ID #52019 | ημερομηνία: 2021-05-12
ΓΙΟΥΛΗ ΤΣΑΚΑΛΟΥ | 7 κριτικές
Σαντέ και λικέρ τριαντάφυλλο
Ελληνική ύπαιθρος τη δεκαετία του ’30, μια στιβαρή καζαντζακικών προδιαγραφών κοινωνία με τον ενωμοτάρχη, τη χήρα, την προξενήτρα, τον καφετζή, το περαστικό μπουλούκι των θεατρίνων, τις τίμιες και τις παστρικιές, τον παπά και τον δάσκαλο και η Ζαχαρώ, μια ηρωίδα διάφανη στον αναγνώστη, γνώριμη στον καθένα καθώς πρόκειται για το κορίτσι της διπλανής πόρτας, παράλληλα με άφθονες πικρές αλήθειες ειπωμένες με λόγο άλλοτε τραχύ, δωρικό και άμεσο που χτυπάει το κόκκαλο και σκίζει τη φλέβα της συνείδησης και άλλοτε με χιούμορ καυστικό ή γλυκόπικρο συνθέτουν το νέο μυθιστόρημα της Πασχαλίας Τραυλού. Αν προσθέσουμε σε όλα τα παραπάνω κι ένα ύφος θα τολμούσα να πω θεατρικό, καθώς όλο το έργο θυμίζει ένα θεατρικό μονόλογο, γραμμένο ολόκληρο σε πρώτο πρόσωπο, τότε καθένας κατανοεί πως το Σαντέ και λικέρ τριαντάφυλλο αξίζει να διαβαστεί, επειδή είναι εγγυημένα μια απολαυστική αναγνωστική εμπειρία και όχι μόνο.
Λίγα λόγια για την ιστορία: Η ιστορία της Τραυλού αποτελεί μια αφήγηση της ηρωίδας της Ζαχαρώς Αλεξανδρή στη νοικάρισσά της δημοσιογράφο Φαίδρα Καραδήμα. Η αιωνόβια καλοβαλμένη γερόντισσα Ζαχαρώ Αλεξανδρή είναι μια γυναίκα τσαούσα, αθυρόστομη και με μεγάλη περιουσία. Μια κασέλα δεσπόζει στη σάλα της για την οποία αποφεύγει να μιλά ώσπου τον Μάρτιο του 2020 που επιβλήθηκε η καραντίνα οι δυο της ήρθαν πιο κοντά, οι πληγές των αναμνήσεων αιμορράγησαν, οι σιωπές λύθηκαν και αποκωδικοποιήθηκαν οι ρόλοι και οι αλληλουχίες ανθρώπων, γεγονότων και πραγμάτων. Τα τσιγάρα Σαντέ, ένα ματωμένο σεντόνι, ένα κόκκινο φόρεμα, γράμματα και ραβασάκια, δώρα αλησμόνητων ερώτων και τραγικά μυστικά ξεπετιούνται απ’ την κασέλα της Ζαχαρώς για να σαγηνεύσουν τον αναγνώστη και να τον αναγκάσουν να αναλογιστεί πως οι πιο μεγάλες κοινωνικές πληγές είναι η σιωπή, η προκατάληψη και η αδιαφορία. Μόνο η γλυκιά ζάλη απ’ το λικέρ τριαντάφυλλο απάλυναν κάπως τα ανοιχτά τραύματα της κυρα Ζαχαρώς μια ολόκληρη ζωή απ’ τις κοφτερές και επώδυνες αναμνήσεις της.
«Το μυαλό μου κόντευε να εκραγεί» αναφέρει χαρακτηριστικά η Φαίδρα «απ’ την περιέργεια όταν επιτέλους τον Μάρτη του 2020, τον καταραμένο εκείνο μήνα που ζωντάνεψαν τα παραμύθια και οι προφητείες και η ζωή ολωνών πάνω σ’ αυτή τη γη άλλαξε μονομιάς σαν να την πάγωσε το ξόρκι μιας μάγισσας και κλειστήκαμε στα σπίτια μας για να γλιτώσουμε απ’ το δράκο που βάλθηκε να αφανίσει τις ζωές μας, η Ζαχαρώ μου ανοίχτηκε».
Όπως η ίδια η συγγραφέας αναφέρει στον πρόλογό της, η ιστορία της προέκυψε ως συρραφή και ζύμωση κάποιων πραγματικών, τραγικών περιστατικών που έτυχε να ακούσει κατά την παιδική της ηλικία και τα οποία της θύμισε η ιστορία της Μελέκ Ιπέκ, της Τουρκάλας που δολοφόνησε τον κακοποιητικό σύζυγό της έπειτα από δώδεκα συναπτά έτη μαρτυρικής ζωής. Η Τραυλού όμως όπως πάντα, δεν παραθέτει απλώς γεγονότα, δεν φωτογραφίζει καταστάσεις αλλά το συγγραφικό της νυστέρι προχωρεί ακόμη βαθύτερα. Στα αίτια. Στις ρίζες της παθογένειας. Στην ανοχή, το ψέμα, την υποκρισία, την αδιαφορία...
Οι ψυχογραφήσεις της είναι τόσο διάφανες που οι ήρωές της ανασαίνουν στο αυτί του αναγνώστη και αποδίδουν άψογα την ικμάδα της μυθιστορηματικής της δράσης. Παρουσιάζει με ιδιαίτερη μαεστρία τις μεταλλάξεις του απλού, φοβισμένου, κακοποιημένου παιδιού σε πονηρό θηλυκό που παλεύει να επιβιώσει σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον και εντέλει ωθείται να εξελιχθεί σε αυτό που της καταλόγιζε άδικα ο ανάλγητος περίγυρος. Τα άφθονα ηθογραφικά και λαογραφικά στοιχεία, τοποθετημένα αριστοτεχνικά, η πληρότητα και η αρτιότητα των χαρακτήρων της συμβάλλουν στην άψογη μεταφορά στο χαρτί μιας χαρακτηριστικής μικροκοινωνίας του ’30 αλλά και αργότερα, στην Αθήνα κατά την προπολεμική και μεταπολεμική περίοδο.
Πιστή στα λογοτεχνικά της ερεθίσματα και την ευαισθησία της σε ζητήματα φύλου η Τραυλού σε αυτό το βιβλίο είναι σαφές πως επιδιώκει την αμεσότητα και μας αφήνει να γνωρίσουμε ένα άγνωστο ως τώρα υφολογικό της προφίλ. Εμπνευσμένη εκφραστικά από την ρέουσα, προφορική έκφραση μιας αγράμματης λαϊκής γυναίκας, τολμά να την φορέσει κατασάρκι και να διατυπώσει όσα έχει να πει μέσα απ’ τα χείλη της, τσαλακώνοντας τους συντακτικούς και τους γραμματικούς κανόνες.
Υποδύεται τη Ζαχαρώ της με τον στραπατσαρισμένο, πιπεράτο λόγο και με περιγραφές ασύλληπτα στιβαρές και αυθεντικές, γεγονός που αποτελεί ένα μεγάλο ατού του βιβλίου, Και μ’ αυτή την εκφορά μιλάει για θέματα που αποδεδειγμένα από τη θεματική της την αίνε: Για την ενδοοικογενειακή βία, τον βιασμό, τον στιγματισμό, την πορνεία, τους γάμους ανηλίκων κοριτσιών, την προκατάληψη για την τέχνη και την εκμετάλλευση των ονείρων που τρέφει ένας άνθρωπος να ανέβει στο σανίδι και εντέλει για ό,τι έχει να κάνει με την αυτογνωσία, την αξιοπρέπεια και την αυτοπραγμάτωση της γυναίκας που ακόμη και σήμερα βιώνει τραυματικά το δικαίωμά της να είναι ο εαυτός της, να αυτοδιατίθεται και να αυτοκαθορίζεται.
Με συντροφιά τα τσιγάρα Σαντέ και το λικέρ τριαντάφυλλο η Ζαχαρώ Αλεξανδρή αφηγείται τη ζωή της από το 1933 έως τα βαθειά της γεράματα, μια ζωή πλούσια σε πληγές, πίκρες, έρωτες και απώλειες συνδυασμένα με τα ιστορικά γεγονότα που την επηρέασαν και σμίλευσαν την ψυχή της. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου περνάει ο αναβρασμός πριν το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου, η Κατοχή, ακροθιγώς ο Εμφύλιος, το Πολυτεχνείο, ιδωμένα μέσα απ’ τα μάτια και τα βιώματα της Ζαχαρώς άλλοτε με την δεδομένη τραγικότητα που περιβάλλει αυτές τις μαύρες σελίδες της ιστορίας και άλλοτε με τον σαρκασμό και τη δυναμική του απλού ανθρώπου που τα διακωμωδεί για να τα αντέξει.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το έργο χωρίζεται σε δυο ενότητες: Στην πρώτη παρακολουθούμε τη Ζαχαρώ στην αθώα της φάση με τη δράση εστιασμένη στον μικρόκοσμο του χωριού της, όταν ακόμη έχει μια ρομαντική προσέγγιση για τη ζωή και στη δεύτερη, την προσγειωμένη, τσαλακωμένη και ρημαγμένη εκδοχή της με την υποταγμένη πια στάση της στο νέο της ρόλο.
Ενδιαφέρουσα πινελιά στο βιβλίο, η παρουσία της Γαβριέλας Ουσάκοβα, γνωστής ως πόρνη των Αθηνών η οποία είναι η μόνη ιερόδουλη που βραβεύτηκε από την Ακαδημία των Αθηνών για την προσφορά της στην Αντίσταση. Η μυθιστορηματική επαφή των δύο γυναικών δίνει στην Τραυλού την ευκαιρία όχι μόνο για μια αξιόλογη μυθοπλασία αλλά και για εμβάθυνση στο ευαίσθητο ζήτημα της πορνείας.
Αν λοιπόν η ζωή του κάθε ανθρώπου ειπωμένη με τρόπο αυθεντικό είναι ένα μυθιστόρημα όπως υποστήριζε ο Χέμινγουεϊ, αυτή τη φορά η Τραυλού με το ολοκαίνουργιο υφολογικό της προφίλ κι ένα λόγο αυθεντικό δίχως φραγές και αναστολές, μας πρόσφερε ένα έργο αξιώσεων που αξίζει να διαβαστεί αποτελώντας πράγματι μια ιστορία αληθινή σαν τη ζωή και το θάνατο, σκληρή όσο οι προκαταλήψεις, πικρή σαν το άφιλτρο Σαντέ και φλογερή σαν το λικέρ τριαντάφυλλο.