"Ο Ψιθυριστής" ήταν ένα βιβλίο που είχα ενθουσιαστεί ακόμη και πριν εκδοθεί. Είχα δει το όμορφό του εξώφυλλο, την περίληψη που σε άφηνε σε σκέψεις καθώς δεν ήξερες πόσο πολύ θα τρομάξεις αλλά και τις κριτικές οι οποίες ήταν πέρα για πέρα θετικές. Νομίζω λοιπόν καταλαβαίνετε τον ενθουσιασμό μου όταν το πήρα στα χέρια μου για να το διαβάσω έπειτα από 2 μήνες σχεδόν που είχε μείνει στο ράφι με τα αδιάβαστα.
Ας αρχίσω πρώτα από τα θετικά του βιβλίου. Η αφήγηση (είτε πρωτοπρόσωπη από την μεριά του Τομ Κένεντι είτε τριτοπρόσωπη από μεριά άλλων προσώπων) ήταν πολύ ομαλή κι οι περιγραφές δεν ήταν ούτε υπερβολικές ούτε ελλιπείς. Υπήρχε μέτρο στο βιβλίο κι αυτό είναι κάτι ωφέλιμο για αυτό. Γενικά, θα έλεγα πως το χαρακτηρίζουν η ζωντάνια, η αμεσότητα κι η παραστατικότητα. Ενώ το διάβαζα, μπορούσα πάρα πολύ εύκολα να σχηματίσω τις εικόνες στο μυαλό μου σαν να έβλεπα ταινία. Δεν νομίζω να έχω σχηματίσει ευκολότερα άλλη ιστορία μέσα στο μυαλό μου. Επιπλέον, η σκιαγράφηση των χαρακτήρων ήταν άψογη. Ο καθένας είχε τις δικές του σκέψεις που τον βασάνιζαν κι ο συγγραφέας μπόρεσε να το αποδώσει με αξιοπρόσεκτο τρόπο.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, το βιβλίο είχε κάμποσα αρνητικά. Αρχικά, η δράση παρόλο που η ιστορία είναι στην κατηγορία αστυνομικό-θρίλερ ήταν ανύπαρκτη. Σε ελάχιστα σημεία ο συγγραφέας γράφει σκηνές στις οποίες οι ήρωες να βρίσκονται εν δράσει και σε αυτές που υπάρχουν, οι ήρωες είναι μπερδεμένοι ψυχολογικά και δεν μπορούν να δώσουν πολλές λεπτομέρειες για το τι συμβαίνει ή απλά γίνεται skip της συγκεκριμένης σκηνής. Δίνεται βάρος στα συναισθήματα των ηρώων και το καταλαβαίνω αυτό. Θεωρώ, όμως, πως θα ήταν πολύ καλύτερα αν το βιβλίο ήταν γραμμένο σε τριτοπρόσωπη αφήγηση και με τον αφηγητή να μην ξέρει τίποτα για τον δολοφόνο ή τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν (δεν θυμάμαι τον λογοτεχνικό όρο
Μόλις τελείωσα αυτό το βιβλίο και ειλικρινά δεν ξέρω τι ήταν αυτό που διάβασα. Άλλο περίμενα όταν είχα διαβάσει για πρώτη φορά την περίληψη, άλλο αντίκρυσα στην αρχή του βιβλίου κι άλλο ήταν στην πραγματικότητα.
Ειδικότερα, περίμενα να διαβάσω μια ιστορία με μια παράλληλη διάσταση μέσα στον δικό μας κόσμο καθώς στο οπισθόφυλλο έχει την φράση «Μια ιστορία που εκτυλίσσεται εκεί όπου μπερδεύονται πραγματικότητα και ψευδαισθήσεις» ή κάτι άλλο τέλος πάντων σε σχέση με αυτό που ήταν η ιστορία. Όταν διάβασα τον πρόλογο, μου είχε φανεί εντελώς άκυρος σε σχέση με την περίληψη κι αυτό γιατί δεν είχα διαβάσει τις πρώτες 180 σελίδες (γιατί μετά από εκεί αρχίζει να βγάζει νόημα η ιστορία). Το πρώτο μέρος του βιβλίου, παρουσίαζε στην ουσία μια δυστοπική πραγματικότητα η οποία ήταν μια ψευδαίσθηση μέσα στην οποία είχε επιλέξει να ζει μια σχιζοφρενής (?) σε ένα ψυχιατρείο της Θεσσαλονίκης. Σε αυτό το δυστοπικό περιβάλλον, υπάρχουν τείχη γύρω από μια πόλη (βασικά ήταν 2 πόλεις αλλά δεν κατάλαβα πως χωρίζονταν στην Άνω και την Κάτω Πόλη) με εκατομμύρια κατοίκους και 4 ισχυροί που κάνουν τα πάντα για να δυσκολεύουν την ζωή του λαού. Αλλόκοτα πράγματα συμβαίνουν στην λεγόμενη Κάτω Πόλη, φόνοι άσχετοι και φόνοι αλυσίδες, βία και περισσότερη βία. Μια ομάδα ανθρώπων θέλει να φέρει την αλλαγή ώστε να επανέλθει η ελευθερία. Παράλληλα με αυτή την ιστορία (στο δεύτερο και το τρίτο μέρος του βιβλίου), η σχιζοφρενής (?) μας αφηγείται και γεγονότα της πραγματικής της ζωής και πως οδηγήθηκε στο ψυχιατρείο.
Γενικά, το βιβλίο είτε ήταν κακογραμμένο, είτε ήταν ένα φιλοσοφικό κείμενο το οποίο εγώ δεν μπόρεσα να καταλάβω πλήρως. Δεν είμαι σίγουρη σε ποια κατηγορία βιβλίου ανήκει. Θέλω να πω, ούτε δυστοπικό είναι γιατί η μία ιστορία είναι παραλογισμοί, αλλά ούτε και μυστηρίου ή κάτι άλλο επειδή γνωρίζουμε ήδη το τέλος από την αρχή του βιβλίου.
Η συγγραφέας δίνει μεγάλη βάση στις περιγραφές σε σημείο που καταντά ενοχλητικό ακόμα και για εμένα που μου αρέσουν οι λεπτομέρειες. Ακόμα, κατά την άποψή μου, κάθε συναίσθημα παραήταν υπερβολικό και δραματικό έτσι όπως ήταν αποτυπωμένο. Αυτό συνέβαινε ίσως επειδή η αφηγήτρια είχε ψυχολογικά προβλήματα. Εκτός από τα παραπάνω, η συγγραφέας μπέρδευε καταστάσεις και πρόσωπα καθώς και την χρονική ακολουθία των γεγονότων, με αποτέλεσμα να μπερδεύει τον αναγνώστη.
Στα θετικά του βιβλίου ήταν πως υπήρχε λυρικότητα, κλασσικό χαρακτηριστικό των Ελλήνων συγγραφέων (κατά την άποψή μου τουλάχιστον) και πως στο τέλος άφηνε τροφή για σκέψη. Μόλις ο αναγνώστης τελειώνει την ανάγνωση, αρχίζει να έχει δεύτερες σκέψεις για την ζωή που ζει, για την κοινωνία γενικότερα. Δεν θα μπω σε παραπάνω ανάλυση γιατί θεωρώ πως το θέμα που αναπτύσσει απαιτεί ολόκληρη έκθεση πολλών σελίδων.
Η αφήγηση του βιβλίου ήταν είτε πρωτοπρόσωπη από την μεριά της Φαίδρας, είτε τριτοπρόσωπη από την μεριά άλλων προσώπων. Η γλώσσα, άλλες φορές ήταν λυρική και άκρως ποιητική και άλλες ήταν ωμή με πολλές λεπτομέρειες εξίσου.
Δεν ξέρω αν θα το συνιστούσα. Ήταν πολύ μπερδεμένο και σίγουρα για να το κατανοήσει κάποιος όπως πρέπει, είναι απαραίτητο να έχει καθαρό μυαλό.
1
Υφαντόκοσμος
Ήθελα να διαβάσω εδώ και πολύ καιρό αυτό το βιβλίο, είναι το πρώτο του Clive Barker που διαβάζω και ομολογώ πως μου έκανε καλή εντύπωση. Ο «Υφαντόκοσμος» για μένα ήταν ένα καταφύγιο για το άγχος των ημερών, ένα ταξίδι σε μια φανταστική χώρα που ζουν μυθικά πλάσματα αλλά και φανταστικά όντα με υπερφυσικές δυνάμεις και μαγεία. Πάνω απ' όλα σε αυτή την ιστορία υπήρχε μαγεία που ξεχείλιζε από τις σελίδες τόσο ώστε να σε κάνει να πιστέψεις πως αυτά που περιγράφει μπορούν να συμβούν. Φυσικά, η ιστορία δεν αναφέρεται σε μια ιστορία μάγων. Καμία σχέση. Η ιστορία του Υφαντόκοσμου είναι, όπως λέει και το οπισθόφυλλο του βιβλίου, « [...] ένα έπος της φαντασίας, των πλασμάτων και των τόπων του ονείρου. Μια ιστορία αναζήτησης, τιτάνιου αγώνα, αγάπης και ελπίδας. Ένα βιβλίο ενορατικής σύλληψης και τρόμου [...]». Μια ιστορία που δεν είχε μήτε αρχή μήτε τέλος αλλά με μια πλοκή που σε παρασέρνει αμέσως. Πρόκειται για μια περιπέτεια που ζουν ο Καλ κι η Σουζάνα, δυο πρόσωπα άγνωστα μεταξύ τους μέχρι την μέρα που θα τους συνδέσει με έναν ιδιαίτερο δεσμό (όχι φιλικό ή ερωτικό αλλά κάτι πολύ βαθύτερο) το Υφαντό που μέσα του κρύβει μια ολόκληρη χώρα, την Φούγκα, την Χώρα των Θαυμάτων, την χώρα που ζουν μεταφυσικά όντα και κάθε τι είναι δυνατόν. Από την στιγμή που η Φούγκα ξυπνά, έρχεται αντιμέτωπη με πολλαπλούς εχθρούς που θέλουν το κακό της. Μπορεί να έχει περάσει παραπάνω από μισό αιώνα που τα πλάσματα της Φούγκας έπλασαν αυτό το χαλί για να σωθούν αλλά οι εχθροί τους δεν τα έχουν ξεχάσει ακόμα. Ήθελαν και εξακολουθούν να θέλουν την καταστροφή τους. Τα δύο βασικά πρόσωπα της ιστορίας θα κληθούν να σώσουν την Φούγκα από τους εχθρούς περνώντας από πολλές δοκιμασίες.
Ο συγγραφέας άλλες φορές ήταν πολύ παραστατικός, με έκανε να κάνω εικόνα στο μυαλό μου ακριβώς ότι ήθελε να περιγράψει, ενώ άλλες οι περιγραφές του ήταν πολύ αόριστες και μπερδεμένες ιδιαίτερα στα σημεία που περιγράφει οράματα και όνειρα. Η γλώσσα του έπους συνολικά ήταν, θα έλεγα, πολύ αφηγηματική και λυρική. Μερικές φορές μάλιστα ένιωθα πως έβλεπα ταινία και μιλούσε ένας απρόσωπος αφηγητής για τους πρωταθλητές. Κάπου εδώ αναφέρω πως η αφήγηση ήταν τριτοπρόσωπη. Υπήρχε ζωντάνια και παραστατικότητα στην ροή του κειμένου κι αυτό με χαροποίησε πολύ γιατί είχα ανάγκη να διαβάσω ένα τέτοιου είδους βιβλίο.
Η πλοκή είχε δράση, δεν με άφηνε να τελειώσω την μέρα μου χωρίς να έχω διαβάσει έστω 50 σελίδες. Θα διάβαζα περισσότερες αν δεν είχα την εξεταστική.
1
Ονειροπαγίδα
Το βιβλίο του Stephen King «Ονειροπαγίδα» ήταν ένα απρόσμενο ανάγνωσμα. Δεν ήταν από την αρχή στην λίστα με τα βιβλία που ήθελα να διαβάσω αλλά αφού έτυχε να πέσει στα χέρια μου, αποφάσισα να του ρίξω μια ματιά. Η «Ονειροπαγίδα» ήταν το πρώτο βιβλίο με εξωγήινους που διάβασα και χαίρομαι πολύ που ο Stephen King με ξενάγησε σε μια παράλληλη πραγματικότητα στην οποία οι εξωγήινοι πολεμούν να κάνουν έφοδο στην Γη από το 1940 με την τελική τους εμφάνιση να είναι το 2000.
Μπορεί συνήθως οι εξωγήινοι να παρουσιάζονται στις ταινίες ως εξαιρετικά έξυπνα όντα με πολύ ανεπτυγμένες τεχνολογίες και όπλα, αλλά οι εξωγήινοι αυτού του βιβλίου είναι τελείως διαφορετικοί. Παρόλο που είχαν την νοημοσύνη να κατασκευάσουν ένα διαστημόπλοιο που μπορεί να ταξιδέψει με την ταχύτητα φωτός, δεν ήταν τόσο έξυπνοι ώστε να έχουν ένα μεγαλειώδες σχέδιο για τον αφανισμό ολοκλήρου του πληθυσμού. Μάλλον, για να το εξηγήσω καλύτερα, είχαν αλλά δεν ήταν κάτι που περιλάμβανε ακτίνες και όπλα ή κάτι τέτοιο. Κουβαλούσαν μαζί τους έναν ιό και το σχέδιο ήταν να τον εξαπλώσουν σε όλη την Γη. Βέβαια, ο ιός δεν ήταν όσο μεταδοτικός όσο περίμενα, ούτε είχαν κάποιο μέσο για να τον στείλουν σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Άλλη μια ιδιότητα που είχαν ήταν πως όπου πήγαιναν, μετέδιδαν την τηλεπάθειά τους στους ανθρώπους. Αυτό, βέβαια, μου φάνηκε περισσότερο καλό παρά κακό.
Η ιστορία γενικά, περιστρέφεται γύρω από πέντε φίλους. Οι πέντε άνδρες έχουν κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες με τον έναν από αυτούς να είναι τηλεπαθητικός από την φύση του. Μια από τις μέρες του Νοέμβρη που συναντιούνται και πηγαίνουν για κυνήγι στα βόρεια δάση του Μέιν, θα μπλεχτούν μέσα στην πιο απίθανη περιπέτεια της ζωής τους. Αυτή η περιπέτεια φυσικά και περιλαμβάνει τους εξωγήινους που ανέφερα παραπάνω. Δεν θα πω παραπάνω λεπτομέρειες γιατί φοβάμαι μην αποκαλύψω τίποτα.
Η γλώσσα του βιβλίου ήταν η συνηθισμένη άλλες φορές ωμή άλλες γλαφυρή με πολλές λεπτομέρειες γλώσσα του King. Μπορεί σε μερικά σημεία ο συγγραφέας να υπερέβαλε με τις λεπτομέρειες αλλά σαν σύνολο ήταν ένα πολύ καλογραμμένο βιβλίο. Οι περιγραφές ήταν πάρα πολύ ζωντανές κι η πλοκή είχε αρκετή δράση. Ωστόσο, αφού το διάβασα, αισθάνομαι πως κάτι έλειπε. Ίσως επειδή έχω επηρεαστεί από τις ταινίες που τα δείχνουν όλα φαντασμαγορικά ή ίσως φταίει το γεγονός πως οι εξωγήινοι της συγκεκριμένης ιστορίας είναι διαφορετικοί. Όσον αφορά τους χαρακτήρες ήταν ομοιόμορφα σχεδιασμένοι με κάθε τους σκέψη αποτυπωμένη στο χαρτί.
Σίγουρα το συστήνω σε λάτρεις της φαντασίας και του εξωγήινου στοιχείου γιατί κάθε ιστορία με εξωγήινους είναι μια ιστορία που έχει κάτι το ασυνήθιστο. Σε μεταφέρει σε έναν κόσμο τόσο μακρινό αλλά ταυτόχρονα τόσο πραγματικό.
Θα αρχίσω την κριτική για αυτό το βιβλίο λέγοντας πως ήταν ότι πιο ευκολοδιάβαστο έχω διαβάσει στην ζωή μου. Είχε 412 σελίδες και ειλικρινά έμοιασαν με 50. Ναι, η γραμματοσειρά ήταν λίγο μεγάλη αλλά και πάλι. Δεν περίμενα 412 σελίδες να διαβαστούν τόσο εύκολα και μάλιστα σε μια χρονική περίοδο πριν την εξεταστική.
«Η Σιωπηλή Ασθενής» είναι ένα μυθιστόρημα που κάποιοι θα το χαρακτήριζαν ως αστυνομικό, άλλοι ως μυστηρίου ενώ κάποιοι άλλοι ως ψυχολογικό θρίλερ. Νομίζω η τρίτη επιλογή είναι η πιο ταιριαστή μιας και που η μισή ιστορία εκτυλίσσεται στην ψυχολογική μονάδα Γκρόουβ, αλλά ο καθένας μπορεί να έχει την δική του άποψη. Έχουμε λοιπόν την Αλίσια η οποία φαινομενικά (σύμφωνα με την περίληψη στο οπισθόφυλλο εννοώ) πυροβολεί τον σύζυγό της 5 φορές στο κεφάλι και έκτοτε μένει σιωπηλή. Μετά την εκδίκασή της μεταφέρεται στην ψυχιατρική μονάδα υψηλής ασφαλείας Γκρόουβ στο Βόρειο Λονδίνο αλλά οι ψυχίατροι/ψυχολόγοι δεν μπορούν να την κάνουν να μιλήσει ώστε να εξηγήσει τα καθέκαστα. Φυσικά, αυτό θα αλλάξει όταν ο Θίο Φέιμπερ ένας ιατροδικαστικός ψυχοθεραπευτής που ήθελε να ασχοληθεί με την περίπτωσή της από τότε που τα Μ.Μ.Ε. προέβαλαν την δολοφονία του άνδρα της Αλίσια αρχίζει να δουλεύει στην ίδια ψυχιατρική μονάδα που εκείνη νοσηλεύεται.
Από όλες τις θεωρίες που έκανα (5+) όσο το διάβαζα, δεν έπεσα καθόλου μέσα. Ήταν πολύ απρόβλεπτο. Η αλήθεια δεν φανερώθηκε μέχρι τις τελευταίες σελίδες, κάτι που είναι θετικό καθώς κρατάει τον αναγνώστη έως ότου μάθει τι έγινε τελικά εκείνη την νύχτα της 25ης Αυγούστου. Επιπρόσθετα, το βιβλίο ήταν πολύ καλογραμμένο. Φάνηκαν οι γνώσεις του συγγραφέα ή η έρευνα που έκανε ήταν τόσο καλή ώστε διατύπωσε τους ψυχολογικούς όρους με ευφράδεια χωρίς να φαίνεται πως δεν έχει επίγνωση περί του θέματος. Πάντως οτι ήταν σχετικό με ψυχολογία, είχε εύκολη εξήγηση μέσα από την αφήγηση ώστε να μην δυσκολεύεται ο αναγνώστης.
Ακόμη, μου άρεσε γενικά η γλώσσα της ιστορίας. Είχε όση λυρικότητα χρειαζόταν για να αποτυπωθούν σωστά τα συναισθήματα των χαρακτήρων και το εκτιμώ πολύ γιατί χρειαζόμουν μια τόσο καλή εκφραστικότητα σε ένα τέτοιο βιβλίο.
Η αφήγηση ήταν πρωτοπρόσωπη είτε από την μεριά του ψυχοθεραπευτή Θίο Φέιμπερ είτε μέσω του ημερολογίου που κρατούσε η Αλίσια. Επιπλέον, το βιβλίο ήταν αρκετά παραστατικό. Μπόρεσα πολύ εύκολα να κάνω εικόνα το τι συνέβαινε εκτός ίσως από τις μορφές των χαρακτήρων πέρα από κάποια χαρακτηριστικά του καθενός που τονίζονταν ιδιαίτερα. Ίσως ο συγγραφέας το άφησε πάνω στους αναγνώστες να φανταστούν όπως εκείνοι θέλουν τους ήρωες.
Το μόνο αρνητικό που βρήκα στην ιστορία ήταν ένα μπέρδεμα με την πλοκή. Βέβαια, δεν μπορώ να πω κάτι παραπάνω γι'αυτό γιατί ίσως γίνει spoiler και δεν θέλω να κάνω spoilers.
Γενικά, «Η Σιωπηλή Ασθενής» είναι ένα βιβλίο που το προτείνω. Μου άρεσε πολύ και με έκανε να κολλήσω μαζί του όσο κανένα άλλο μπορώ να πω. Ελπίζω να σας αρέσει κι εσάς αν τύχει και το πιάσετε στα χέρια σας.
«Το Κοράκι» του Stephen King παρέμεινε αρκετούς μήνες στο ράφι με τα αδιάβαστα βιβλία. Ένας από τους λόγους που έγινε αυτό ήταν λόγω του μεγάλου μεγέθους του. 957 σελίδες είχε και παρόλο που δεν είναι και το μεγαλύτερο βιβλίο που έχω διαβάσει, δεν παύει να είναι ένα μεγάλο βιβλίο. Μάλιστα σε αυτή την περίοδο που μόλις άρχισα το εαρινό εξάμηνο του πρώτου έτους δυσκολεύτηκα να βρω χρόνο για να διαβάσω. Όμως το θέμα δεν είναι αυτό. Έτσι;
Ας αρχίσω λοιπόν την κριτική μου αναφέροντας τα θετικά του βιβλίου. Πρώτον, ήταν μια ιστορία αρκετά ενδιαφέρουσα και νομίζω πως αξίζει να περιγράψω κάποια βασικά στοιχεία της. Ξεσπάει μια επιδημία με ποσοστό θνησιμότητας 99,4% στις ΗΠΑ (η οποία σίγουρα εξαπλώνεται και παγκοσμίως κι ας μην το αναφέρει πουθενά) με αποτέλεσμα να πεθάνουν εκατομμύρια άνθρωποι (το γεγονός πως το διάβασα ενόσω κυριαρχεί ο πανικός για τον κορονοϊό με ξεπερνάει). Ωστόσο, δεν έχουν πεθάνει όλοι. Υπάρχουν επιζώντες με ανοσία στον ιό, ανάμεσά τους κι οι πρωταγωνιστές όπως ο Στιου, η Φράνι, ο Χάρολντ, ο Γκλεν, η Λούσι, ο Νικ, ο Λάρι και πολλοί ακόμα. Το βιβλίο είχε πολλούς χαρακτήρες μέσα κι ίσως κάποιο "σκονάκι" να βοηθούσε στην υπενθύμιση των ονομάτων με τα πρόσωπα. Στην συνέχεια, υπάρχουν τα όνειρα. Όλοι οι επιζώντες, είτε βλέπουν εφιάλτες στους οποίους πρωταγωνιστής είναι ο σκοτεινός άνδρας, είτε βλέπουν καλά όνειρα στα οποία η βασική μορφή μοιάζει να είναι μια έγχρωμη ηλικιωμένη, η Μάνα Άμπιγκεϊλ. Μάλιστα, πολλές φορές οι άνθρωποι βλέπουν και των δύο ειδών όνειρα στον ύπνο τους. Ακόμα, αρχίζουν να μαζεύονται στο Μπόλντερ όπου και συγκροτούν την Ελεύθερη Ζώνη, μια πόλη γεμάτη επιζώντες με σκοπό να αρχίσει πάλι η ανάπτυξη του ανθρώπινου είδους (ο άνθρωπος είναι κοινωνικόν ζώον όπως έλεγε κι ο Αριστοτέλης). Τότε, καθώς τα όνειρα εντείνονται, γίνεται λόγος για την Αποκάλυψη, όλοι πιστεύουν πως ο σκοτεινός άνδρας που βλέπουν στα όνειρά τους είναι ο Αντίχριστος που ήρθε να κυριεύσει τον κόσμο. Μόνο που δεν ήταν έτσι.. (Φαίνεται ενδιαφέρον. Σωστά;)
Ένα ακόμα θετικό της ιστορίας είναι πως υπάρχουν αρκετά μικρά plot twists τα οποία κάνουν τον αναγνώστη να κολλά περισσότερο με «Το Κοράκι». Επιπρόσθετα, κάτι που θεωρώ μεγάλο θετικό για το βιβλίο είναι πως δεν υπάρχει περιττολογία. Παρόλο που είναι μεγάλη ιστορία ο King δεν γράφει ατελείωτες λεπτομέρειες που αφορούν σκέψεις και φιλοσοφίες. Υπάρχουν αυτά τα στοιχεία στην ιστορία αλλά σε μικρότερο βαθμό από το σύνηθες. Λογικά επειδή είναι από τα πρώτα έργα του συγγραφέα. Ακόμα, κατά την γνώμη μου και παρά το γεγονός πως έκανα τόσες μέρες να το ολοκληρώσω, ήταν ένα πολύ ευκολοδιάβαστο βιβλίο. Όποτε έβρισκα χρόνο για να διαβάσω, οι 100 σελίδες έβγαιναν λες κι ήταν 40 ενώ η γραμματοσειρά ήταν μικρή. Δεν κουράστηκα καθόλου διαβάζοντάς το. Κάτι που παραλίγο να ξεχάσω να αναφέρω ως θετικό είναι πως περιείχε μια σκηνή η οποία ειλικρινά με φόβισε. Αυτό είναι κάτι σπάνιο γιατί εγώ προσωπικά σπάνια τρομάζω με βιβλία ακόμα κι αν αυτά είναι του King.
Ας περάσω όμως και στα αρνητικά του βιβλίου. Αρχικά, παρόλο που υπήρξε κορύφωση στην ιστορία, θεωρώ πως δεν ήταν τόσο μεγαλειώδης και εντυπωσιακή όσο περίμενα. Δεν θα πω λεπτομέρειες για να μην κάνω spoilers. Απλώς ήθελα κάτι παραπάνω για να ευχαριστηθώ, για να νιώσω δηλαδή πως ο χρόνος που πέρασα διαβάζοντας τόσες σελίδες δεν ήταν χαμένος. Κατά μια έννοια δεν ήταν χαμένος χρόνος γιατί μου άρεσε σαν ιστορία αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ. Επιπλέον, όπως προανέφερα, δεν υπήρχε κάποιο "σκονάκι" με τα ονόματα των χαρακτήρων όπως έχω συνηθίσει στα νεότερα βιβλία του με αποτέλεσμα να μπερδεύω πολλές φορές τους ήρωες μεταξύ τους ή να μην θυμάμαι ποιος είναι ποιος. Κάτι που θεωρώ ως αρνητικό είναι πως δεν ξεκαθαρίστηκε γιατί ονομάστηκε έτσι το βιβλίο. Αφού το έχω διαβάσει, μπορώ να πω, πως καταλληλότερος τίτλος θα ήταν σαν «Ο Σκοτεινός Άνδρας» ή «Σκοτεινά Όνειρα» ή κάτι παρόμοιο.
Γενικά, «Το Κοράκι» είναι ένα βιβλίο που σίγουρα το συστήνω. Είναι αριστούργημα κι ας έχει ατέλειες γιατί απεικονίζει με αληθοφάνεια μια εναλλακτική πραγματικότητα (εκτός από τα μεταφυσικά στοιχεία).
Το συγκεκριμένο βιβλίο το βρήκα στο ράφι με τα βιβλία του μπαμπά. Το είχα προσέξει και παλιότερα αλλά τότε δεν μου προξένησε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον ως προς το θέμα του. Αυτή την φορά, σίγουρα μου τράβηξε την προσοχή.
Αρχικά, το βιβλίο είχε μια αρκετά μεγάλη εισαγωγή πριν μπει στο κυρίως θέμα. Ναι, ήταν εν μέρει σωστό που ο συγγραφέας το έκανε αυτό έτσι ώστε να μπούμε μέσα στο μυαλό του Μάικ Νούναν. Αλλά από την άλλη πλευρά, με κούρασε λίγο στην αρχή μέχρι ο Μάικ να επιστρέψει πια πίσω στο Σάρα Λαφς. Τότε είναι που αρχίζει η πραγματική δράση. Ο Μάικ όντας συντετριμμένος μετά τον θάνατο της γυναίκας του, Τζο, και του γεγονότος πως δεν μπορεί να γράψει (είναι συγγραφέας), επιστρέφει στο εξοχικό του Σάρα Λαφς όπου και θα μπλεχτεί στην πιο μυστηριώδη κατάσταση της ζωής του. Είχε αρκετές παράξενες εμπειρίες πολύ πριν την ηλικία των 40, όπως κάποιο εξαιρετικά ζωντανό όνειρο και ένα παραλήρημα από κάποιο σοβαρό πυρετό. Καμία όμως από αυτές τις εμπειρίες δεν φτάνει το επίπεδο όσων θα ζήσει στο T-R-90. Ενώ όλα μοιάζουν ίδια στην γνώριμη για εκείνον κωμόπολη, κάτι είναι διαφορετικό, κάτι που δεν το είχε προσέξει τις φορές που ερχόταν μαζί με την γυναίκα του όσο ζούσε. Θαμμένα μυστικά, μια υπόθεση κηδεμονίας που θα του στοιχίσει σχεδόν την ζωή αλλά και μεταφυσικά γεγονότα. Όλα αυτά οδηγούν στο ίδιο του το σπίτι, το Σάρα Λαφς κι ο ίδιος καλείται να επιλύσει το μυστήριο και να προσφέρει την ανάπαυση στα φαντάσματα που τον καραδοκούν.
Όσο διάβαζα το «Σάκος με κόκαλα» αισθάνθηκα μια μελαγχολία και ταυτόχρονα μια ευχαρίστηση. Διαβάζοντάς το ένιωσα πως διαβάζω πάλι ένα κλασικό βιβλίο του Stephen King. Εντάξει, μπορεί να ήταν το 3ο βιβλίο στην σειρά που διάβασα την συγκεκριμένη χρονική περίοδο αλλά τα άλλα δύο δεν μου έδωσαν αυτή την αίσθηση. Πιστεύω πως γι'αυτό ευθύνεται το γεγονός πως το βιβλίο είχε να κάνει με ένα υπερφυσικό θρίλερ, κατηγορία ιστορίας για την οποία ο King έχει γράψει πολλά βιβλία, αρκετά από τα οποία έχω διαβάσει.
Η αφήγηση ήταν πρωτοπρόσωπη και οι περιγραφές ήταν πάρα πολύ ζωντανές. Δέθηκα με αρκετούς χαρακτήρες του βιβλίου με έναν από αυτούς να είναι η Κάιρα, η μικρή κόρη της Μέτι, ένα ξεχωριστό κοριτσάκι, που γνωρίζει ο Μάικ όταν επιστρέφει στο T-R-90. Ένιωσα ως έναν βαθμό τα συναισθήματά τους και έμεινα άγρυπνη σχεδόν κάθε βράδυ διαβάζοντας όσο περισσότερο μπορούσα. Ο συγγραφέας βλέπετε έκανε άριστη δουλειά με την εξέλιξη της πλοκής. Δεν μπορώ να πω πως φοβήθηκα κάπου αλλά υπήρχαν κάποιες σκληρές σκηνές οι οποίες με έκαναν να μορφάσω διαβάζοντάς τες.
Κάτι ακόμα που μου άρεσε στο βιβλίο ήταν πως ξεκαθάρισαν όλα. Κατ'εμέ δεν υπήρχε ούτε ένα μικρό plot hole. Ο επίλογος στο τέλος μπορεί να ήταν λίγο πιο μεγάλος από το σύνηθες αλλά εξηγήθηκαν όλα.
Το συστήνω σίγουρα.
«Ο δολοφόνος με το σημάδι του σταυρού» του Chris Carter ήταν ένα αστυνομικό μυθιστόρημα (το πρώτο επισήμως για το #crimaython2020). Παρόλο που στην πραγματικότητα είχα διαβάσει ένα άλλο πρόσφατα (βλ. «Η πόλη & η πόλη» του China Miéville) δεν μου προκάλεσε την αίσθηση του αστυνομικού μυθιστορήματος γιατί εμπλεκόταν το στοιχείο της φαντασίας. Έτσι, αυτό ήταν το πρώτο καθαρά αστυνομικό μυθιστόρημα που διάβασα από το προηγούμενο καλοκαίρι (αν θυμάμαι καλά).
Δεν θα πω πολλά για την πλοκή γιατί πιστεύω πως οτιδήποτε και να πω θα θεωρηθεί spoiler. Έτσι, θα αναφέρω μόνο τα βασικά: Ανακαλύπτεται ένα πτώμα μιας νεαρής γυναίκας σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι που έχει στον σβέρκο του το σημάδι του διπλού σταυρού. Ο ντετέκτιβ Ρόμπερτ Χάντερ (κλαίω λιγάκι με το λογοπαίγνιο
Το συγκεκριμένο βιβλίο ήθελα να το διαβάσω από την πέμπτη δημοτικού. Το είχα δει να στέκεται σε ένα ράφι της βιβλιοθήκης του σχολείου αλλά στην πορεία ξέχασα την ύπαρξή του. Το θυμήθηκα ξανά πριν λίγο καιρό όταν το βρήκα σε τιμή ευκαιρίας. Ήταν ένα πολύ ευκολοδιάβαστο βιβλίο παρά το μέγεθός του (453 σελίδες) το οποίο με έκανε να κολλήσω εντελώς μαζί του. Έφτασα μάλιστα σε σημείο να μην το αφήνω από τα μάτια μου για σχεδόν μια ολόκληρη μέρα.
Σαν βασική θεματολογία, αρχικά μπορεί να έλεγα πως έμοιαζε με το προηγούμενο βιβλίο που διάβασα (βλ. «Υφαντόκοσμος» του Clive Barker) αλλά τελικά ήταν κάτι τελείως διαφορετικό. Πρόκειται για ένα διαφορετικό ταξίδι σε έναν άλλο κόσμο, στην χώρα της Ονειροφαντασίας. Βασικοί ήρωες είναι ο Μπάστιαν Μπάλταζαρ Μπουξ κι ο Ατρέγιου οι οποίοι θα περάσουν πολλές περιπέτειες μέχρι η ιστορία να φτάσει σε κάποιο τέλος
Αρχικά, ο Μπάστιαν είναι ένα παχουλό αγόρι που αντιμετωπίζει προβλήματα bullying στο σχολείο του και νιώθει πολύ μειονεκτικά για τον εαυτό του. Η μόνη παρηγοριά που βρίσκει στον κόσμο βρίσκεται μέσα στα βιβλία. Έτσι, όταν από ένστικτο κλέβει ένα παράξενο βιβλίο από το βιβλιοπωλείο του κυρίου Κονρεάντερ, κλείνεται στην σοφίτα του σχολείου του (καθώς φοβάται πως θα τον ψάχνουν γιατί πλέον θεωρείται "κλέφτης") και αρχίζει αμέσως να το διαβάζει. Στην πορεία καταλαβαίνει πως αυτά που διαβάζει έχουν κάποιο αντίκτυπο στην πραγματικότητα. Οι εικόνες που περιγράφονται στο βιβλίο έχουν αρχίσει να εμφανίζονται μπροστά του με κάποιον φαινομενικά αδύνατο τρόπο. Μοιάζουν να τον καλούν να γίνει κι αυτός ένας ήρωας της Ιστορίας Χωρίς Τέλος. Και εν τέλει γίνεται περνώντας του κόσμου τις περιπέτειες ώστε να ανακαλύψει την βαθύτερη επιθυμία του που θα αποτελέσει την αλλαγή της όψης του για την ζωή αλλά και τον κόσμο γενικότερα.
Συνοδοιπόρος του Μπάστιαν στην χώρα της Ονειροφαντασίας στο μεγαλύτερο μέρος της Αναζήτησής του (αλλά και πριν από αυτή) είναι ο Ατρέγιου, ένας Πρασινόδερμος ο οποίος κατά την γνώμη μου πλήρωσε την νύφη στο τέλος. Δύο ακόμη βασικοί ήρωες του βιβλίου που αξίζουν μια αναφορά είναι η Παιδική Αυτοκράτειρα/Φεγγαρογέννητη και ο Φούχουρ, ο Καλότυχος λευκός Δράκοντας.
Η ιστορία αυτή ήταν σίγουρα ένα ταξίδι που άξιζε κάθε ώρα ανάγνωσης. Μέσω αυτού ταξίδεψα κι εγώ σε μια χώρα που κάθε τι ήταν αληθινό. Σε μια χώρα που σε μια μικρότερη ηλικία θα ήθελα να ήταν αληθινή. Όχι πως τώρα δεν το εύχομαι. Απλώς πια αυτός ο κόσμος δυστυχώς μου φαίνεται υπερβολικός έστω κι ως παραμύθι.
Η γλώσσα της ιστορίας ήταν απλή και κατανοητή για τον αναγνώστη. Πέρα από κάποιες ιδιαίτερες λέξεις τις οποίες ακόμα κι εγώ χρειάστηκα λεξικό για να βρω την σημασία τους, θεωρώ πως ήταν ένα εύκολο ανάγνωσμα ακόμα και για μικρά παιδιά. Πιστεύω πως αυτό είναι ένα από τα βιβλία που έχει σκοπό να ενθαρρύνει τα παιδιά να φαντάζονται, που αναπτύσσει γενικά την ικανότητα της φαντασίας αλλά και την δημιουργικότητα. Αυτό το πετυχαίνει χάρη στα παράξενα ονόματα, τους παράξενους τόπους αλλά και τις παράξενες καταστάσεις που υπάρχουν στην ιστορία.
Η αφήγηση του βιβλίου ήταν τριτοπρόσωπη με έμφαση από την μεριά του Μπάστιαν. Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως το βιβλίο έχει ιδιαίτερα χρώματα. Κάποια σημεία της ιστορίας είναι τυπωμένα με μπορντό γράμματα ενώ κάποια άλλα με γαλαζοπράσινο. Το ένα χρώμα συμβολίζει τον κόσμο των Ανθρώπων ενώ το άλλο την χώρα της Ονειροφαντασίας. Επιπρόσθετα, υπήρχαν μπορντούρες σε κάθε αρχή ενός καινούργιου κεφαλαίου οι οποίες έκαναν πιο αισθητικό το βιβλίο.
Οι ήρωες ήταν αρκετά καλά σκιαγραφημένοι αλλά δεν νομίζω πως υπήρχε κάποιο βάθος στην διαμόρφωση του χαρακτήρα τους πέρα από τον βασικό ήρωα, Μπάστιαν. Γενικά, ο συγγραφέας επιλέγει στα περισσότερα σημεία της ιστορίας να μην δώσει ιδιαίτερο βάρος. Κάτι που συνήθως θα απαιτούσε πολλές σελίδες εξήγηση, στην «Ιστορία Χωρίς Τέλος» εξηγείται μέσα σε πολύ λιγότερες. Κάτι ακόμα που δεν μου άρεσε στην ιστορία ήταν το γεγονός πως υπήρχαν πάρα πολλά plot holes. Ο συγγραφέας άφηνε πολλά πράγματα να εννοηθούν με την φράση «Αυτό είναι κάτι που θα το διηγηθούμε αργότερα». Οκ, το καταλαβαίνω αυτό αλλά δεν γίνεται να μην ολοκληρώσει κάποια βασικά στοιχεία της ιστορίας. Δεν θα πω περισσότερα για να μην κάνω spoilers. Κατά τ'άλλα, το συστήνω σε όποιον θέλει να διαβάσει ένα βιβλίο για να ξεφύγει τελείως από την πραγματικότητα.