικό σημαντικό) πρώτο στάδιο για την εξέλιξη των χαρακτήρων. Μιας και η ιστορία δίνεται απ΄ την οπτική των δύο χαρακτήρων, περισσότερο της Μελίνας, είναι λογικό όλες οι αλληλεπιδράσεις και η ανάπτυξη των λιγότερο σημαντικών χαρακτήρων να είναι σε αντιστοιχία με τους πρωταγωνιστές. Από τη μία αυτό, σε συνδυασμό με τον όμορφο τρόπο που δίνεται η ιστορία μέσω της άρτιας γραφής της Μουστοπούλου, καταφέρνει να σε δέσει με τους δυο χαρακτήρες. Δεν σε υποχρεώνει να ταυτιστείς με κανέναν, αλλά παραθέτει ενδόμυχα όλους τους λόγους για να επιλέξεις αν θες να δεθείς μ’ αυτούς. Όσο για τους υπόλοιπους, δυστυχώς αναλαμβάνουν μια καταδικαστική δεύτερη μοίρα. Οι περισσότεροι άλλοι χαρακτήρες δεν έχουν ιδιαίτερη εξέλιξη και βάθος που να μην το απαιτεί η εξέλιξη της πλοκής. Έχουν περισσότερο χαρακτηριστικά γνωρίσματα, παρά δομημένες προσωπικότητες. Δεν είναι ότι υστερούν σαν ολοκληρωμένοι χαρακτήρες μακροπρόθεσμα, αλλά δεν έχουν τον χώρο και τον χρόνο να αναδειχθούν τόσο σε αυτό το βιβλίο. Αυτό που σε κρατάει πέρα απ’ το περιεχόμενο της ιστορίας είναι πράγματι ο τρόπος γραφής στον οποίο αναφέρθηκα. Είναι μεγάλη επιτυχία να μπορείς να δίνεις σωστά μια αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, ειδικά όταν διαχειρίζεσαι παραπάνω από έναν αφηγητές. Θα πρέπει ταυτόχρονα να δίνεται η περιγραφή των γεγονότων στον αναγνώστη, αλλά να υπάρχει το σχόλιο και η προσωπικότητα του χαρακτήρα που αφηγείται. Θα πρέπει να υπάρχει ισορροπία στις σκέψεις και τις πληροφορίες. Θα πρέπει να υπάρχει αρμονία ώστε όσα γίνονται, να γίνονται αναγκαστικά μπροστά στα μάτια των πρωταγωνιστών. Θα πρέπει οι προσωπικότητες που συντροφεύουν τον αναγνώστη να μοιάζουν ταυτόχρονα άνθρωποι, αλλά και να λειτουργούν σαν λογοτεχνικοί αφηγητές. Τόσα θα. Τα οποία θα σας πω ότι επιτυγχάνονται και κανένα παράπονο δεν μου άφησαν. Το επισημαίνω διότι οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις δεν είναι κάτι που απολαμβάνω σαν αναγνώστης, ειδικά για όλη την έκταση του βιβλίου. Επομένως, νιώθω ευχάριστα που μπόρεσα να απολαύσω την αφήγηση απ’ την αρχή ως το τέλος και που είναι τόσο καλογραμμένο και προσεγμένο σαν βιβλίο. Υπάρχουν ψεγάδια. Κάποιες σκηνές νιώθω ότι τραβούν αρκετά, καταντώντας αργές χωρίς λόγο. Μέσα σε ένα βιβλίο που κινείται αργά αλλά έχει ροή, οπότε δεν κάνει κοιλιά, είναι εύκολο να διακρίνω μερικά μετρημένα στα δάχτυλα παραδείγματα σκηνών που απλά δεν χρειαζόταν να είναι τέτοιας έκτασης ή αδυνατώ να βρω τη σημασία τους. Μια μικρή αδυναμία εντοπίζω σε ορισμένες περιγραφές προσώπων ή συγκεκριμένων σκηνών, όπου θα ήθελα το κάτι παραπάνω. Βέβαια, μιλώ για ψεγάδια. Αυτά όπως και άλλα σχόλιο που χρωματίζονται ως αρνητικά είναι στο επίπεδο των λεπτομερειών και του expertise. Το βιβλίο καταφέρνει όλα τα υπόλοιπα σωστά και θα ήταν αδύνατον να τα απαριθμήσω όλα. Στέκεται σαν ιστορία φαντασίας με κυρίαρχο το ρομαντικό στοιχείο. Έχει άρτια δομημένους χαρακτήρες, μια ενδιαφέρουσα ιστορία, μια μεθοδική πλοκή, ένα καλοδουλεμένο και προσεγμένο setting και φυσικά, μερικές ανατροπές. Θα ήθελα να αφιερώσω το τελευταίο κομμάτι μιλώντας για τη Μελίνα σ’ αυτό το βιβλίο και σε βάθος χρόνου της σειράς των βιβλίων: Η Μελίνα είναι μια «απλή» κοπέλα που καλείται να αποδεχθεί απόκοσμες ευθύνες. Χώνεται σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζει, μαθαίνει τους κανόνες του, ανατρέπονται αρκετά απ’ όσα ξέρει για την ίδια και τα κοντινά της πρόσωπα και παράλληλα ερωτεύεται. Ο έρωτας της Μελίνας με τον Ντάνιελ είναι η κινητήριος δύναμη όλων των υπόλοιπων που συμβαίνουν και στα πλαίσια του πρώτου βιβλίου, το καθοριστικότερο πράγμα που ευθύνεται για την εξέλιξη της Μελίνας σαν χαρακτήρα. Η Λίνα σαν χαρακτήρας είναι ημιδιάφανη. Είναι αρκετά δεκτική ώστε να μαθαίνει όσα πρέπει να μάθει, αλλά αρκετά αντιδραστική ώστε να ξεσπά, να σχολιάζει και να κάνει άλλοτε σωστές και άλλοτε λανθασμένες επιλογές. Μοιάζει να μην έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της και να είναι η κοπέλα της διπλανής πόρτας που της έτυχε κάτι φοβερό. Πραγματικά, η Μελίνα είναι ωστόσο αρκετά δυναμική και αυτόνομη απ’ τη φύση της. Είναι περισσότερο απ’ τα άτομα που επαναπαύονται σε μια ανασφάλεια γιατί δεν τους αρέσει η συνειδητοποίηση του πόσες ευθύνες φέρει το κομμάτι του εαυτού τους που συνηθίζουν να θάβουν. Όχι ότι πρέπει να γίνει κάτι που δεν είναι, απλά πρέπει να αλλάξει την οπτική της και να δει την βέλτιστη εκδοχή του εαυτού της. Όλοι μας περνάμε τέτοιες φάσεις θαρρώ εξάλλου. Εκτός απ’ τον Ντάνιελ, όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες θα παίξουν ο καθένας τον ρόλο του σε συγκεκριμένο βαθμό και σε κατάλληλες στιγμές ώστε η Μελίνα να ωριμάσει σταδιακά. Ειδικά περνώντας στο επόμενο βιβλίο όπου, μετά το τέλος του πρώτου, αρκετά έχουν αλλάξει. Και εννοώ και στον συναισθηματικό της κόσμο. Οι χαρακτήρες που πλαισιώνουν τη Μελίνα είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται η ψυχοσύνθεσή της κάθε φορά για να πάει ένα βήμα παραπέρα. Είναι αριστοτεχνικά προσεγμένος ο τρόπος που βηματίζει η Μελίνα σαν πρόσωπο στον κόσμο γύρω της, χωρίς να χάνει αλλά να εξελίσσει τον εαυτό της για να γίνει αυτό που θα απαιτήσει κάποτε η πλοκή. Δεν μπορώ να πω ότι ταυτίζομαι τόσο με τη Μελίνα σε αρκετά θέματα, μα μπορώ να τη συμπαθήσω και να την αποδεχτώ σαν πρωταγωνίστρια που θέλω να βλέπω στα βιβλία. Και ανυπομονώ για τη συνέχεια της δικιάς της ιστορίας, που διαπερνά και ενώνει τις ιστορίες όλων…

0



Στα μπαράκια των ξυπόλυτων αγγέλων

Πρόκειται για ένα άκρως λυρικό βιβλίο, φλερτάρει ποιητικά με συναισθήματα, νοήματα και σενάρια φανταστικά που ακροβατούν σε ρεαλιστικές θύμησες κι εμπειρίες που ο καθένας μπορεί να ταυτίσει και να συνδέσει με κάτι δικό του. Ξεκινώντας, ίσως σε κάποιον μοιάσει με ένα απ' αυτά τα "ψαγμένα" βιβλία που δεν λένε τελικά τίποτα, απλά βάζουν λέξεις σε σειρά και περιμένουν απ' τον αναγνώστη να εξάγει ένα νόημα που δεν υπάρχει. Δεν συμβαίνει αυτό εδώ. Κάθε ιστορία για μένα είχε μια ξεκάθαρη θεματική και νόημα και όλες δένουν κάτω απ' την ευρύτερη θεματοποίηση του βιβλίου. Σαφώς, μιας και μιλάμε για πολλές ιστορίες, δεν μπορώ να πω ότι όλες ήταν το ίδιο καλές ή ότι μου άρεσαν εξίσου. Μα υπήρχε ένα ενιαίο μέτρο που σε κάνει να συνεχίζεις. Δεν μου είναι προσωπικά εύκολο να βρω σε ποιόν να προτείνω αυτό το έργο, μα είναι ένα ευχάριστο ανάγνωσμα κι ένα συναισθηματικό roller coaster - αν επιλέξεις να ασχοληθείς λίγο μαζί του.

0



Ο οίκος των Βέρεμον

Βρυκόλακες που πρέπει να επιβιώσουν. Κυνηγοί που καταδιώκουν τους βρυκόλακες. Όλα αυτά σε έναν κόσμο που είναι λίγο medieval, λίγο steampunk, έχει λίγο από rpg και λίγο από metroidvania. Ως συνήθως, δεν θα μιλήσω με καθόλου spoils, πέρα από γενικές αναφορές. Το θετικό είναι, ευτυχώς, τα βαμπίρ μας παρουσιάζονται με ευφάνταστο τρόπο. Δεν ήμουν φαν όλων των καινοτομιών που εισάγει ο συγγραφέας στο lore των βρυκολάκων, μα όλες οι μαγικές, αλχημιστικές κτλ. ιδιότητες και ικανότητες των χαρακτήρων είναι ταιριαστές για τον κόσμο στον οποίο βρίσκονται οι χαρακτήρες. Όλοι οι πρωταγωνιστές είναι καλά δοσμένοι, διαφορετικοί μεταξύ τους και έχουν κάμποση ανάπτυξη. Δεν θεωρώ ότι αποκτούν το βάθος και την εξέλιξη που θα μπορούσαν να έχουν, οπότε απ' αυτή την άποψη, πιστεύω ότι έχουν να μας δώσουν και άλλα σε ένα ίσως μετέπειτα έργο. Το υπόλοιπο του έργου είναι μια περιπέτεια στη βάση του, με λίγο μυστήριο, φαντασία και υπερφυσικό. Παρότι ίσως κάποιος περιμένει τρόμο από ένα βιβλίο με πλάσματα της νύχτας, δεν θα τον βρει εδώ και το βιβλίο δεν υπόσχεται κάτι τέτοιο. Το αρνητικό που έχω να σημειώσω είναι ότι το βιβλίο υποφέρει λίγο να βρει το πάτημά του αρχικά. Σε πετάει σε έναν κόσμο και είναι σχεδόν λες και περιμένει να γνωρίζεις ήδη μερικά πράγματα, παρά φροντίζει να στα μάθει σιγά-σιγά. Το αρχικό exposition είναι λίγο περίεργα δομημένο. Εισάγονται ταυτόχρονα πολλοί χαρακτήρες και η δράση παίρνει μπρος, είτε είσαι, είτε δεν είσαι έτοιμος. Δεν με πείραξε τόσο προσωπικά αυτό, μιας και με τράβηξε το γενικότερο lore που ήθελα να απορροφήσω, μα είναι κάτι που ίσως ενοχλήσει ή κουράσει κάποιους αναγνώστες. Το βιβλίο εν γένει είναι άρτιο. Μερικά παραστρατήματα στην τεχνική εκτέλεση εδώ κι εκεί δεν υποβαθμίζουν τη γενικότερη ιδέα, μια ιδέα που περιέχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία με βρυκόλακες, άπλετη περιπέτεια και ιδιαίτερη φαντασία να την πλαισιώνει. Η έπαυλη σας υποδέχεται, μην την προσπεράσετε.

0



Μετάλλαξη 1#

Η Μετάλλαξη είναι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας. Παρά τα δυστοπικά και φουτουριστικά στοιχεία που εμπεριέχει η ιστορία του, είναι στην ουσία του επιστημονική φαντασία. Το τονίζω αυτό για αρκετούς λόγους. Ξεκινώντας θα ήθελα να πω ότι συνήθως δεν με ενθουσιάζει η επιστημονική φαντασία σαν είδος. Συχνά πρέπει το suspension of disbelief σου για να απολαύσεις τέτοιου είδους έργα να πέσει τόσο πολύ και να δέχεσαι τόσους a priori ανεξήγητους κανόνες που δεν μπορείς παρά να είσαι σε μια μόνιμη μπερδεμένη κατάσταση που δεν δέχεται απαντήσεις πέραν του «πίστευε (την πλοκή) και μη ερεύνα». Αρκετά ειρωνικό, για «επιστημονική» φαντασία. Φυσικά αυτή είναι η δικιά μου οπτική και προτιμήσεις. Έχοντας κάνει αυτή την, εκ των ύστερων ίσως και λίγο αχρείαστη, εισαγωγική παράγραφο, θέλω να καταλήξω ότι η Μετάλλαξη δεν ήταν για μένα ένα απ’ αυτά τα βιβλία. Ήταν ένα απ’ τα καλά παραδείγματα του είδους. Μου πήρε κάμποσα απ’ τα αρχικά κεφάλαια για να καταλήξω ότι «με έπιασε», αν καταλαβαίνετε τι εννοώ, μα από κει και πέρα πέρασα ευχάριστα ως το τέλος. Μεταχειρίζεται κάτι απλό στη βάση του για να οδηγήσει σε οιεσδήποτε κατευθύνσεις την πλοκή. Φυσικά, μιλώ για τις μεταλλάξεις σαν βιολογικό όρο. Στον οποίο δίνεται, εξηγείται και κατοχυρώνεται μια ιδιαίτερη διάσταση καίρια για την ιστορία του μυθιστορήματος. Η κεντρική ιδέα είναι έξυπνη και εύπεπτη. Τόσο και ο κόσμος που χτίζεται γύρω της, πολύ περισσότερο στο επίπεδο κοινωνίας και έθους (και ήθους). Νομίζω πως οι χαρακτήρες, χωρίς απαραίτητα να μην είναι συμπαθείς ή ικανοποιητικά δομημένοι (εκτός απ’ τον Ορφέα. Συγγνώμη, Ναταλία, δεν μπόρεσα να τον συμπαθήσω ποτέ. Αγαπώ την Αιμιλία όμως), καταλήγουν σε έναν δεύτερο ρόλο. Μόνο και μόνο επειδή υπερισχύει η γενικότερη ιστορία, το setting, ο κόσμος που τους περιβάλλει γενικότερα. Τουλάχιστον εγώ βρήκα τον εαυτό μου να εξιτάρεται περισσότερο απ’ αυτά παρά τις προσωπικότητες των ηρώων και τις μεταξύ τους σχέσεις. Είναι ένα μεγάλο σε έκταση βιβλίο. Ο τρόπος που είναι γραμμένο θα έλεγα είναι σταθερός και συμπαγής. Εννοώντας πως πηγαίνει ομαλά, με σταθερή ροή απ’ το ένα σημείο της πλοκής στο επόμενο και ότι είναι συνήθως λόγος κοφτός, γρήγορος και ακριβής. Ενέχει μια «κινηματογραφικότητα» στο πως ξετυλίγονται οι σκηνές. Προσωπικά, δεν το θεωρώ καθόλου κακό αυτό. Είναι απλό, μα δεν είναι απλοϊκό. Δεν μου αρέσει να κρίνω την ιστορία γενικά, απ’ τη στιγμή που έχουμε μόνο το πρώτο μέρος της. Μπορώ να σχολιάσω όμως ότι τελειώνει σε ένα γλυκόπικρο σημείο, θα ήθελα να εξερευνήσω ξανά τον κόσμο που μας δίνει και να δω ποια θα είναι η επόμενη κατεύθυνση που θα πάρει. Θίγονται αρκετά θέματα εντός του βιβλίου και πιστεύω ακόμα περισσότερα μπορούν να έρθουν στο προσκήνιο μελλοντικά. Επομένως, θα το πρότεινα.

1



Το Ναυάγιο της Καράντρα

Πιστεύω πως, όλοι μας μεγαλώνοντας θέλαμε κάποια στιγμή να γίνουμε πειρατές. Το οποίο είναι λίγο παράδοξο, γιατί ουσιαστικά κανείς δεν ήθελε να γίνει παράνομος κακοποιός, μα απλά να ζήσει μια περιπέτεια απόλυτης ελευθερίας σε ένα καράβι με ένα πλήρωμα. Όπου φυσικά, θα είμαστε καπετάνιοι. Και πλέον έχουμε την ευκαιρία να μπούμε στις ζωές ενός πληρώματος με καπετάνιο τον Άγγελο Κυπριανό, μέσω του πρώτου ελληνικού μυθιστορήματος πειρατικής φαντασίας. Κάθε λέξη του υπότιτλου επαληθεύται μέσα στο βιβλίο. Θα κρατήσω όσα πω περιεκτικά και χωρίς spoil, μιας και το βιβλίο είναι ήδη μικρό στο μέγεθος. Όχι τόσο εξαιτίας των σελίδων, μα της ροής και του βηματισμού. Δεν είναι κάτι το εξεζητημένο σε ζήτημα γραφής, τεχνικής ή παρουσίας, μα δεν χρειάζεται να είναι. Καταφέρνει να είναι μια περιπέτεια απόλυτα συνυφασμένη με το θέμα και το πλαίσιο του βιβλίου. Είναι ένα έργο που διαβάζεται εύκολα και ευχάριστα. Είναι εύπεπτο, ο λόγος είναι γρήγορος, κοφτός και στρωτός και η πλοκή κυλάει αστραπιαία. Νιώθω ότι περνάμε από την αρχή στη μέση και την κλιμάκωση της ιστορίας δίχως να το καταλάβεις. Αυτό δεν σημαίνει πως λείπουν μερικές ενδιαφέρουσες εξελίξεις, ζωηροί χαρακτήρες και άπλετη δράση. Είναι μια απλή θα έλεγα ιστορία, χωρίς αυτό να την κάνει απλοϊκή και σε καμία περίπτωση δεν υποβαθμίζει αυτό το περιεχόμενο. Πέρασα καλά διαβάζοντας τα καμώματα του Αρσίκ. Και του Σέντρικ. Εμένα μου άρεσε ο Σέντρικ, δεν ξέρω. Η φαντασία του Κυπριανού είναι κάτι το ιδιαίτερο και μπορεί να σε απασχολήσει ευχάριστα για όσο κρατάει η ιστορία. Θέλω να σταθώ σε κάτι που εγώ βρήκα προσωπικά ενδιαφέρον: Με έναν τρόπο, το βιβλίο αποπνέει μια μουσικότητα. Δεν μπορώ να το εξηγήσω ακριβώς, μα πειρατικά άσματα φαίνεται να συντροφεύουν την ανάγνωση. Ή τουλάχιστον εγώ θέλω να το σκέφτομαι έτσι. Έχει μια μυρωδιά αλατιού και αλκοόλ επίσης να σου υπενθυμίζει πού βρίσκεσαι. Είναι αρκετά πειστικό στο ατμοσφαιρικό κλίμα που θέλει να περάσει χωρίς να προσπαθεί επιτηδευμένα. Επίσης ενδιαφέρον έχουν μερικά αναπάντεχα στοιχεία του φανταστικού που εισάγονται, τα οποία δεν θα αποκαλύψω. Μα ήταν καλοδεχούμενη νότα το κάτι επιπλέον που εμφανίζεται μέσα απ' τους χαρακτήρες, τους διαλόγους, τις απορίες και γενικά μέσα απ' τη σποραδική ανακάλυψη του κόσμου που ζουν, ειδικά μιας και ταίριαξε με τους πειρατές. Είναι απογοητευτικό που δεν ακούς sea shanties να παίζουν ξεφυλλίζοντας, αλλά πόσα να ζητήσεις κι εσύ από ένα έντυπο έργο; Κάνει όλα τα υπόλοιπα σωστά τουλάχιστον και νιώθεις πειρατής, όπως φανταζόσουν όταν ήσουνα μικρός. Έστω για λίγο.

0



Σίλβερεϊκ

Το Σίλβερεϊκ είναι ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που έχει να κάνει με τις κακουχίες που περνάει ο βασικός πρωταγωνιστής, ο Άλεν, μετά την εγκατάλειψή του απ' τον πατέρα του, Σέιν, στη μέση μιας αφιλόξενης μεγαλούπολης. Από αυτή τη σύντομη περιγραφή προκύπτει και το δυνατότερο, για εμένα, στοιχείο του βιβλίου: Η δυναμική του Άλεν και του Σέιν, η οποία μάλιστα καταφέρνει και αναπτύσσεται χωρίς οι δυο τους να είναι μαζί. Ο Σέιν ζει μέσα απ' τον Άλεν, καθώς όλα τον θυμίζουν και πολλές καταστάσεις προκαλούν ένα ταξίδι στις αναμνήσεις. Ο λόγος που ένας πατέρας εγκαταλείπει το 10χρονο παιδί του δεν γίνονται άμεσα προφανείς, μα ήδη ο πρόλογος μας προϊδεάζει για μια μελλοντική κορύφωση πάνω στο ζήτημα. Από κει και πέρα, ο μικρός Άλεν αναγκάζεται να βρει τρόπους να επιβιώσει μόνος σε μια περίεργη, βρόμικη, διεφθαρμένη και αφιλόξενη κοινωνία. Γνωρίζει πολλά άτομα και περνάει από πολλά δεινά που θα τον σημαδέψουν και είναι ένας απ' τους βασικούς άξονες του βιβλίου το αν θα καταφέρει να βρει κάπως, κάποτε την ευτυχία. Παράλληλα εξετάζονται άλλοτε σε επιφάνεια και άλλοτε σε βάθος ζητήματα εμπιστοσύνης, ηθικής, ανθρώπινων σχέσεων και πού μπορεί κάποιος να ανήκει. Μπορεί να ακούγεται ως ένα σκληρό βιβλίο, μα δεν θα έλεγα ότι είναι απαραίτητα. Δεν είναι, για τα δικά μου δεδομένα, πολύ γραφικό, τροματικό ή σοκαριστικό. Θα έλεγα πως θα προτιμούσε να ήταν αυξημένα ένα επίπεδο παραπάνω αυτά τα στοιχεία στις περιγραφές και τις αφηγήσεις, μιας και θεωρώ ότι θα ταίριαζε στον γρήγορο και κοφτό λόγο του κειμένου και θα τον εμπλούτιζε παραπάνω αν ήταν πιο graphic εν γένει. Όπως και να 'χει, αυτά είναι γούστα και δεν χρειάζεται να σταθούμε εκεί. Απλά θα ήθελα να επισημάνω πως παρότι κυριαρχεί μια μουντή και ζοφερή ατμόσφαιρα, το βιβλίο έχει τις διασκεδαστικές και όμορφες στιγμές του και δεν σε ψυχοπλακώνει μόνο και μόνο επειδή θα μπορούσε. Μπορεί να πρόκειται για ένα έργο τοποθετημένο σε φανταστικό κόσμο, όμως το στοιχείο της φαντασίας έχει δεύτερη θέση στην πλοκή. Αυτό κάνει το Σίλβερεϊκ φιλικό ακόμη και σε κάποιον που δεν διαβάζει φαντασία ή δεν θέλει να διαβάσει φαντασία - πάνω απ' όλα, στα δικά μου μάτια, είναι περισσότερο ένα κοινωνικό/δραματικό αφήγημα με δυστοπικά στοιχεία που δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του Άλεν, δηλαδή κάποιου που έχει χάσει τα πάντα. Πώς θα σταθεί στα πόδια του; Θα βρει μια οικογένεια; Πόσα ψυχολογικά θα αποκτήσετε παρέα με τους ήρωες του βιβλίου κι εσείς; Όλα αυτά θα τα ανακαλύψετε στις σελίδες του βιβλίου και προτείνω να το κάνετε. Σίγουρα πρόκειται να νιώσετε πράγματα και ίσως να σκεφτείτε ορισμένα θέματα που δεν είχατε συχνά θεωρήσει, όπως το να μπείτε στη θέση κάποιου άλλου ή να κρίνετε διαφορετικά καλούς, κακούς και γκρίζους χαρακτήρες γιατί τελικά κανείς δεν είναι άγιος στο Σίλβερεϊκ...

0



Η Κοιλάδα του Πράσινου Κρυστάλλου

Πριν ξεκινήσω να αναλύω, ας επεξηγήσω το βαθμό μου. Συνήθως, ο βαθμός δικαιολογείται με το τέλος του κειμένου, μα εδώ οφείλω να μιλήσω για το δεκάρι/άρια. Τι είναι ένα 10; Ένα γεμάτο σκορ; Ένα άριστα; Σημαίνει ότι αυτό το βιβλίο είναι τέλειο; Όχι, δεν είναι. Είναι το αγαπημένο μου βιβλίο; Όχι, δεν είναι. Είναι ωστόσο στην κατηγορία του απείρως κοντά σε έναν τέλειο βαθμό, τον οποίο οφείλω και να αποδώσω μέσω του συστήματος βαθμών. Βαθμολογώντας το ως ελληνικό αυτοτελές steampunk βιβλίο, είναι το καλύτερο που έχω διαβάσει λοιπόν και το λέω με όλη μου την ειλικρίνεια. Προτείνω αυτό το βιβλίο επίσης σε κάποιον νέο του είδους, μιας και ο τρόπος που παρουσιάζει τα στοιχεία του είναι φιλικός σε άτομα με μικρή επαφή με τη steampunk/arcanapunk κουλτούρα. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι απλό ή απλοϊκό βέβαια σαν setting. Δεν θα κάνω πολλά spoils, μα θα αναφερθώ loosely σε σημεία του βιβλίου. Πριν απ' αυτό, θέλω να επισημάνω το δυνατότερο σημείο κατά την άποψή μου, το οποίο είναι ο τρόπος που η Χρύσα γράφει. Είναι αρκετά συναισθηματικός κατά μία έννοια, ακόμη και στις περιγραφές. Η συγγραφέας καταφέρνει να περνάει μέσα από ένα εσωτερικό φίλτρο το οτιδήποτε συμβαίνει, δίνοντάς σου την εντύπωση ότι έχει σημασία για τους χαρακτήρες πρώτα κι έπειτα για την πρόοδο της πλοκής. Δεν ξέρω αν μπορώ να το εξηγήσω σωστά, μα η γραφή της σε βοηθάει να νοιαστείς για όσα συμβαίνουν και το παραμικρό φαντάζει σημαντικό και ενδιαφέρον. Από την άλλη, να πω πως οι περιγραφές και οι αφηγήσεις σε ορισμένα σημεία είναι αρκετά πυκνές και ίσως επαναλήψιμες. Αν έπρεπε να αποδώσω μια λέξη για το pacing της Χρύσας στο κομμάτι αυτό θα διάλεγα: Σχολαστική. Λεπτολογεί. Αυτό είναι και καλό και κακό. Καλό γιατί γράφει καλά, με ροή, σημασία και συναίσθημα. Κακό, γιατί περί ορέξεως κολοκυθόπιτα και προσωπικά προτιμώ πιο fast-paced παραγράφους. Μα αυτό δεν αφαιρεί κάτι απ' το περιεχόμενο. Το βιβλίο ξεκινάει δυνατά, πολύ δυνατά για την ακρίβεια. Για τα δικά μου δεδομένα, ίσως να με έβλαψε κιόλας ο πρόλογος. Είδα τόσα πολλά, έμαθα τόσα πολλά, ένιωσα τόσα πολλά και με το τέλος του, δεν μου είχε μείνει ενθουσιασμός για μυστήριο και περιπέτεια. Έπρεπε να περάσουν μερικά κεφάλαια για να με κερδίσει ξανά, μιας και ο βηματισμός είχε αλλάξει μαζί με ένα καινούργιο προσκήνιο και χαρακτήρες. Κατάφερε όμως να με κερδίσει και να χαράξει στο μυαλό μου ήδη απ' τα κεφάλαια 3-4 τα εξής: Πρώτον, η Χρύσα Αναστασίου ξέρει να γράφει. Δεύτερον, αυτό είναι στην ουσία του ένα βιβλίο όπως ορίζω εγώ το τι θα έπρεπε να είναι ένα βιβλίο. Και τι εννοώ; Ο τελικός σκοπός κάθε συγγραφέα και αναγνώστη συνάμα θα έπρεπε να είναι να περάσουμε όλοι καλά. Δεν διαβάζω για να μιζεριάσω, ούτε να καταριέμαι κανέναν. Θέλω να διασκεδάσω και να εμπλακώ συναισθηματικά. Και η Χρύσα νιώθω ότι το καταλαβαίνει απόλυτα αυτό, είτε φροντίζοντας εσκεμμένα είτε εν αγνοία της να γράφει έτσι. Για παράδειγμα, η σκηνή με τους Τρελοπίθηκους στο δάσος είναι απ' τις αγαπημένες μου σε όλο το βιβλίο. Ναι, γίνονται πραγματάκια και μετά το κεφάλαιο 3 και είναι υπέροχο το πού και πώς καταλήγει η ιστορία. Μα, εκεί ένιωσα όσα ήθελα να νιώσω. Απλά και μόνο επειδή παρουσιάζει ένα ζήτημα με τρόπο αστείο, διασκεδαστικό, οργανικό και το κάνει να μοιάζει το πιο σημαντικό πράγμα που βίωσες ποτέ μαζί με τους χαρακτήρες και προωθεί την πλοκή και τις προσωπικότητες όλων, χτίζοντας τον κόσμο και αφήνοντάς σε ευχαριστημένο και πλήρη. Αυτό είναι η ουσία του γιατί γράφουμε και διαβάζουμε. For fun. Πέρασα καλά και δεν κοίταξα ποτέ πίσω. Ισορροπόντας στη γραμμή του πότε μιλάμε σοβαρά, του πότε αυτό είναι ρεαλιστικό, του πότε είναι εξωπραγματικό και κάνοντάς τα όλα να μοιάζουν πειστικά, ταιριαστά και άξια να νοιαστείς σε έναν κόσμο με steampunk μηχανές και μαγικούς νόμους, η Χρύσα πλάθει μια ιστορία που πρέπει να μπεις με προδιάθεση να μην σου αρέσει ώστε να μην σε κερδίσει τελικά. Είναι γοητευτικό το οτιδήποτε συμβαίνει στο βιβλίο, βρίθει από προσωπικότητα και φαντασία και πραγματικά ένιωσα πόσο καλά πέρασε η Χρύσα για να σκεφτεί όλες τις λεπτομέρειες, χαρακτήρες και σκηνές που ξετυλίγονται. Και από κει και πέρα, δεν έχει σημασία το οτιδήποτε άλλο έχω να σχολιάσω. Μη φοβάστε να χαθείτε σε φτιαχτούς κόσμους, δεν έχετε τίποτα να χάσετε αν είναι σαν αυτούς που φτιάχνει η Χρύσα Αναστασίου.

0



Ο Θησαυρός της Δαμασκού 1#

Ο Θησαυρός της Δαμασκού. Είναι ένα βιβλίο που μου πήρε κάμποσο καιρό να ολοκληρώσω και διάβαζα σπαστά όποτε είχα τον χρόνο και την όρεξη. Αυτό επειδή εγώ είμαι αναγνώστης που διαβάζει αργά, αποσπασματικά και δεν ξεχνάει τίποτε ποτέ. Εσείς δεν χρειάζεται και δεν έχετε λόγο να είστε σαν εμένα. Θα έλεγα ότι είναι αρκετά πιθανό να τελειώσετε και σε μια μέρα (άντε δυο) αν έχετε τον χρόνο γιατί πραγματικά είναι ικανό να κρατήσει την προσοχή σου. Γενικά, προσπαθώ να μην δίνω σπόιλερς οπότε θα μιλήσω έχοντας στο μυαλό μου ότι γνωρίζετε τουλάχιστον το οπισθόφυλλο: Το σέτινγκ είναι αρκετά ιδιαίτερο και όχι τόσο συνηθισμένο για τα δεδομένα του δικού μας χώρου τολμώ να πω. Οι άξονες πέρα απ’ το μαγικό (και επειδή έχει μαγεία και επειδή είναι μαγευτικό) ταξίδι είναι αυτοί της θρησκείας, της διαφορετικότητας και των ορίων που βάζουν ή όχι στους ανθρώπους. Μου αρέσει το πώς το βιβλίο χειρίζεται τις θεματικές του και επίσης μου αρέσει η κάστα των χαρακτήρων και οι μεταξύ τους διαδράσεις. Ειδικά χαίρομαι για την ύπαρξη του Σπανού, γιατί δεν βλέπεις συχνά να παρουσιάζεται σωστά ένας χαρακτήρας των δικών του χαρακτηριστικών σε βιβλίο. Ο Αστέριος είναι καλός τύπος, τον συμπαθώ. Η Ααζίν θα μπορούσε να γίνει και καλή μου φίλη, την πάω πολύ. Ειδικά το lore που κρύβεται πίσω της. Είναι εύκολο να νοιαστείς για όλους τους χαρακτήρες και όλοι τους έχουν arcs να ολοκληρώσουν στα επόμενα βιβλία. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που οργανικά πλαισιώνουν το έργο, όπως αυτό της ιστορίας της εποχής και της κουλτούρας, στοιχεία που εξερευνούνται λογικά και ταιριαστά στο πλαίσιο της πλοκής, όπως αυτό των διαφορετικών θρησκειών και αντιλήψεων, και στοιχεία που είναι πολύ σημαντικά μα και down to earth, όπως τα ζητήματα της μαγείας. Μου αρέσουν πολύ κόσμοι που η μαγεία είναι έτσι πιο «ρεαλιστική» με μια έννοια. Υπάρχει και ένα ρομαντικό στοιχείο που… Χμ. Μετά από πόσα κεφάλαια ή βιβλία λέμε ότι οι χαρακτήρες έχουν σοβαρή σχέση; Ας το αποφασίσουμε αυτό και θα πω μόλις τελειώσει η τριλογία πώς μου φάνηκε το ρομάντζο εδώ. Γενικά, αναπτύσσεται σταδιακά επειδή υπάρχει λόγος. Και αυτό είναι μια χαρά (Αλλά έλα τώρα όλοι το ξέραμε απ’ την αρχή, είναι λίγο η φάση just kiss already). Το πιο δυνατό χαρτί της συγγραφέως θεωρώ ότι είναι το σέτινγκ, η ιστορική περίοδος και όσα έρχονται πακέτο. Ωστόσο, δεν θα ήθελα να φανεί ότι απλά καβαλάει μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία (που πολλοί δεν γνωρίζουν κιόλας καλά, άρα δεν μπορούν να φέρουν αντίρρηση) και δεν κάνει ουσιαστική δουλειά. Όχι, η Δανάη έχει όντως και φαντασία και γνώσεις και το πώς συνδυάζονται δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί εκτός κι αν διαβάσεις το βιβλίο. Πάντως, γίνεται με επιτυχία. Θα τολμούσα να πω ότι είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα με φανταστικά στοιχεία ή ένα μυθιστόρημα φαντασίας βασισμένο στην ιστορία; Αυτό είναι μια δύσκολη ερώτηση που δεν έχω ξεδιαλύνει. Θα έλεγα ότι είναι ένα αρκετά καλό βιβλίο όμως και να το διαβάσετε. Αν είχα να κάνω τρεις ευχές σε ένα τζίνι θα ήταν οι εξής: (ΙΣΩΣ ΜΙΚΡΑ ΣΠΟΙΛΕΡ) Κάποιες σκηνές, να είχαν παρουσιαστεί με λιγότερη λεπτολογία, ειδικά πηγαίνοντας προς την κορύφωση. Ορισμένα διαλογικά κομμάτια θα μπορούσαν να είναι με λιγότερες επαναλήψεις επίσης. Δεν θα έλεγα πως υπάρχουν σημεία που αγγίζουν τα όρια του filler και θα μπορούσαν να λείπουν, μα σε πολύ εξειδικευμένο επίπεδο λίγο tweaking ήθελε. Η κορύφωση, να ήταν λίγο πιο δυνατή. Ήταν ένα cliffghanger που με άφησε να πω καγχάζοντας «ω έλα τώρα». Θα ήθελα ή να με είχε εκνευρίσει περισσότερο ή λιγότερο. Πάντως βρήκα το τέλος λιγάκι χλιαρό, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ανυπομονώ για τη συνέχεια. Να έρθει γρήγορα η συνέχεια και να φέρει περισσότερους, εξίσου ενδιαφέροντες και διαφορετικούς χαρακτήρες. Ίσως ένα αντίπαλο δέος που δεν περιμένουμε. Αυτό δεν είναι παραπονάκι όπως τα άλλα δύο, αλλά ανυπομονώ μπορώ να πω. Γενικά, δεν βρίσκω κάτι το κακό στον τρόπο γραφής της Δανάης και αυτά που ανέφερα είναι προσωπικές μου προτιμήσεις. Θα περίμενα το επόμενο να είναι στο ίδιο μέγεθος και με τον ίδιο βηματισμό κιόλας, γιατί νομίζω η φόρμουλα δουλεύει καλά για την ιστορία της. Επίσης ας εξομολογηθώ κάτι ακόμη. Όταν διαβάζω ένα καλό βιβλίο, μετά θέλω να ασχολούμαι με αυτό και να το μοιράζομαι με άλλους. Είναι λίγες φορές που θα διαβάσω ένα καλό βιβλίο που θα με κάνει να πω ότι εμπνεύστηκα για να κάνω κάτι στα δικά μου βιβλία. Αλλά να, ζηλεύω λίγο τα ανατολίτικα τώρα και αν δεν αποκτήσω κάπου ένα τζίνι σε ιστορία μου κάποτε, θα κατηγορώ τη Δανάη που με τράβηξε σε αυτή την κουλτούρα.

1



Η Εποχή του Κυνηγιού

Θα πρέπει να ξεκινήσω με τη δημόσια (ντεμέκ) συγγνώμη μου στη συγγραφέα, διότι αυτό είναι ένα απ' τα πρώτα ελληνικά βιβλία φαντασίας που διάβασα και ως τώρα δεν αξιώθηκα να γράψω δυο λόγια γι' αυτό. Πολύ περισσότερο, δεν αξιώθηκα να πω δυο λόγια στην Έρση όταν τη συνάντησα, γιατί πολύ απλά έχω καταχωρίσει αυτό το βιβλίο ως "ένα πολύ καλό βιβλίο" και το έχω δεδομένο στο μυαλό μου ότι έτσι είναι και όλοι το ξέρουν. Επειδή λοιπόν δεν είμαι γενικά ασυνεπής και δεν μου αρέσει να αργώ, έρχομαι αυτή τη στιγμή να διορθώσω όσα εξομολογήθηκα στην παραπάνω παράγραφο και να ζητήσω συγχώρεση απ' την στρογγυλή τράπεζα των καλών συγγραφέων του φανταστικού, στην οποία και η Έρση Λάβαρη δικαίως ανήκει. Η Εποχή του Κυνηγιού είναι ένα απ' αυτά τα βιβλία που κάθε φορά ψάχνω πώς να τα παρουσιάσω, διότι ειλικρινά δεν θέλω να spoilάρω τίποτε απ' την πλοκή και τους χαρακτήρες. Αξίζει χωρίς περαιτέρω συζήτηση να το διαβάσετε, αν δεν το έχετε κάνει ήδη, και να το βιώσετε αυτούσιο και ατόφιο. Θα ξεχωρίσω όμως μερικά καλά στοιχεία για να σας πείσω αν έχετε ενδοιασμούς. Ισχύει γενικά πως η σεξουαλικότητα ενός χαρακτήρα διαφέρει απ' την προσωπικότητα του χαρακτήρα. Αυτό η συγγραφέας το κατανοεί απόλυτα και το εκφράζει άριστα στο κείμενο. Ελπίζω να μην χρειάζεται να εξηγήσω το γιατί. Υπάρχει LGBTQ+ εκπροσώπηση στο βιβλίο, αν θέλετε να το πούμε έτσι, μα πάνω απ' όλα υπάρχουν χαρακτήρες με στιβαρά δομημένες προσωπικότητες, γούστα, σεξουαλικότητες, θετικά και αρνητικά στοιχεία. Βάθος. Εξέλιξη. Υπάρχει χώρος για συναισθηματική επένδυση. Χαρτομάντηλα δεν δίδονται απ' όσο ξέρω μαζί με κάθε αντίτυπο πάντως. Κάτι που επίσης κατανοεί η συγγραφέας είναι η δομή ενός βιβλίου. Η Εποχή του Κυνηγιού έχει άρτια δομημένη αρχή, μέση και τέλος. Τα στοιχεία της πλοκής οδηγούν σε ικανοποιητικές αποδόσεις και είναι γενικά ένα πολύ "καθαρό" κείμενο, μια πολύ άρτια πλοκή και μια ευρύτερη καλοδουλεμένη ιδέα για την ιστορία. Είναι καλογραμμένο και πλούσιο "τεχνικά", δηλαδή ο τρόπος και το στυλ γραφής είναι αρκετά μεστά και δεμένα και ταιριαστά για την απόδοση του νοήματος. Θα έλεγα πως ο βηματισμός είναι κυμαινόμενος, αλλά όχι με μια κακή απαραίτητα έννοια (δεν θα έλεγα ότι το βιβλίο κάνει κάπου κοιλιά). Αυτό συμβαίνει επειδή μπλέκονται ίχνη διαφόρων ειδών στο είδος της φαντασίας (που θεωρώ κυρίαρχο συνδετικό κρίκο της ιστορίας), όπως μυστήριο και ρομάντζο. Καθώς η πλοκή εξελίσσεται, οι χαρακτήρες σε παίρνουν απ' το χέρι σε ένα ταξίδι όπου τα διάφορα είδη μπλέκονται αρμονικά σε μια ενιαία ιστορία και προτού το καταλάβεις το συναισθηματικό roller coaster έχει τελειώσει και ο κύριος με τα εισητήρια σου ζητάει να κατέβεις. Τι κιόλας; Μα ήθελα άλλες 300 σελίδες. Δεν θεωρώ το βιβλίο ελλιπές ή μικρό... Αλλά θα ήθελα παραπάνω. Για να μην πολυλογώ και καταλήξω σε πιο περίεργες αναλογίες, μπορώ να συνοψίσω με μια κουβέντα γιατί πρέπει να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο: Επειδή δεν έχει απολύτως τίποτε να χάσει, παρά μόνο έχει να κερδίσει μια υπέροχη εμπειρία.

1